Ένας χωρισμός πρέπει να ‘ναι οριστικός, χωρίς να υπονοεί καμιά πιθανή επανασύνδεση. Η εντύπωση πως κάτι απέμεινε φέρνει προσδοκίες, που πιο πολύ χαραμίζουν χρόνο παρά παράγουν ευκαιρίες. Σκοπός του χωρισμού είναι η ελευθερία. Χωρίζουμε για να ‘μαστε ελεύθεροι με την πρόθεση να ζήσουμε κάτι καλύτερο. Αν αυτό το φινάλε φέρνει δεύτερες σκέψεις –«τι θα γινόταν αν», «μήπως θα ήταν καλύτερα να»– δεν απελευθερωνόμαστε ποτέ ουσιαστικά. Είμαστε χωρισμένοι ως ζευγάρι αλλά δεσμευμένοι ακόμα απέναντι σε αμφιβολίες και παρατηρήσεις για τον τρόπο που εξελίχθηκαν τα γεγονότα.
Κι όσο αυτές οι σκέψεις δε μας αφήνουν σε ησυχία, μπορεί να μας περάσει απ’ το μυαλό το ενδεχόμενο μιας επιστροφής, δοκιμάζοντας ξανά την ίδια σχέση για μία ακόμα φορά. Με αυτήν την κίνηση, όμως, μάλλον θέλουμε να τραντάξουμε τα δεδομένα μιας κατάληξης που αρνούμαστε να παραδεχτούμε. Να σημάνουμε συναγερμό, ένα καμπανάκι πως υπάρχουν ακόμη συναισθήματα -κι ας είναι μπερδεμένα. Θα υπάρχει θυμός, απογοήτευση, ενοχή για κάποιο λάθος που κάναμε, για λόγια που δεν είπαμε όταν έπρεπε.
Πόσο ειλικρινείς ήμασταν σε αυτή τη σχέση; Θέλαμε να την κρατήσουμε όσο καιρό την κρατήσαμε, θέλαμε να φύγουμε νωρίτερα ή μήπως δε θέλαμε καθόλου αυτό το χωρισμό; Είμαστε έτοιμοι, λοιπόν, να κάνουμε την απαραίτητη φασαρία που χρειάζεται το υπεραναλυτικό μυαλό μας. Να ταράξουμε τα νερά κι ας είναι από κύματα αδικίας κι ανάγκη εκτόνωσης. Να δώσουμε τη χαριστική βολή στην έγνοια αυτής της ακαθόριστης σχέσης, να γυρίσουμε για να καταστρέψουμε ό,τι έχει απομείνει, να αποτελειώσουμε ό,τι σχεδόν έχει τελειώσει.
Επιστρέφουμε κι είναι αμοιβαίος ο γυρισμός μας. Η πρόθεση του καθενός μας, όμως, δε χρειάζεται να συμπίπτει. Δοκιμάζουμε την υπομονή μας στο ανάποδο αυτό περπάτημα. Ετοιμαζόμαστε να εκφράσουμε αντιρρήσεις για ό,τι μας ενοχλούσε πάντα, να επαναδιατυπώσουμε το κάθε βιαστικά ειπωμένο επιχείρημά μας. Αφιερώνουμε χρόνο κι αλήθεια να επαληθεύσουμε το κάθε «γιατί», να επαναπροσεγγίσουμε το κάθε «πώς», αντιμετωπίζοντας τις απαντήσεις με υπευθυνότητα και μια γλυκόπικρη ικανοποίηση πως δεν κάναμε λάθος, τελικά, που το διαλύσαμε μια ώρα αρχύτερα.
Γυαλί που σπάει δεν κολλάει. Κι ας λένε πως όταν θερμαίνεται, λιώνει και πλάθεται πάλι. Αυτό σημαίνει πως δημιουργείται εξαρχής. Για να λειτουργήσει μια σχέση μετά το χωρισμό πρέπει να μπουν ολοκαίνουριες βάσεις, να χτιστούν γερά θεμέλια, να δοθούν σωστά υλικά, να αλλαχτεί η διακόσμηση στο χώρο. Μόνο που τώρα δε μιλάμε για την οικοδόμηση ενός σπιτιού. Οι ανθρώπινες σχέσεις χτίζονται και γκρεμίζονται ανεπανόρθωτα.
