Είμαστε περίεργα πλάσματα οι άνθρωποι. Δε γνωρίζουμε τι δύναμη κουβαλάμε. Δεν ξέρουμε τι καταστροφή ή τι ομορφιά μπορούμε να δημιουργήσουμε. Με μια σκέψη που δεν εκφράστηκε, με μια επιθυμία που δεν έγινε εφικτή, με εκείνα τα αχ-βαχ που μας ταλαιπωρούν ή ακόμη και με εκείνα που θα θέλαμε να μας ταλαιπωρούν. Με όλα εκείνα που μας υποσχόμαστε και με όλα εκείνα που καταλήγουν να μας απογοητεύουν.
Τα περισσότερα δεν τα λέμε σε κανέναν. Μπαίνουν στο φάκελο με τα ανομολόγητα και ζήτημα αν θα βγουν από ‘κει μέσα ποτέ τους. Κι αν τελικά καταφέρουν και βγουν, δε θα είναι με την προκαθορισμένη τους μορφή. Θα μεταφραστούν σε κείμενα ή σε πράξεις ή σε τραγούδια. Μάλλον σε τραγούδια. Θα έχουν ζωή και θα μεταφέρουν στους παραλήπτες τους τη δύναμη που δε δείξαμε εμείς να έχουμε.
Θα παίζουν σιγανά στη διάρκεια της κάθε μας μέρας για να θυμίζουν ότι ακόμη κι αυτά που δεν ειπώθηκαν, ακόμη κι αυτά τα ανείπωτα, μπορούν να πάρουν σάρκα κι οστά μέσα από τη μουσική και τους στίχους. Θα έχουμε να λέμε ότι τα τραγούδια της ζωής μας βγήκαν από όλα εκείνα τα ανομολόγητα που δεν είχαμε το θάρρος ή τη δύναμη να εκφράσουμε διαφορετικά.
Τα ανομολόγητα γίνονται τραγούδια, λοιπόν. Αλήθεια, τι καλύτερη έκφραση απ’ αυτή; Με δυο κουπλέ και ένα ρεφρέν, μπορεί να περιγραφεί μια ιστορία ολόκληρη. Δεν έχει σημασία τι ιστορία θα ‘ναι αυτή. Σημασία έχει τι θα εκφράζει. Σημασία έχει τι θα δημιουργεί, τι θα απελευθερώνει. Ακόμη και τι ταύτιση θα προκαλεί.
Είναι σχεδόν μαγικό το ότι μπορούμε να ταυτιστούμε ακόμη και με αγνώστων τα ανείπωτα. Πόσες φορές έχουμε ακούσει ένα τραγούδι στο ραδιόφωνο και μετά το ψάχνουμε μανιωδώς γιατί ήταν σαν να γράφτηκε για μας; Σαν να περιέγραφε την ψυχοσύνθεσή μας, σαν να υπήρχε από πάντα μια κάμερα στο σπίτι και κάποιος να έφτιαξε ένα τραγούδι με τα δεδομένα που υπήρχαν σ’ αυτήν;
Γι’ αυτό είμαστε περίεργα πλάσματα οι άνθρωποι. Γιατί ακόμη και μες στη διαφορετικότητά μας μπορούμε να βρούμε ομοιότητες στα πιο απλά πράγματα. Μπορούμε να ταυτίσουμε τις ιστορίες μας με ανθρώπους που δεν ξέραμε καν ότι υπάρχουν. Μπορούμε να βρούμε στοιχεία δικά μας σε άτομα που δε θα μπορούσαν να είναι περισσότερο αταίριαστα με εμάς. Πόσο μάλλον στα τραγούδια τους.
Κάθε τραγούδι μπορεί να κλειδώνει μέσα του όλα αυτά που μας βαραίνουν, όλα αυτά που κρυφά αγαπάμε, όλα αυτά που υπάρχουν στα κεφάλια μας. Κάθε μελωδία, κάθε στίχος, μπορεί να περιγράφει εμάς και τα αδύναμα σημεία μας. Ή τα δυνατά μας. Μπορεί να συνδέσει παρελθόν με παρόν κι αναμνήσεις και μέρη. Να μας κάνει ευάλωτους, συναισθηματικούς. Να μας πεισμώσει, να μας ηρεμήσει.
Κρύβουν δύναμη τα τραγούδια. Ειδικά αυτά που βγήκαν από ανθρώπους ανίκανους να εκφράσουν τα ανομολόγητά τους. Κρύβουν τη δύναμη που θα έπρεπε να έχουν τα λόγια τους χωρίς τη μελωδία. Κρύβουν ακόμη περισσότερη δύναμη όταν γίνονται ταύτιση και για εκείνους που το μόνο κοινό που έχουν μεταξύ τους είναι αυτά τα δυο κουπλέ κι εκείνο το ρεφρέν.
Δεν έχει σημασία αν το τραγούδι της ζωής μας ακούγεται με φωνή άλλη απ’ τη δικιά μας. Σημασία έχει ότι τα ανομολόγητα που κρύβαμε τόσο καιρό, ήρθαν να εκφραστούν επιτέλους από κάποιον. Έγιναν στίχοι συνοδευμένοι από μια μελωδία που μπορεί να μην είναι απόλυτα «εγώ» αλλά τουλάχιστον είναι «εμείς». Και τη δύναμη που κρύβει αυτό το «εμείς» δεν μπορούμε να τη συγκρίνουμε με κανένα επιμέρους δυνατό κομμάτι μας.
Επιμέλεια Κειμένου Μαριάννας Συμεωνίδη: Πωλίνα Πανέρη