Ένας χωρισμός έχει πολλά στάδια. Τα κυριότερα είναι η άρνηση, ο θυμός,  η εκδίκηση και τέλος η αποδοχή.

Σε όλη αυτή τη διαδρομή χρειαζόμαστε παρέα και κανένας δρόμος δεν φαντάζει τόσο μακρύς, όταν έχουμε για συντροφιά φίλους.

Κι όταν λέμε φίλους, εννοούμε εκείνους που είχαμε ξεχάσει όταν ήμασταν φουλ καψουρεμένοι.

Δεν πειράζει! Οι καλοί φίλοι καταλαβαίνουν το λόγο που χαθήκαμε και μας αφήνουν να επιστρέψουμε στη ζωή τους και να συνεχίσουμε από εκεί που σταματήσαμε και παραμερίζουνε τις δικές τους ζωές αυτή τη φορά για να μας κάνουν να ξεχάσουμε το πόσο πονάμε.

Ενώ οι περισσότεροι γνωρίζουν καλά πως για να ξεπερνιέται ο πόνος πρέπει να βιώνεται, κανείς τους δε θέλει ο κολλητός τους φίλος να πονάει κι έτσι προσπαθούν με κάθε τρόπο να μας βοηθήσουν να ξεπεράσουμε τον χωρισμό μας.

Βγαίνουν μαζί μας κάθε βράδυ, μας ανεβάζουν με τη γνωστή φράση «Δε σου άξιζε. Αν άξιζε θα ήτανε εδώ τώρα» και κάνουν αρμένικες βίζιτες στο σπίτι μας αναλύοντας τα πάντα για τη σχέση που μόλις τέλειωσε. Μας συμβουλεύουν κι ελπίζουν στη θεραπεία μας αλλά οι πληγές του χωρισμού συνεχίζουν να μη γιατρεύονται.

Ακόμη και οι καλύτερες συμβουλές κάποτε τελειώνουν.

Και τότε είναι ακριβώς η κατάλληλη στιγμή για να παραδεχθούμε πως οι φίλοι, τα ανούσια μεθύσια και τα ασταμάτητα ψεύτικα γέλια που βγαίνουν από τα χείλη μας δεν είναι τίποτα άλλο παρά παυσίπονα στον πόνο μας και μάλιστα μικρής διάρκειας.

Ο πόνος επιστρέφει αλλά το κάνει συνήθως όταν είμαστε μόνοι.

Μετά από το «τέλειο» μεθύσι που κάναμε με τους φίλους μας και βρήκαμε μάλιστα και το θάρρος να φλερτάρουμε με κάποιον που μας άρεσε αποδεικνύοντας σε όλους ότι δεν είμαστε τελικά και τόσο ηττοπαθείς να περιμένουμε αιώνια τον άλλον, γυρίσαμε σπίτι πιο χάλια από ποτέ, ψάξαμε από το ψεύτικο προφίλ μας στο fb για ένα νέο σημάδι ζωής της παλιάς μας αγάπης και ξυπνήσαμε το πρωί αγκαλιά με τις φωτογραφίες που ορκιστήκαμε σε όλους ότι πετάξαμε και το κινητό στο χέρι, ελπίζοντας και βάζοντας στοίχημα με τον ίδιο τον εαυτό μας ότι αυτή τη φορά το sms που περιμένουμε θα έρθει.

Και δεν ήρθε, όπως δεν ήρθε κι η δική μας γιατρειά. Γιατί τα φάρμακα που επιλέξαμε να μας χορηγήσουν καταπολεμούν τα συμπτώματα κι όχι την αιτία.

Έχουμε εξαντλήσει κάθε συμβουλή, κάθε στρατηγική και τακτική για να ξεπεράσουμε τον χωρισμό, ενώ ξέρουμε καλά πως η ουσία κρύβεται στο τελευταίο στάδιο. Αυτό της αποδοχής. Και το να αποδεχθούμε ότι αυτό που θέλαμε να κρατήσει κι άλλο, έχει πια τελειώσει, είναι δύσκολη υπόθεση και καθαρά προσωπική.

Κανείς φίλος δεν μπορεί και δε θα μπορέσει ποτέ να καταπολεμήσει την αιτία, παρά μόνο εμείς.

Η γιατρειά δε θα είναι τα γέλια που κάνουμε ακούγοντας παρόμοιες ιστορίες με τη δική μας που τελικά καταλήξανε σε αίσιο τέλος ελπίζοντας πως θα είμαστε μία από αυτές, αλλά θα είναι τα χαμόγελα που θα βγαίνουν από τα χείλη μας κάθε φορά που θα θυμόμαστε ότι τουλάχιστον ζήσαμε μια ωραία ιστορία αγάπης κι ας κράτησε λίγο.  Άλλοι δεν καταφέρανε ούτε αυτό.

Οι συζητήσεις με τους φίλους μας δε θα πρέπει να είναι εκείνες που θα μονοπωλούν και θα κουράζουν το κεφάλι μας με ατελείωτες φράσεις του «τι θα κάνω για να τον πληγώσω κι εγώ»  αλλά με το τι δεν έκανε ο άνθρωπος που αγαπήσαμε για να συνεχίσει να είναι μαζί μας και να μαθαίνουμε έτσι από αυτές για το πώς να ξεχωρίζουμε τα αληθινά αισθήματα όταν αυτά με το καλό εισβάλλουν στην ζωή μας.

Και τότε η φαρμακευτική αγωγή θα σταματήσει.

Και η ζωή μας δεν θα’ χει ανάγκη πια από «γιατροσόφια» και παυσίπονα ακόμη κι αν η ίδια αρρώστια του απρόσμενου χωρισμού μας ξαναχτυπήσει την πόρτα.

Τώρα πια έχουμε μάθει ότι αυτή την ίωση πρέπει απλά να την αφήνεις να κάνει τον κύκλο της, αλλιώς και μαζί και μόνος, ίδιος θα ‘ναι πάντα ο πόνος.

 

Συντάκτης: Μαριάμ Πολυγένη