Πολλές φορές έχω ψάξει να βρω τα σωστά λόγια για να περιγράψω αυτό που συμβαίνει μεταξύ μας αλλά ομολογώ πως δεν τα καταφέρνω. Είναι κάτι που δεν εξιδανικεύεται ούτε υποβαθμίζεται. Θα μπορούσε να είναι καλύτερο αλλά πάλι δεν είμαι σίγουρη γι’ αυτό. Άλλωστε στη σχέση μας (γιατί όπως και να το κάνουμε μια σχέση είναι και αυτή) υπάρχει ένα φαντασιακό κομμάτι. Η αναμονή και προσμονή για το επόμενο καλοκαίρι που θα ξανασυναντηθούμε. Τρία καλοκαίρια περάσαμε μαζί. Αυτή τη φορά όμως ο ερχομός του χειμώνα ίσως να ‘ναι διαφορετικός.
Όταν σε πρωτογνώρισα όλα φαντάζανε πολύ απλά κι εύκολα μεταξύ μας. Καλοκαιρινό ξεσάλωμα. Ξενύχτια, βόλτες, σεξ. Δεν μας ένοιαζε τίποτα ούτε προσπαθήσαμε να ορίσουμε τι είναι αυτό που νιώθαμε. Ζούσαμε απλά τη στιγμή. Αποχωριστήκαμε με χαμόγελα ανταλλάσσοντας μόνο τηλέφωνα. Ο πρώτος χειμώνας πέρασε χωρίς ούτε μία κλήση ο ένας στον άλλον. Ούτε καν τα τυπικά. Δεν μπορώ να πω ότι δε σκέφτηκα καθόλου να σε πάρω ένα τηλέφωνο αλλά η απόσταση της πράξης από τη σκέψη είναι πολύ μεγάλη. Όσο και η απόσταση μεταξύ μας. Άλλωστε οι ρυθμοί της πόλης έχουν την ικανότητα να θάβουν τους καλοκαιρινούς έρωτες.
Το επόμενο καλοκαίρι είχε φτάσει κι οφείλω να ομολογήσω ότι δε περίμενα να σε συναντήσω. Είχα μάθει από τον φίλο σου ότι βρήκες δουλειά σε ένα άλλο παραθαλάσσιο μέρος. Λίγο πριν τελειώσει το καλοκαίρι επέστρεψες. Δε χάσαμε την ευκαιρία. Είχαμε πολλά να πούμε οι δυο μας κι ακόμα περισσότερα να κάνουμε. Μετά από δύο μέρες αφού αποχωριστήκαμε έλαβα μήνυμα σου στο κινητό. Ήταν τα πιο γλυκά λόγια που θα μπορούσες να μου πεις. Λόγια που πολλά βράδια του χειμώνα μου κρατούσαν συντροφιά και με έκαναν να χαμογελώ.
Η επαφή που είχαμε δε με εμπόδισε να κάνω μια σχέση για περίπου έξι μήνες. Δεν είχε όμως καλή κατάληξη. Τώρα θα μου πεις και ποιο φινάλε μιας σχέσης είναι καλό; Όπως και να ‘χει το καλοκαίρι πλησίαζε δειλά-δειλά και τα σχέδια μου είχαν για φόντο το αστικό τοπίο. Δεν ήθελα να πάω πουθενά. Ήθελα να μείνω στην πόλη. Να επαναπροσδιορίσω τη ζωή μου σε πραγματικές συνθήκες κι όχι απλά μέσα σε ένα καλοκαιρινό ξεσάλωμα.
Τις τελευταίες μέρες του Αυγούστου όμως είπα να ξεκολλήσω για λίγο από το διαμέρισμα. Άδραξα την ευκαιρία να κάνω μερικά μπάνια και να δω και τους φίλους μου. Όπως ήταν φυσικό, ήσουν κι εσύ εκεί. Είχες καταλάβει ότι είχα αλλάξει πολύ. Κι εσύ είχες αλλάξει όμως. Χάρηκα πολύ που σε είδα. Ίσως ενδόμυχα αυτός να ήταν ο λόγος που έφυγα για λίγο απ’ τη πόλη, για να σε δω.
Δεν είχαμε και πολλές επαφές. Μόνο τα τυπικά στα πλαίσια της παρέας. Ένα βράδυ όμως, στα γενέθλια μιας φίλης μας, που είχαμε πιει αρκετά, με πλησίασες και με ρώτησες γιατί σε αποφεύγω. Η απάντηση βγήκε αυτόματα απ’ τα χείλη μου: «γιατί ό,τι κι αν γίνει μεταξύ μας έχει ημερομηνία λήξης. Μόλις πιάσει η πρώτη φθινοπωρινή βροχή θα χαθούμε». Περάσαμε τη νύχτα μαζί μα το επόμενο πρωινό είχα φύγει πριν ξυπνήσεις. Δε σε ξανασυνάντησα. Δεν είπαμε αντίο.
Οι μέρες πέρασαν και γύρισα πίσω, σπίτι μου. Η αλήθεια είναι ότι σε σκέφτομαι συχνά αλλά δε θα το συνεχίσω άλλο. Η τριλογία μας ολοκληρώθηκε, πρέπει να το πάρω απόφαση. Αμ, δε. Πριν δύο μέρες με πήρες τηλέφωνο. Ξαφνιάστηκα. Μόλις απάντησα άκουσα τη φωνή σου να μου λέει: «Θα ερχόμουν να σε δω με τις πρώτες φθινοπωρινές βροχές αλλά έμαθα πως θα αργήσουν. Θα ‘ρθεις αύριο να με πάρεις από το σταθμό;». Δεν μπόρεσα να κρατηθώ με έπιασαν τα γέλια, δε σε πίστευα αλλά κατά βάθος μου άρεσε που αυτοπροσκαλέθηκες.
Το είπες και το έκανες. Έφτασες βράδυ κι έφυγες πριν από λίγες ώρες. Και επανέρχομαι στην αρχική μου σκέψη, γιατί να πρέπει να αποχωριστούμε πάλι, καλοκαιρινέ μου έρωτα;