Δεν ξεκινάει τίποτα απ’ την αρχή, δε λειτουργεί η σχέση στην αναδόμηση. Τα σπίτια για να θεωρηθούν όμορφα και γουστόζικα θέλουν αφοσίωση, μεράκι κι αγάπη. Ωραία τα θεμέλια αλλά μέσα σε αυτά κατοικούν άνθρωποι που αν δεν τα βρίσκουν μεταξύ τους, όσο προσεγμένη διακόσμηση κι αν έχουν, δεν μπορούν να την αναδείξουν οι ίδιοι, να την αντιπροσωπεύσουν και να την εκτιμήσουν, αν δεν έχουν αναμεταξύ τους πρώτα θαυμασμό.
Ο θαυμασμός αναδεικνύει τη φλόγα του έρωτα κι όταν αυτή η φλόγα παύει να υπάρχει, σταματάει με μιας και το ίδιο το θαύμα του έρωτα. Κι αν ένας απ’ τους δυο νιώθει έστω και μία σπίθα ακόμα για τον άλλον, πώς να του σβήσεις την ελπίδα, ότι με αυτό το ελάχιστο σημάδι θερμότητας που προτείνει, η φωτιά του πόθου δεν πρόκειται να ανάψει. Το πάθος δε φουντώνει από μία και μόνο σπίθα κι οι επιστροφές βοηθούν σε αυτή την οριστική αποκάλυψη.
Κάποτε για αυτόν τον άνθρωπο που τώρα νιώθουμε μια αίσθηση αποστροφής, είχαμε αναπτύξει τόσα όμορφα συναισθήματα, που κάπου στη διαδρομή μεταμορφώθηκαν, ίσως και να χάθηκαν ολοσχερώς. Παραμελήσαμε το μεταξύ μας, θεωρήσαμε δεδομένο το έντονο αρχικό ενδιαφέρον, μειώσαμε το αλισβερίσι προσφοράς μας, εν τέλει παραγνωριστήκαμε.
Και πάνω στην αναλαμπή πως καλύτερα θα ‘ναι να πάρουμε ξεχωριστούς δρόμους, το ζιζάνιο στο κεφάλι μας ζητάει ένα σίγουρο χαρτί, θέλει την απόλυτη επιβεβαίωση, το πιστοποιητικό του τέλους. Γυρίζουμε και πάλι στη σχέση για να κλείσουμε τους ανοιχτούς λογαριασμούς. Τώρα πρέπει να ξεκαθαρίσουν όλα χωρίς καμία απρόσεκτη υπόσχεση.
Οι κύκλοι πρέπει να κλείνουν χωρίς να υπάρχει πουθενά κενό. Πρέπει το σημείο εκκίνησης να φτάνει σε ένα οριστικό τερματισμό. Όταν έχεις αμφιβολίες πρέπει να τις λύνεις. Να δοκιμάζεις κάθε εκδοχή, απορρίπτοντάς τις μία-μία μέχρι να βρεθεί μπροστά σου η καταλληλότερη από όλες.
Στην άκρη του μυαλού ίσως και να υπάρχει η προσδοκία μήπως τελικά πετύχει η επανένωση, μα στην πρώτη κιόλας επανάληψη μιας μη αρμόζουσας συμπεριφοράς, θα βγουν άμυνες προστασίας απ’ τα σημάδια που θυμάται το μυαλό πως έχει ξαναζήσει και δεν του άρεσαν. Κάπως έτσι απομακρύνεσαι μία για πάντα. Ακόμα κι αν αυτό σημαίνει πως για να αποχωρήσεις οριστικά έχεις βάλει μπρος έναν μηχανισμό άμυνας. Όπως και να ‘χει, η πρόθεση είναι να γυρίσεις πίσω μόνο για να φύγεις πιο μακριά.
Γυρνάς για να απομυθοποιήσεις το ιδανικό που κάποτε υπερτίμησες, να κατεβάσεις απ’ το θρόνο τον τέλειο –υποτίθεται– θεό σου. Να βγάλετε από κοινού τα στέμματά σας, να σταματήσετε πλέον τις προσπάθειες. Μέχρι να χωνέψετε πως, τελικά, καλύτερα μακριά κι αγαπημένοι παρά δίπλα-δίπλα και ξένοι.
«Μετά τη φουρτούνα έρχεται πάντα η νηνεμία» κι είναι η ώρα για το ταξίδι αναχώρησης. Ας πάρει ο καθένας το δρόμο του και στα χέρια που χαιρετιούνται για το «αντίο» ας βαστάξουμε τα εισιτήρια της διαφορετικής μας πορείας, μα αυτή τη φορά να ‘χουμε φροντίσει να κλείσουμε από εκείνα που είναι χωρίς επιστροφή.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη