Αν ήταν ήχος θα ήταν σίγουρα μια φθινοπωρινή βροχή, από αυτές που βλέπεις τυλιγμένος σε κάποιο πάπλωμα τις Κυριακές, με μια τεράστια κούπα ελληνικό στο χέρι. Ξέρεις, λένε, πως η βροχή είναι η ίδια βροχή, όποια εποχή κι αν την πετύχεις. Μα εγώ πιστεύω πως οι βροχές του φθινοπώρου, κρύβουν μέσα τους μια ολόκληρη φιλοσοφία. Έχουν χαρακτήρα αυτές οι βροχές, είναι λίγο-πολύ σαν να επέλεξαν οι ίδιες το χώρο και το χρόνο τους για να πρωταγωνιστήσουν όταν εκείνες το επιλέξουν.

Καμιά φορά τις συναντάς μέσα σε ανθρώπους κι εκεί είναι που βρίσκουν την πραγματική τους ουσία. Ξέρεις, οι άνθρωποι που κουβαλούν μέσα τους το φθινόπωρο, έχουν αυτή την ακατάληκτη μελαγχολία στο βλέμμα, που το κάνει πότε-πότε να χάνεται λίγο χαμηλωμένο στις δικές του σκέψεις και πότε να σε καρφώνει διαπεραστικά, λες και καταφέρνει να διαβάσει μέχρι το πιο σκοτεινό σου υποσυνείδητο.

Είναι φιλοσοφία ζωής η μελαγχολία κι αυτοί οι άνθρωποι έχουν επιλέξει συνειδητά να την ακολουθήσουν. Κι αν οι πολλοί τους πουν μίζερους ή καταθλιπτικούς, ξέρουν καλά το πόσο απέχουν από μια χλιαρή κι αδιάφορη θλίψη. Γιατί η μελαγχολία είναι απλά μια οπτική γωνία που εστιάζει στη συγκίνηση που σου προκαλεί ένα ερέθισμα. Είναι σαν την τζαζ. Κουβαλάει μέσα της όλη τη συγκίνηση και τη μελαγχολία κάποιου έρωτα που έμεινε στα μισά μα κάθε φορά που θα ακούσεις το σαξόφωνο να χορεύει πάνω στις νότες, ασυναίσθητα θα χαμογελάσεις.

Κάπως έτσι κι εκείνοι, ψάχνουν την ουσία με τον ιδιαίτερο δικό τους τρόπο. Αναζητούν την ευαισθησία που χάθηκε κάπου μέσα σε υπολογιστές και μαύρα μονότονα παπούτσια. Κι αν το σκεφτείς κι εγώ κι εσύ κι όλοι μας κρύβουμε μέσα μας μια μελαγχολία, που καμιά φορά βγάζουμε οι ίδιοι στην επιφάνεια. Σαν να έχουμε ανάγκη να νιώσουμε στο σώμα μας μια γνήσια κι ειλικρινή συγκίνηση.

Δεν είναι ότι θα κλάψεις ή θα λυπηθείς, δε σημαίνει καν ότι θα στεναχωρηθείς για κάτι που κάποτε ή ίσως και τώρα, σου συνέβη. Είναι απλά μια νότα που της λείπει η εύθυμη χροιά ενός ματζόρε μα καμιά φορά αυτό είναι που κάνει ένα τραγούδι απλά συγκλονιστικό.

Έχεις δει ποτέ σου μίμο; Είναι εκείνοι οι τύποι με τα λευκά πρόσωπα και τα ζωγραφισμένα δάκρια στα μάτια, εκείνοι οι τύποι που σε κάνουν να γελάς και γελάνε κι αυτοί με τη σειρά τους, με ένα τεράστιο υπέροχο χαμόγελο. Δεν είσαι ποτέ σίγουρος αν αυτοί οι άνθρωποι είναι ευτυχισμένοι ή απόλυτα αυτοκτονικοί.

Δεν είσαι ποτέ κατασταλαγμένος αν χαμογελάνε ή λυπούνται, γιατί πάντα συνυπάρχουν αυτά τα δύο συναισθήματα στο πρόσωπό τους. Κάπως έτσι κι εκείνοι, οι άνθρωποι που έχουν κάτι από φθινόπωρο, κάτι από τζαζ και το πρόσωπο ενός μίμου, σε κάνουν να γελάς μα να κρατάς πάντα μια συγκίνηση στην άκρη των ματιών σου.

Άλλωστε τι είναι η ζωή χωρίς την κωμικοτραγική τροπή των γεγονότων που διαρκώς αλλάζει; Θα ήταν κάτι σαν προφιτερόλ χωρίς σοκολάτα. Απλά βαρετή και μισοτελειωμένη.

Κι αν ποτέ συναντήσετε ένα μίμο στο δρόμο σας, χαμογελάστε του. Ίσως σας ανταποδώσει κι εκείνος ένα χαμόγελο γεμάτο μινόρε ενός σαξόφωνου. Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να ακούσετε προσεκτικά τη μουσική. Είναι πανέμορφη, όπως κι εκείνοι.

 

Επιμέλεια Κειμένου Γιοβάννας Κοντονικολάου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Γιοβάννα Κοντονικολάου