Δοκιμάστε να πείτε μία φράση που να ξεκινά με το «ποτέ».

Είναι σχεδόν σίγουρο ότι κάποιος από την παρέα θα πεταχτεί για να απαντήσει στη δήλωσή σας με το «ποτέ μη λες ποτέ».

Δεν είναι τυχαία αυτή η απάντηση. Είναι βγαλμένη μέσα από τη ζωή και τα παιχνίδια της. Τα εθιστικά της παιχνίδια, γιατί περί εθισμού πρόκειται.

Καταστάσεις, συνήθειες κι άνθρωποι μας εθίζουν και η απεξάρτησή μας όλο αργεί.

Είναι πολλά αυτά που ορκιστήκαμε πως δε θα ξανακάνουμε και υποκύψαμε τελικά πάλι στη γοητεία τους.

Ωστόσο, πριν πάμε στον έρωτα, την πρωτιά στο «ποτέ ξανά» την κρατάει δικαιωματικά το «Δε θα ξαναφάω τίποτα!» 

Η λατρεία μας για το καλό φαγητό μάς κάνει να σπάμε συχνά τον όρκο μας για δίαιτα κι όσα μπαχαρικά ή μυρωδικά και να ρίξουν στο στήθος κοτόπουλο, νοστιμότερο από το χοιρινό, το παστίτσιο και την καρμπονάρα δε θα γίνει ποτέ. Εκτός κι αν οι διαιτολόγοι αγνοούσαν κι εκείνοι ένα δικό τους «ποτέ» και μας επέτρεπαν να το συνοδέψουμε με μια σάλτσα μουστάρδας και φρέσκες τηγανητές πατάτες.

Και τα ερωτικά «ποτέ» όμως είναι χιλιοειπωμένα.

«Ποτέ ξανά πίσω σε αυτή τη σχέση» λέμε και κλαίμε! Κλάψαμε όταν τελείωσε, κλαίμε όταν γυρνάμε, θα κλάψουμε κι όταν τελειώσει ξανά. Θα το έχετε ακούσει ξανά φαντάζομαι, ας το πω κι εγώ: «Μη γυρνάς πίσω σε κάτι που έχει τελειώσει, γιατί έχει ένα και μόνο σκοπό; Να σε αποτελειώσει!».

Εμείς εκεί όμως, αιώνιοι εραστές, να ελπίζουμε σε μια αλλαγή που δεν έρχεται.

Όταν ακούω ερωτευμένο άνθρωπο να δηλώνει πως «ποτέ ξανά» δε θα ασχοληθεί με το άτομο που τον πλήγωσε, μετράω αντίστροφα. Είναι θέμα ημερών να τον δω πλάι του ξανά. 

Σαν έναν παλιό μου γείτονα, που πίναμε κάθε πρωί μαζί τον καφέ μας και με φώναζε να πλησιάσω στο παράθυρο για να δω έναν παλιό του έρωτα «πώς κατάντησε» όπως έλεγε.

Τη βλέπεις αυτήν; Η Μαρία, το τσουλάκι.

Ξέρετε πού είναι τώρα ο γείτονας; Σε μια άλλη γειτονιά, τρία τετράγωνα πιο κάτω. Παντρεμένος με τη Μαρία, το τσουλάκι.

Αν μπορεί κάτι να μας ενθουσιάσει και να μας κάνει χαρούμενους, θα ’πρεπε να του αφιερωθούμε με όλη την καρδιά μας. Αν κάτι όμως μας έχει ξεριζώσει την καρδιά, για ποιο λόγο ακριβώς επιλέγουμε να του δίνουμε συνεχώς ευκαιρίες;

Όταν βρείτε την απάντηση, ενημερώστε κι εμένα σας παρακαλώ.

Για να συνεχίσω, περιμένω να δω πότε θα βρεθεί μια λύση στο «ποτέ δε θα ξαναπιώ –ούτε γουλιά!» 

