Η πρώτη μέρα στο σχολείο συνδέεται πολλές φορές και με την πρώτη αίσθηση άγχους ενός παιδιού. Το νέο περιβάλλον, ο αποχωρισμός από τη «φωλιά» της οικογένειας είναι ερεθίσματα που δημιουργούν στο παιδί σκέψεις, οι σκέψεις παράγουν συναισθήματα και τα συναισθήματα –ειδικά αν είναι αρνητικά– πιέζουν το παιδί, το οποίο πρέπει να ανταποκριθεί –από την πρώτη κιόλας μέρα του σχολικού έτους– σε συγκεκριμένο πρόγραμμα και συνθήκες καθημερινότητας.
Χρειάζεται, λοιπόν, να υπάρχει σωστή ενημέρωση. Να γνωρίζει το παιδί εξαρχής γιατί θα βρίσκεται στο σχολείο, τι θα κάνει εκεί, και γενικότερα από τη στιγμή που τη μισή του μέρα θα την περνά σε έναν χώρο εκτός σπιτιού, χρειάζεται να νιώθει ασφάλεια, να έχει φροντίδα και να υπάρχει απόλυτη κατανόηση των αναγκών και των επιθυμιών του. Με αυτόν τον τρόπο θα αισθανθεί περισσότερη οικειότητα και θα μπορέσει πιο εύκολα να εκδηλώσει στοιχεία της προσωπικότητάς του.
Σε αυτό το σημείο, ο ρόλος του σχολικού ψυχολόγου ή κοινωνικού λειτουργού κρίνεται απαραίτητος. Από την πρώτη κιόλας μέρα που θα πάει το παιδί στο σχολείο μέχρι το τέλος του σχολικού έτους, ένας ειδικός θα μείνει κοντά του, θα το στηρίζει σε ό,τι χρειάζεται, και με συγκεκριμένες διαδραστικές ενέργειες, θα βοηθήσει στην ένταξη και προσαρμογή του στον νέο χώρο, στην εκμάθηση, όπως και στην εξέλιξη της προσωπικότητάς του, διατηρώντας ένα προσιτό περιβάλλον για το ίδιο το παιδί, σαν να βρίσκεται σπίτι του.
Όταν το παιδί νιώσει οικειότητα θα εκφράσει ευκολότερα τον εαυτό του. Θα αφεθεί και θα παρουσιάσει χαρακτηριστικά γνωρίσματα που ο σχολικός ψυχολόγος θα συλλέξει πλάθοντας ένα προφίλ, και με βάση τη μοναδικότητα αυτού του προφίλ, θα βοηθήσει, ώστε το κάθε παιδί να λάβει την ανάλογη προσοχή πάνω στα ξεχωριστά στοιχεία που έχει έμφυτη ροπή, αναπτύσσοντας εν καιρό δεξιότητες και ταλέντα ξεχωριστά και ιδιαίτερα.
Σκοπός είναι το παιδί μεγαλώνοντας να λάβει τα κατάλληλα ερεθίσματα ώστε ως ενήλικας να γνωρίζει τον εαυτό του, να πατάει γερά στα πόδια του, να ξέρει τι θέλει, να αντεπεξέρχεται στις αδυναμίες του, να εξελίσσει τα δυνατά του σημεία και γενικότερα να γίνει μια αυτόνομη και δυναμική προσωπικότητα με στόχους και όραμα.
Ο σχολικός ψυχολόγος μπορεί να δώσει τις κατάλληλες βάσεις στο παιδί και με απλούς τρόπους προσέγγισης, όπως για παράδειγμα μέσω παιχνιδιού ή δραστηριοτήτων άμεσης αλληλεπίδρασης (εικαστικά, μουσική, τέχνες), να κρατάει επικοινωνία και να προσανατολίζει τυχόν αμφιβολίες και προβληματισμούς του παιδιού σε μια πιο ξεκάθαρη σκέψη και συμπεριφορά που θα στηρίζεται πάντα στη μοναδική προσωπικότητα και την ιδιοσυγκρασία του.
Ο σχολικός ψυχολόγος θα δει αυτό που το παιδί ακόμα ψάχνει να ανακαλύψει, και κρατώντας άμεση επαφή μαζί του θα του προσφέρει συμπαράσταση ώστε να αποφευχθεί η όποια σύγχυση υπάρξει στο μυαλουδάκι του για οποιοδήποτε θέμα μπορεί να προκύψει, εντός ή εκτός σχολείου.
Η οικογένεια παίζει σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη του παιδιού, όμως δεν είναι λίγες οι φορές που γονείς ή γενικότερα άτομα από το οικογενειακό περιβάλλον πιέζουν το παιδί, χωρίς να το κάνουν εσκεμμένα φυσικά, απλώς έχουν κι οι ίδιοι γαλουχηθεί να συμπεριφέρονται με έναν συγκεκριμένο πιεστικό τρόπο, κάτω από συγκεκριμένα δεδομένα συμπεριφοράς, οπότε μεταφέρουν αντίστοιχη συμπεριφορά και στο παιδί.
Ο ψυχολόγος είναι αντικειμενικός και μπορεί να χειριστεί σφαιρικά ό,τι θέμα προκύψει. Αν για παράδειγμα οι γονείς είναι οι ίδιοι νευρωτικοί, αυτόματα θα μεταδώσουν και στο παιδί μια αντίστοιχη συμπεριφορά άγχους, που μπορεί εύκολα να επηρεάσει την επίδοσή του στο σχολείο όπως και να μπλοκάρει κομμάτια της ιδιοσυγκρασίας του. Ως αποτέλεσμα, λοιπόν, σε ένα περιβάλλον πίεσης δεν μπορεί να αναπτυχθεί σωστά κι ελεύθερα καμία προσωπικότητα.
Η παρουσία ψυχολόγου, λοιπόν, στα σχολεία θεωρείται απαραίτητη. Είναι ο κατάλληλος άνθρωπος να διακρίνει, να επισημάνει και να επέμβει σε σημάδια που κρίνει πως θα περιορίσουν την ομαλή εξέλιξη του παιδιού. Θα συζητήσει με το παιδί και θα κατευθύνει τυχόν ατοπήματα, μαθαίνοντάς το να διαχειρίζεται κατάλληλα κάθε μορφής παρεμβολή και να μένει εστιασμένο στα όνειρά του, χωρίς να αστοχεί από τον προορισμό του μεγαλώνοντας.
Το σχολείο είναι καλό να αντιμετωπίζεται ως δεύτερο σπίτι του παιδιού. Να νιώθει εκεί μέσα όλη τη φροντίδα και την αγάπη που θα είχε και στο σπίτι του. Τα πρώτα χρόνια ανάπτυξης είναι τα πιο σημαντικά χρόνια ενός ανθρώπου κι ό,τι ερεθίσματα λαμβάνει το παιδί σε αυτά τα πρώτα χρόνια της ζωής του θα το συνοδεύουν στην πορεία του μετέπειτα.
Πέρα, λοιπόν, από το οικογενειακό περιβάλλον που πρέπει να είναι υποστηρικτικό, ο σχολικός ψυχολόγος είναι εκεί για να καλύψει τυχόν κενά, να αγκαλιάσει κάθε πτυχή του παιδιού –που ακόμα ανακαλύπτει τον εαυτό του–, με απώτερο σκοπό τo κατευθύνει σε ό,τι θα ορίσει να ακολουθήσει αργότερα ως ανεξάρτητος ενήλικας.