

Καθημερινά παρατηρούμε τόσες εντυπωσιακές οδοντοστοιχίες, ολόλευκες, ολόισιες, καλοσχηματισμένες. Κι όμως, αυτές οι αξιοζήλευτες οδοντοστοιχίες, που είναι για φωτογράφιση σε εξώφυλλα περιοδικών, είναι πολλές φορές κρυμμένες, έως κι ερμητικά κλεισμένες πίσω από τα χείλη μας. Και ναι. Πρέπει να παραδεχτούμε πως, όσο αυθόρμητα μπορεί να προκληθεί ένα πηγαίο χαμόγελο, μια εντυπωσιακή έκρηξη γέλιου, τόσο εύκολα μπορεί να εξαφανιστεί.
Ένα κλικ στην τηλεόραση, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και το χαμόγελό μας μπορεί να χαθεί σε κλάσματα δευτερολέπτου. Ένας κατακλυσμός στενάχωρων ειδήσεων, κακεντρεχών και προσβλητικών σχολίων κάτω από posts, και τα χείλη μας παίρνουν αμέσως την κατιούσα. Η ζωή… Η ζωή που ζούμε χωρίς να τη ζούμε ουσιαστικά, δεν αφήνει περιθώρια ψυχικής και σωματικής χαλάρωσης, περιθώρια ευεργετικής βαρεμάρας, εκείνης της βαρεμάρας που απολαμβάνει κανείς σε κάθε κύτταρό του και χαμογελάει χωρίς να ξέρει το γιατί. Οι επαφές με φίλους και οικεία πρόσωπα περιορίζονται όλο και περισσότερο, και τα «σπαστικά γέλια», όπως συνηθίζουμε να τα αποκαλούμε —αυτά που είναι μεταδοτικά— τείνουν να εξαφανιστούν, και τη θέση τους αρχίζει να παίρνει η σιωπή και οι βουβές κουβέντες χωρίς χρώμα και ζωηράδα.
Κι αυτές οι οθόνες… Μεγάλες, μεσαίες, μικρές. Πίσω από την οθόνη ενός υπολογιστή, ενός τάμπλετ, ενός κινητού. Πόσα γέλια έχουν αποτυπωθεί σε ατέλειωτα ΧΑΧΑΧΑΧΑ ή emoji δακρυσμένα από τα γέλια, παρά πάνω στα ίδια μας τα χείλη; Φράσεις που έχουν παγιωθεί στα χρόνια κι έχουν κλειδώσει μέσα στο μυαλό μας, όπως «τα γέλια θα μου βγουν ξινά», «σε καλό να μας βγει» —λες και η χαρά φέρνει ποτέ κακό— «γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος» —σαν να είναι το γέλιο ο εκδικητικός τιμωρός της ζωής μας— κυριαρχούν και μας ενοχοποιούν για όλες εκείνες τις στιγμές που η κοιλιά μας έχει πονέσει από κάποιο ειπωμένο αστείο και οι μύες του προσώπου μας έχουν υποστεί τόσες συσπάσεις όσες ποτέ άλλοτε.
Υποφέρουμε, πάσχουμε από τη σύγχρονη «ασθένεια» της σοβαροφάνειας και περιμένουμε στη στροφή εκείνον που θεωρούμε κατώτερό μας να κάνει κάτι ανόητο, για να γελάσουν ακόμα και τα μουστάκια μας. Είμαστε καχύποπτοι απέναντι σε πρόσχαρους και γεμάτους θετική ενέργεια ανθρώπους, κι αναρωτιόμαστε πώς γίνεται πάντα ο τάδε να είναι με το χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη του.
Όμως, μέσα σε αυτόν τον συνοφρυωμένο κόσμο υπάρχουν εκείνα τα χαμόγελα, εκείνος ο ήχος του γέλιου κάποιων ανθρώπων, το ηχόχρωμα της φωνής τους που κανένας μας δεν μπορεί να ξεχάσει, που μένουν ανεξίτηλα στο μυαλό και στον χρόνο. Κι αν θέλουμε να μιλήσουμε και λίγο επιστημονικά, ο Freud έλεγε πως το γέλιο απελευθερώνει την ένταση και πως ο κόσμος γελά όταν ανακουφίζεται από κάτι που τον κρατάει δέσμιο. Γιατί, λοιπόν, να θέλουμε να παραμένουμε δέσμιοι πίσω από μισόκλειστα, ανέκφραστα ή σφραγισμένα χείλη;
Για να μην αναφερθούμε και στην πολυδιατυπωμένη αλλά περίφημη φράση του Τσάρλι Τσάπλιν: «Μια ημέρα χωρίς χαμόγελο είναι μια χαμένη μέρα.» Τόσο πολυγραμμένη και πολυδιαβασμένη, αλλά ταυτόχρονα τόσο επίκαιρη,λες και εκείνος γνώριζε ότι θα ακολουθήσουν πολλές χαμένες μέρες για εμάς τους μελλοντικούς ανθρώπους, και ήθελε να μας προλάβει, να μας αφυπνίσει, να μας ταρακουνήσει.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο ερωτικό, τίποτα πιο αφροδισιακό από ένα πηγαίο χαμόγελο, χωρίς στολίδια, χωρίς προσπάθεια. Απλό, ξαφνικό κι αυθόρμητο. Αυτό που λάμπει κι ακούγεται αιφνίδια, όπως ακριβώς μια βροντή, μια αστραπή στον ουρανό. Αυτό που μεταδίδεται με τόση μεγάλη ευκολία και εισέρχεται στα ενδότερα της ψυχής μας τόσο γρήγορα κι αθόρυβα.
Όλοι μας ψάχνουμε έναν σύντροφο, έναν φίλο με αίσθηση του χιούμορ. Και μόλις τον βρούμε, δεν υπάρχει γυρισμός, δεν υπάρχουν πισωγυρίσματα.
Αυτός ο φίλος, αυτός ο σύντροφος ήρθε για να μείνει. Για όσο… Για όσο περισσότερο. Το μόνο σίγουρο είναι πως ήρθε για να ταράξει τα νερά της ήρεμης ζωής μας. Να πούμε πως αυτό που ερωτευτήκαμε πιο πολύ σε εκείνον/εκείνη ήταν το χαμόγελό του/της.
Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι, μέσα στα στραβά κι ανάποδα γύρω μας, μέσα μας, υπάρχουν άλλα τόσα όμορφα που αξίζουν την προσοχή, το γέλιο, το χαμόγελό μας. Αρκεί να αφήσουμε για λίγο τα ΧΑΧΑΧΑ στις οθόνες μας και να αποκαλύψουμε τα συναισθήματά μας live, face to face. Να γελάσουμε τόσο δυνατά, σαν να μην υπάρχει αύριο. Και στην τελική, γιατί να είμαστε τόσο σίγουροι για το αύριο, αφού αυτό που έχουμε μόνο είναι το παρόν και τίποτα περισσότερο;
Ας κάνουμε, λοιπόν, όλοι μας μια προσπάθεια να βρούμε ξανά το χαμόγελο που μας έκλεψαν ή που αφήσαμε στο μπαούλο των ξεχασμένων, ανέμελων αναμνήσεων του χτες. Κι αν αυτό είναι δύσκολο, ας σκεφτούμε λόγους που αξίζουν να γελάμε με όλη μας την ψυχή. Παντού και πάντα υπάρχουν. Εξάλλου, είναι το μόνο πολύτιμο και τζάμπα ταυτόχρονα που μας έχει απομείνει — γι’ αυτό, ας το εκμεταλλευτούμε στο έπακρον.