Είναι ένα μικρό ύπουλο σκοτάδι. Το ‘χεις ξεσκονίσει και το ‘χεις βάλει στη γωνία του, με τη σιγουριά πως δε θα σε ξαναενοχλήσει. Κι αν κάνει να σηκώσει κεφάλι, θα το πατήσεις πάλι κάτω, θα το διαλύσεις. Γιατί είσαι πιο δυνατός απ’ αυτό.
Πράγματι, έχοντας εμπειρία απ’ το παρελθόν, το αναγνωρίζεις αμέσως. Πριν προλάβει να ζωγραφίσει τα πάντα στο πιο σκούρο και κρύο χρώμα, το εντοπίζεις και το σταματάς εγκαίρως. Νιώθεις περηφάνια που ‘σαι πια ένας ώριμος άνθρωπος, συγκροτημένος, που έχει νικήσει τους δαίμονές του.
Κάποιοι εχθροί, όμως, δε δίνουν έντιμα τη μάχη τους. Παραφυλάνε στις σκιές, περιμένοντας τη στιγμή που άθελά σου θα κάνεις το λάθος να φανείς αδύναμος, για να σου επιτεθούν και να σε διαλύσουν.
Κι εκεί που συνεχίζεις την ώριμη, ενήλικη, ζωή σου, συμβαίνει κάτι στραβό. Όχι απαραίτητα σημαντικό. Όμως έχεις αφήσει αφύλακτη την ψυχή σου. Μερικά χιλιοστά είναι αρκετά για εκείνο το σκοτάδι να τρυπώσει. Τρέφεται απ’ το στραβό και μεγαλώνει. Μπορείς, όμως, ακόμη να το καταστείλεις, παρότι έχει καταλάβει αρκετό χώρο στην ψυχή σου κι έχει αρχίσει να επιβάλλει τις δικές του σκέψεις στο μυαλό σου. Εξακολουθείς να το αντικρούεις σθεναρά.
Ένα ακόμα χτύπημα, έστω και μικρό, και πέφτεις. Κάποιοι λένε ότι φταις, γιατί δεν έχει λογική να πέσεις τόσο εύκολα. «Ήσουν περήφανος που έμαθες απ’ τα λάθη του παρελθόντος. Τι συνέβη; Ξεκάθαρα, εσύ το άφησες να συμβεί. Ήξερες τι ερχόταν, το είχες ξαναζήσει. Όφειλες να ‘σαι πιο έτοιμος.»
Κι ακριβώς αυτά τα λόγια για ‘σένα είναι ακόμη ένα πλήγμα. Και κάπως έτσι, βυθίζεσαι ακόμη περισσότερο, και το σκοτάδι καλύπτει τα πάντα. Παίρνει τη μορφή σου και φυλακίζει τον πραγματικό σου –κάποτε δυνατό και φωτεινό– εαυτό στη γωνιά, εκεί που ήλπιζες ότι θα το κρατήσεις. Σε σβήνει αργά, σταθερά και παγερά.
Μερικές φορές, αντιδράς. Πας να ξεσηκωθείς. Αλλά έχει πλημμυρίσει κάθε αυλάκι του μυαλού σου και σε ‘χει μετατρέψει σε μαριονέτα του. Το βλέμμα σου κενό. Όλος σου ο κόσμος ένα μαύρο. Όλα μάταια. Η ύπαρξή σου ανούσια. Τα θετικά περνούν απαρατήρητα κι οποιοδήποτε αρνητικό μετατρέπεται σε ακόμα έναν ογκόλιθο στο τείχος που χτίζει γύρω σου τόσο αριστοτεχνικά το σκοτάδι.
Σε ‘χει κυριεύσει σε τέτοιο βαθμό που απομακρύνεις οποιαδήποτε βοήθεια σου προσφερθεί. Και φυσικά πολύ δύσκολα κάποιος θα αντιληφθεί πως δεν είσαι εσύ που αρνείσαι τη βοήθεια, αλλά το Σκοτάδι (με κεφαλαίο πια, γιατί έχει αποκτήσει υπόσταση, έχει προσωποποιηθεί παίρνοντας τη μορφή σου) που μιλάει αντί για ‘σένα, ορίζοντας τη μοίρα σου.
Μένεις μόνος. Ακόμα ένα βαρίδι στις αλυσίδες σου. Το μόνο χειρότερο που μπορεί να συμβεί πια είναι να σε πείσει ότι δεν αξίζει να ζεις. Το ξέρεις, το ‘χεις σκεφτεί έστω και φευγαλέα πώς θα ήταν ο κόσμος χωρίς εσένα. Μπορεί να ήταν καλύτερος. Μπορεί κι απλώς να συνέχιζε χωρίς καμία διαφορά. «Γιατί είσαι τόσο ασήμαντος» σου λέει.
Και κάπου εκεί μια αχτίδα. Κάποιος σε χρειάζεται! Κάποιος θα πληγωθεί, αν σε χάσει! Κάποιος δε θα ‘χει ποτέ του την ευκαιρία να σε γνωρίσει και να του προσφέρεις τη βοήθειά σου. Γιατί σίγουρα κάποιον, κάπου, μπορείς να τον βοηθήσεις. Κάτι έχεις να προσφέρεις. Κάτι έχεις να δημιουργήσεις. Σε κάτι ξεκίνησες να εξελίσσεσαι. Πώς θα μείνει ημιτελές;
Κάποιος εμφανίζεται κι επιμένει να σε βοηθήσει να γκρεμίσεις το τείχος, γιατί σε ξέρει, καταλαβαίνει τι περνάς, ξέρει τι αξίζεις και δεν έχει σκοπό να σ’ αφήσει. Είναι εκεί να σου θυμίσει ότι αυτή τη μάχη την έχεις ξαναδώσει και βγήκες νικητής.
Ίσως πάλι εσύ ο ίδιος βλέπεις την αχτίδα κι αποφασίζεις να ζητήσεις βοήθεια για να ξαναβγείς στο φως. Ή μόνος σου κάποια στιγμή, τυχαία, ανακαλύπτεις μια ρωγμή στο τείχος, απ’ όπου βλέπεις ξανά την ομορφιά που υπάρχει έξω και ξυπνάς απ’ τον λήθαργο. Βρίσκεις το αδύναμο σημείο του κακού και το πολεμάς, όπως έχεις ξανακάνει στο παρελθόν.
Ό,τι απ’ όλα αυτά κι αν συμβαίνει, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: γεμίζεις φως. Αχτίδα-αχτίδα γίνεσαι ήλιος κι εξολοθρεύεις το σκοτάδι. Έχεις νικήσει! Κι αν είναι η πρώτη φορά, νιώθεις δυνατός. Αν είναι η δεύτερη ή παραπάνω, νιώθεις λίγο πιο σοφός κι έτοιμος για την επόμενη. Γιατί δε θα σου πω ψέματα, θα υπάρξει κι άλλη φορά. Όμως θα ξανανικήσεις. Κάθε φορά πιο γρήγορα και πιο δυναμικά. Τώρα ζήσε!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη