Μπορεί ο ερωτευμένος να γίνει φίλος με αυτόν που ποθεί; Είναι σαν να παίζει έναν ρόλο άσχετο από εκείνον που έχει κάνει πρόβα να παίξει. Είναι λες και του άλλαξαν τα εισιτήρια στην είσοδο του σινεμά λέγοντάς του: «Εσύ φίλε μου, θα δεις δράμα απόψε κι όχι κωμωδία». Κι ας θέλει να γελάσει το χειλάκι του, θα πάρει το εισιτήριο κανονικά κι ας κλάψουν τελικά τα μάτια του. Είναι ένας συμβιβασμός. Κυρίως αποφυγή μοναξιάς.
Μόνο που στον βωμό του έρωτα αυτός ο συμβιβασμός μετράει αλλιώς κι η μοναξιά πιάνεται για διπλή. Όταν ο άλλος σε βλέπει σαν φίλο δεν μπορείς να φύγεις. Μένεις κι ελπίζεις. Η λογική σου θέλει να εξαφανιστείς κατευθείαν βαστώντας την κορμοστασιά σου ψηλά. Μα η καρδιά βγαίνει στην πρώτη γραμμή, παίρνει τον λόγο και προστάζει: «Θα μείνεις έστω κι ως φίλος. Θα πιάσεις κάθε αφορμή και θα τη δεις ως ευκαιρία για να είσαι περισσότερο κοντά του». Το μυαλό παραδίνεται αμαχητί κι η καρδιά κάνει χαρούλες που εισακούστηκε, γιατί δε θέλει να φύγει από εκεί που ταρακουνιέται ολόκληρη.
Κι αυτή η ταλάντωσή της συνηθίζεται εύκολα, γίνεται εξάρτηση, αποκαλείται κόλλημα, περιγράφεται ως καψούρα κι ο ερωτευμένος δεν υπολογίζει τίποτα, ζητάει μόνο ευκαιρίες. Πιάνεται από μια ελπίδα κι ας είναι τελικά λεπίδα. Το πολύ-πολύ να γδάρει λίγο δέρμα, θ’ αντέξει τον πόνο, θα σκουπίσει τα τραύματα και θα χαμογελάσει ικανοποιημένος, γιατί τουλάχιστον τράβηξε την προσοχή από εκείνον που ήθελε. Τα παράσημα πάνε σε έναν θυματοποιημένο εγωκεντρισμό κι η παρτίδα έλαβε τέλος ισόπαλη.
Σε βλέπει σαν φίλο κι εσύ το δέχεσαι με την ελπίδα πως κάποια στιγμή μπορεί κάτι ν’ αλλάξει. Ισάξιο το σκορ γιατί είστε κι οι δυο σας κερδισμένοι. Εσύ έχεις δίπλα σου αυτόν που θες κι εκείνος έχει βρει σε σένα έναν φίλο. Με αυτόν τον τρόπο τουλάχιστον τον έχεις κοντά σου, θα σου στείλει ένα μήνυμα, θα βρεθείτε για φαγητό, θα σου ανακατέψει τα μαλλιά πάνω στην πλάκα. Θα ζεις κατά κάποιο τρόπο τ’ όνειρό σου. Θα σου παραπονιέται για έρωτες που δεν τον κατάλαβαν, θα γκρινιάζει που κανέναν δεν έχει πλάι του. Χωρίς να ξέρει πως έχει εσένα· έναν κρυφό θαυμαστή, έναν εξομολογητή, έναν προσαρμοσμένο, έναν μοιραία συμβιβασμένο.
Αντέχεις ν΄ακούς για τα προβλήματα και τις σχέσεις του; Μπορείς να διαχειριστείς τα βλέμματα των γύρω πάνω του, τα πειράγματα απ΄τους περαστικούς, τις κλήσεις στο κινητό του στις δύο τα ξημερώματα; Είναι καλύτερα που μένεις πλάι του ανεχόμενος όλη αυτή την κατάσταση; Αν είχες φύγει και το έχεις τελειώσει εξαρχής, αρνούμενος να παραμείνεις ως φίλος, δε θα είχες τόσα ερεθίσματα ν΄αντιμετωπίσεις παρά μόνο ένα και μοναδικό: την καψούρα σου.
