Οι ρεαλιστές είναι εκείνοι που έχουν επιλέξει να μην πετούν στα σύννεφα και να είναι πάντα επιφυλακτικοί απέναντι στους ανθρώπους και στις καταστάσεις που συναντούν. Βαδίζουν πάντα με βάση τη λογική κι η λέξη «ρίσκο» βγαίνει απʼ τα χείλη τους, μόνο όταν κρίνουν αυστηρά τις ριψοκίνδυνες επιλογές των άλλων.
Οι κυνικοί εκφράζονται μʼ ευθύτητα μεν, χωρίς ευγένεια ή ευπρέπεια δε. Πάντα ετοιμόλογοι, μπορούν νʼ απαντήσουν σʼ οποιαδήποτε ερώτησή μας με την πιο σκληρή και καυστική ατάκα. Πολλές φορές νιώθουμε την ανάγκη να τους κλείσουμε το στόμα προτού ξεστομίσουν τη φαρμακερή σκέψη τους αλλά δεν το επιχειρούμε, γιατί πίσω απʼ την αγενή συμπεριφορά τους διακρίνουμε την προσπάθειά τους να κρύψουν κάτι.
Ο κυνισμός κι ο ρεαλισμός δεν ήρθαν σαν γενετικό χαρακτηριστικό αυτών των ανθρώπων. Όσο κι αν φωνάζουν οι παλιότεροι πως «ο άνθρωπος γεννιέται, δε γίνεται», ξέρουμε καλά πως τον άνθρωπο τον φτιάχνουν οι καταστάσεις. Έτσι μπορεί αλλιώς να γεννηθεί κι αλλιώς να εξελιχθεί στην πορεία.
Αν οι κυνικοί κι οι ρεαλιστές δε φοβούνταν πως η εικόνα που χτίζουν θα καταστραφεί, μαζί της κι η γνώμη μας για ʼκείνους, θα μας αποκάλυπταν την παλιά, ρομαντική κι ονειροπόλα ταυτότητά τους.
Κάποιος κάποτε τους πούλησε, τους χώρισε, κάποιος τους πλήγωσε κι ο παλιός εαυτός ναυάγησε παρέα με τα σχέδια ζωής τους. Θεώρησαν τη ζημιά που υπέστησαν ανεπανόρθωτη κι αποφάσισαν νʼ αλλάξουν.
Άφησαν τη σκοτεινή πλευρά να υπερισχύσει κι ανάλογα με τη πρώτη ύλη που είχε καθένας τους, οι σκληροί έγιναν σκληρότεροι κι οι ευαίσθητοι πνίγηκαν στην υπερευαισθησία.
Κι οι δυο περιπτώσεις ανθρώπων πιστεύουν πως ο πόνος δεν έχει τελειωμό και γιʼ αυτό πρέπει ν’ αμυνθούν, πλάθοντας μια διαφορετική εικόνα, που προσπαθούν να κρατήσουν με νύχια και δόντια.
Νιώθουν προστατευμένοι πίσω απʼ τη σκληρή μάσκα του κυνισμού και του ρεαλισμού. Αν όμως τους παρακολουθήσουμε στις προσωπικές τους στιγμές κρυμμένοι πίσω από μια γωνία, θα βλέπαμε πως τους διακατέχει μεγάλη ευαισθησία.
Συνήθως όλοι όσοι κρίνουν σκληρά τον έρωτα, τη ζωή, τη φιλία και κάθε άλλη κατάσταση, τείνουν να γελούν και να δακρύζουν περισσότερο απʼ το μέσο άνθρωπο.
Την πραγματικότητα καθένας μας την αντιλαμβάνεται και τη μεταφράζει διαφορετικά. Το δυσκολότερο ίσως κομμάτι είναι νʼ αλλάξεις τον τρόπο σκέψης και να δοκιμάσεις νέες οπτικές. Για όσους προσπαθήσουν να βγουν από τα στενά όρια αντίληψης που έχουν θεσπίσει, το τέλος προμηνύεται ευχάριστο.
Το παν είναι να διατηρούμε μέτρο. Χρειαζόμαστε σωστές δόσεις ρεαλισμού και κυνισμού, για να μην καταλήξουμε όλοι τρελοί κι ονειροπόλοι. Να ονειρευόμαστε πράγματα που θα μπορούσαν να γίνουν, αλλά όχι να βγάζουμε βιαστικά, αρνητικά κι απογοητευτικά συμπεράσματα, πριν καν ξεκινήσει η προσπάθεια για κάτι.
Η στάση ζωής που κρίνει την πραγματικότητα με καχυποψία, εχθρότητα και πικρία, καταλήγει να κάνει κακό στο άτομο που τη διατηρεί. Κρύβει τα συναισθήματα και την ευαισθησία του, για να μην ξύνονται οι παλιές πληγές και πονέσουν περισσότερο.
Τα παλιά χτυπήματα, όμως, πάντα θα πονούν όταν αλλάζει ο καιρός. Κι ο καιρός δε θα σταματήσει ποτέ ν’ αλλάζει.
Το «δεν έχω ανάγκη κανέναν», αυτή η λεκτική ασπίδα που προστατεύει απʼ τις απογοητεύσεις της ζωής, φαντάζει αρχικά σαν δύναμη, αλλά είναι το άρρωστο κύτταρο στον οργανισμό, που κοντράρεται με την βαθιά ευαισθησία που τʼ άτομα αυτά κρύβουν, μʼ αποτέλεσμα νʼ αρρωστήσουν.
Σοβαρολογώ! Επιστήμονες παρουσίασαν πρόσφατα τʼ αποτελέσματα μιας έρευνας, που κατέληγε πως η δυσπιστία, ο κυνισμός και η πεζή στάση ζωής, σχετίζονται με βιολογικές αλλοιώσεις που φέρνουν σοβαρές φλεγμονές στον οργανισμό.
Τι δεν καταλαβαίνουν λοιπόν;
Παλεύει η ψυχή τους, που γεννήθηκε ευαίσθητη, με τη νέα ιδιότητα που της πρόσαψαν.
Έχετε ακούσει τον ψυχρό χαιρετισμό αυτών των ανθρώπων;
-Πού χάθηκες εσύ, ρε ψυχή;
Ψάχνει μάταια η ευαίσθητη ψυχούλα τους, να βρει την άλλη.