Αντιστέκεσαι. Λες «Όχι! Δε θα χάσω εγώ τον έλεγχο για έναν έρωτα που δεν άξιζε, για την προαγωγή που έχασα, για τα βάσανά μου, για το ότι χρωστώ σε όποιον μιλά ελληνικά». Όποιος κι αν είναι ο λόγος, τον ξεχνάμε για τις επόμενες ώρες, γιατί έχουμε φτιάξει κεφάλι και περνάμε ωραία. Μέχρι να ‘ρθει το πέμπτο ή το έκτο ποτό  –αναλόγως τις αντοχές– που θα μας αποτελειώσει και θα μας στείλει σπίτι με πονοκέφαλο στην καλύτερη, παραισθήσεις κι εμετούς στη χειρότερη. Οι μπόμπες να ‘ναι καλά!             

Ο κατάλογος με τις αποφάσεις που παίρνουμε για να μην ξαναβρεθούμε σε καταστάσεις καταστροφικές για εμάς –καμιά φορά και τους γύρω μας— είναι ατέλειωτος.

Ποτέ ξανά δε θα δεχθώ την ειρωνεία τους, δε θα κλάψω, δε θα χαρώ προκαταβολικά, δε θα εμπιστευτώ, δε θα τους ξαναμιλήσω, δε θα μπλέξω με το τζόγο κι ότι άλλο μπορεί να σκεφθεί ο ανθρώπινος νους ως απειλή.                  

Και σχεδόν πάντα επιλέγουμε να φάμε τα μούτρα μας ξανά.                

Όχι ότι αυτό είναι κακό. Τη χρειάζεται την ξεφτίλα του ο άνθρωπος. Χρειάζεται να μας χαλούν τα σχέδια και να μη μπορούμε να τηρήσουμε τις αποφάσεις μας, για να αντιλαμβανόμαστε, πόσο δύσκολο είναι να ελέγχουμε τον εαυτό μας.

Είμαστε αδύναμοι μπροστά στα μεγάλα πάθη, τα πάθη τα δικά μας! Είτε αυτό είναι μια βυζαντινή σοκολατόπιτα, είτε εκείνα τα όμορφα γαλανά μάτια που δε ξεπεράσαμε ποτέ.

Κι ενώ οι περισσότεροι εκεί έξω μας μοιράζουν συμβουλές για το πώς να μένουμε σταθεροί στις αποφάσεις μας και το «ποτέ» μας να ισχύει, εμείς δε ψαρώνουμε. Ξέρουμε καλά πως κι εκείνοι έχουν την Αχίλλειο πτέρνα τους και σίγουρα ένα «ποτέ ξανά» τους θα ‘χει γίνει «ξανά και ξανά».

Ίσως όταν αντιστεκόμαστε τόσο έντονα στο να μην ενδώσουμε σε κάτι, το μόνο που καταφέρνουμε είναι να μη το βγάζουμε από το μυαλό μας και τελικά να μας κερδίζει εκείνο.

Πρέπει να πάψουμε να επιβάλουμε βασανιστικά στον εαυτό μας το «ποτέ».

Ας χαλαρώσουμε κι ας αφήσουμε τα πάντα να βρουν το δρόμο τους.

Δε θα πρέπει να υποτιμάμε τη δύναμη της αδράνειας. Κάποιες φορές ίσως είναι πιο ωφέλιμο να μη κάνουμε τίποτα, από το να παίρνουμε σκληρές αποφάσεις που δεν μπορούμε να τηρήσουμε.

Μια νέα αρχή δεν είναι πάντα τόσο απλή κι εύκολη, όπως μας έχουνε μάθει οι διαφημίσεις ουίσκι στην τηλεόραση. Υπάρχουν άνθρωποι που αλλάζουν τα πάντα στη ζωή τους με ένα «ποτέ» μπροστά από κάθε τους πρόταση κι υπάρχουμε κι εμείς που λειτουργούμε όπως τα αεροπλάνα. Χρειαζόμαστε περισσότερη ενέργεια και καύσιμα για ν’ απογειωθούμε, παρά για να ταξιδέψουμε. Θ’ ανασυγκροτηθούμε λοιπόν πριν αρχίσουμε τις βαρύγδουπες δηλώσεις.

Κι όταν τις αρχίσουμε, το «ποτέ» θα βγαίνει από τα δικά μας χείλη μόνο για να σιγοψιθυρίζει στους σίγουρους για τις αποφάσεις τους φίλους μας, τους στίχους «ποτέ, μη λες ποτέ, δεν ξέρεις τι γίνεται. Ίσως αύριο ν’ αλλάξεις γνώμη και να πεις το ναι».

 

Συντάκτης: Μαριάμ Πολυγένη