Θα σε απέρριπτε ερωτικά, θα σε ήθελε σαν φίλο, αλλά εσύ δε θα το δεχόσουν. Δε συμβιβάζεσαι. Δε σε ενδιαφέρει τι κάνει και πώς αποφασίζει να περνάει τον χρόνο του. Αν πάει εκδρομές τις Κυριακές, αν βγαίνει κάθε μέρα κι αν παίρνει αστείες γκριμάτσες σε φωτογραφίες με διάφορους γνωστούς κι αγνώστους γύρω του. Δε θα χρειαζόταν ν’ ανεχόσουν τη ζωή και τη διασκέδασή του γιατί δε θα τα γνώριζες. Θα διάλεγες την ησυχία και τη λογική σου. Θα επέλεγες να προχωρήσεις στα όνειρά σου, τα οποία θα ήταν ανεξάρτητα από κάποιον άλλον.
Κι εκεί βρίσκονται τα ψιλά γράμματα του έρωτα. Συγχέουμε τους στόχους μας με πρόσωπα, ορίζουμε τα όριά μας με βάση την ομορφιά ενός ανθρώπου που αγαπάμε. Πόσο εαυτό χάνουμε όσο σκορπάμε τις επιθυμίες μας σε αγκαλιές που δεν ανοίγουν, σε βλέμματα που δε μας κοιτάζουν, σε προσδοκίες που ψάχνουν απελπισμένα για πιθανότητες. Μια φιλία δε συμπληρώνει έναν έρωτα. Αν γίνεις φίλος με αυτόν που θέλεις, στην ουσία δεν είσαι φίλος ποτέ μαζί του. Προσποιείσαι τον φίλο επειδή δεν μπορείς να κάνεις κι αλλιώς -ή τουλάχιστον νομίζεις πως δεν μπορείς αλλιώς.
Το «θέλω» σου έχει γίνει πλέον «χρειάζομαι». Δεν έχεις επιθυμίες αλλά απαιτήσεις, δεν έχεις πια επιλογή μόνο ανάγκη. Όλα ή τίποτα; Μένεις ως φίλος ή φεύγεις ελεύθερος; Ελεύθερος από προοπτικές που εξαρτώνται από κάποιον άλλον. Πόσο εύκολα αποφασίζεις στον έρωτα; Ανάλογα με το πόσο καλά έχεις εκπαιδεύσει τις προσδοκίες σου. Πόσο γρήγορα καταφέρνεις να ζυγιάσεις τα δεδομένα και να επιλέξεις τι είναι καλύτερο; Καλύτερο για ποιον; Για σένα ή για εκείνον; Μα υπάρχει ιδανικό στον έρωτα;
Το ιδανικό του έρωτα είναι το αμοιβαίο. Κι αν δεν υπάρχει, η τραμπάλα γέρνει. Δε θα φτάσεις ποτέ ουρανό αν δεχτείς να παραμείνεις κάτω. Θα έχεις εξυψώσει το ανύπαρκτο, θα ζεις μια πλάνη που θα σε καθηλώνει στο έδαφος. Ρισκάρεις να φύγεις χωρίς να κρατήσεις καμία επαφή; Έτσι, απόλυτος, ασυμβίβαστος, απελευθερωμένος από δεσμεύσεις και προσδοκίες με τη νοοτροπία του: «ή όλα ή τίποτα».
Τι σε γοητεύει περισσότερο; Η καθήλωση ή η απελευθέρωση; Πρέπει να είσαι τρελός να φύγεις όταν σου δίνεται η ευκαιρία να προσπαθήσεις για το «κάτι» κι ας πάρεις μόνο ψίχουλα. Αλλά πιο τρελός είσαι, όταν αυτό το «κάτι» το πετάς κάτω, το πατάς να σβήσει, το κλοτσάς να σ΄αφήσει, το αγνοείς να σε παρατήσει, του γυρνάς την πλάτη, χαιρετάς το ακατόρθωτο, δέχεσαι την απόφαση, αντέχεις τις σκέψεις και φεύγεις ελεύθερος. Και θα πεις: «Μα θα κλοτσήσω τον έρωτα;». Ποιον έρωτα; Αν το συναίσθημα δεν είναι αμοιβαίο, χάρη θα του κάνεις αν φύγεις πρώτος.
Όταν αποχωρείς ενώ είσαι ερωτευμένος, πιάνεται αυτόματα για νίκη. Η νίκη αυτή δεν έχει πουθενά συμβιβασμό, έχει μόνο σεβασμό προς στον εαυτό κι αγγίζει τις λεπτεπίλεπτες χορδές της πληρότητας.