Είναι αυτή η ψυχαναγκαστική αισιοδοξία που πιάνει τους ανθρώπους με το που το ρολόι χτυπήσει δώδεκα κάθε 31 Δεκεμβρίου.
Ο απολογισμός της προηγούμενης χρονιάς που μετράει σπασμένα και λάθη, που σε φτάνει στα όρια της κατάθλιψης με μια περίλυπη φράση στην άκρη της γλώσσας, «κάθε πέρυσι και καλύτερα», ακολουθείται από μια ανάγκη για την θέση νέων στόχων και προοπτικών.
Από αύριο θα κόψω το τσιγάρο, το ντελίβερι, θα αρχίσω ζούμπα ταγκό και τρέξιμο.
Θα τρώω ψάρι δυο φορές την εβδομάδα, θα παίρνω πιο συχνά τη γιαγιά μου τηλέφωνο, θα πάω στην πορεία, θα ξεκινήσω κινέζικα.
Δε θα τον ξαναπάρω τηλέφωνο, θα περάσω όλα τα χρωστούμενα μαθήματα, θα γίνω η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου.
Είναι τα λεγόμενα μικρά λευκά ψέματα που λέμε στους εαυτούς μας, μικρές ή μεγαλύτερες λίστες από πράγματα που χρόνο με το χρόνο αναβάλλουμε για κάθε πρώτη της χρονιάς.
Είναι ίσως που ο άνθρωπος δεν μπορεί να δεχτεί για μια και μόνο μέρα, την μοιρολατρία που τον δέρνει για όλο το υπόλοιπο του έτους. Δυο μήνες μετά θα βρει καλοσιδερωμένες δικαιολογίες για να αφήσει έναν έναν τους στόχους του να γίνουν μια ιδέα που ίσως κάτι καλό είχε να πει, μα δεν το είπε ποτέ.
Είναι σαν το «από Δευτέρα δίαιτα», το πιο διαδεδομένο ψέμα ανα τον κόσμο, ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες, που χάνεται στη γοητεία ενός ακόμα κουραμπιέ. Δεν είναι ότι δεν έχεις τη θέληση, κάθε άλλο, εκείνη την στιγμή νιώθεις ότι παίρνεις μια καθοριστική και πολύ σημαντική απόφαση, είσαι περήφανος και αισιόδοξος.
Καλά όλα αυτά, αλλά η τρύπα στο σενάριο έγκειται σε μια και μόνο λεξούλα, μόλις πέντε γραμμάτων, με τεράστια όμως δύναμη και σημασία.
Είναι η λέξη «αύριο».
Είναι αυτή η μικρή αιωνιότητα αναβολής που νομίζεις πως μπορείς να χωρέσεις σε ένα ημερολόγιο, μα ποτέ δεν τα καταφέρνεις.
Γιατί κακά τα ψέματα, όταν θέλεις να κάνεις κάτι, όταν πραγματικά το θέλεις, δεν περιμένεις κανένα αύριο. Δεν έχεις άλλη επιλογή απ’ το να γίνει τώρα κι αν όχι τώρα, το αμέσως επόμενο δευτερόλεπτο.
Γιατί κάθε αριθμός που φέρει την ταυτότητα του ένα, του πρώτου, δίνει και την ψευδαίσθηση της επανεκκίνησης. Τα κοντέρ μηδενίζουν κι εσύ είσαι και πάλι σε μια πλασματική αρχή, που αν το θες, μπορεί να γίνει η δική σου προσωπική αφετηρία.
Εγώ δεν πιστεύω στους στόχους που κάνεις λίγο πριν τσουγκρίσεις τα ποτήρια, πιστεύω στα όνειρα, αυτά που δε λες σε κανέναν ή σε έναν και μόνο με φόβο ψυχής, πιστεύω στην παρόρμηση και το ανεπιτήδευτο τώρα.
Κάθε τι άλλο, μοιάζει σαν το καλοστρωμένο πρωτοχρονιάτικο τραπέζι. Είναι όμορφο και το ζητάς, μα μετά από λίγο καιρό σε ενοχλεί όλη αυτή η φασαρία πραγμάτων, γεύσεων και αρωμάτων.
Γιατί εν τέλει το μυστικό δεν είναι πόσες λίστες θα κάνεις την πρώτη του μηνός, μα πόσα χαμόγελα θα μετράς λίγο πριν την αντίστροφη μέτρηση.
Και του χρόνου.