

Εναλλάσσονται τόσο μα τόσο γρήγορα οι εποχές. Φθινόπωρο: αρχίζουν τα σχολεία με την κλασική φράση που όλοι έχουμε ακούσει ως παιδιά «τώρα μέσα τα κεφάλια». Χειμώνας: η φύση κοιμάται μέχρι να αναγεννηθεί και όλοι περιμένουμε τα Χριστούγεννα πώς και πώς, για να πάρουμε μια ανάσα από τους ασθματικούς ρυθμούς της καθημερινότητάς μας. Άνοιξη: ολόκληρη η πλάση ανθίζει και μαζί με αυτήν και η καρδιά μας. Καλοκαίρι: η πόρτα του σχολείου κλείνει. Οι ρυθμοί γίνονται πιο χαλαροί κι εμείς οι ίδιοι πιο αραχτοί.
Όταν ήμασταν παιδιά -και νομίζω πως σε αυτό θα συμφωνήσουμε όλοι- ο χρόνος κυλούσε τόσο αργά, πολλές φορές έως και βασανιστικά. Ο χειμώνας στο σχολείο ήταν ατελείωτος. Αλλά μόλις ερχόταν η άνοιξη… Όταν ξεκινούσε αυτός ο πρώτος μήνας της, με τα «μαρτάκια» να κάνουν την εμφάνισή τους, τότε όλοι βιώναμε κάτι πρωτόγνωρο. Μεταμορφωνόμασταν σε κάτι ανάμεσα σε Βάκχες και Μαινάδες και κανένας δεν μπορούσε να μας κρατήσει δέσμιους στα στενά πλαίσια του σχολείου ή του σπιτιού. Θέλαμε να ξεχυθούμε στη φύση και το μυαλό μας άρχιζε τις πρώτες περιπλανήσεις σε βουνά, παραλίες, εκδρομές. Πώς να συγκρατηθεί, πώς να χωρέσει η φαντασία ενός παιδιού μέσα στις σελίδες ενός σχολικού βιβλίου, όταν η άνοιξη είναι εκεί έξω και φωνάζει «έλα να απολαύσεις κάθε ομορφιά μου, να ακούσεις τις πιο αρμονικές μελωδίες και να γευτείς με τα μάτια σου τα χρώματά μου»;
Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για τους ενήλικες. Τους 20άρηδες, 30άρηδες, 40άρηδες και τελειωμό δεν έχει. Ο χώρος της δουλειάς μας φαίνεται σαν να μικραίνει και να γίνεται πιο ασφυκτικός, ενώ η «κλειστοφοβία» κάνει την εμφάνισή της σταδιακά. Οι δείκτες του ρολογιού γυρνούν πιο αργά και το 8ωρο μοιάζει σαν να διπλασιάζεται. Μήπως αυτό το τονικό παρώνυμο δουλειά-δουλεία έχει επινοηθεί για να χαρακτηρίσει τις ημέρες εργασίας την άνοιξη; Είναι τόσο δύσκολο, έως και ακατόρθωτο, να περιοριστεί κανείς μέσα σε 4 τοίχους, όταν η άνοιξη έχει εισέλθει τόσο ύπουλα κι αθόρυβα στο χώρο εργασίας και στο σπίτι μας, με το άπλετο φως να διαπερνά τα παράθυρα, όσο κι αν κλείνουμε τις κουρτίνες και με τις μυρωδιές των λουλουδιών να έχουν επισκιάσει ακόμα και τα πιο έντονα αρωματικού χώρου.
Μέσα λοιπόν σε όλον αυτόν τον ευωδιαστό, τον πολύχρωμο καμβά της άνοιξης, είναι φυσικό κι επόμενο να ανοίξει διάπλατα και η πόρτα του έρωτα. Αυτήν την εποχή είναι που ξεκινάει η απιστία στον πιστό σύντροφο του χειμώνα, «τον Netflix», κι αν όχι η απιστία, σίγουρα η παραμέλησή του. Ξεκινάνε τα τηλεφωνήματα και τα sms του τύπου «τι θα έλεγες να πάμε για μια μπίρα;» ή «έχει μεγαλώσει τόσο πολύ η μέρα, πάμε μια βόλτα μετά τη δουλειά;» ή «δε με χωράει το σπίτι, φύγαμε για μια εκδρομή το ΣΚ». Και η άνοιξη συνεχίζει να υφαίνει ακόμα πιο εντατικά το δολοπλόκο σχέδιο του έρωτα. Έρχεται ο Απρίλης, ο Μάης και τα λουλούδια ζωγραφίζουν ακόμα πιο όμορφα την πλάση, τα πουλιά μετατρέπονται στους πιο μελωδικούς τραγουδιστές και οι ρομαντικές νύχτες μυρίζουν γιασεμί (όπως λέει και το τραγούδι και όχι αδίκως) που σε συνεπαίρνει.
Και πώς να μη συμβαίνουν όλα τα παραπάνω, αφού το φυσικό είναι οτιδήποτε είναι από τη φύση του ωραίο γιατί έχει έρθει στην ώρα του. Ο έρωτας λοιπόν, που ανθίζει μέσα στην καρδιά της άνοιξης που γεννιέται μέσα στην εποχή αυτή, που αναδύεται μέσα στην πιο κατάλληλη ώρα είναι δυνατόν να μην είναι Ωραίος με Ω κεφαλαίο, δυνατός, μελωδικός κι ευωδιαστός; Από εκείνους τους έρωτες που σε μαγνητίζουν, σε μαγεύουν και σε κρατάνε στα δίχτυα του γερά για να μην αποδράσεις.
Γι’ αυτόν τον λόγο και αφού είμαστε στα μέσα της άνοιξης, ας αφήσουμε τον χειμώνα της καρδιάς μας πίσω, μαζί με όλα τα πουλόβερ και τα παλτό στις ντουλάπες μας. Ας ανοίξουμε τις πόρτες κι ας βγούμε όλοι έξω να πιάσουμε τους χορούς, τα βουνά, τα λιβάδια, τις παραλίες. Και κάπου εκεί έξω είναι σίγουρο ότι υπάρχει μια συνταρακτική, ανοιξιάτικη καρδιά που μας περιμένει, κρατώντας τα λουλούδια του έρωτα μόνο για μας.