Ένα σύνολο πολλών ατόμων με κοινό στόχο, μας είχαν μάθει στο σχολείο. Πόσο απλό το είχαν παρουσιάσει, τόσο που έμοιαζε να κατακτιέται με μία και μόνο πρόταση. Κανείς όμως δε σου είχε πει πως ομάδα σημαίνει να σπάνε τα νεύρα σου, να εμπλέκεσαι συναισθηματικά και σωματικά. Να σε νοιάζει.
Ομάδα είναι να κλαις μέσα στην αγκαλιά του άλλου και να μην ξέρεις καν το γιατί. Να μπορείς να αναγνωρίσεις τον άλλον απ’ τη μυρωδιά ή το περπάτημά του. Να ξέρεις ποια είναι η θέση κι η τσάντα του, σαν να είναι τα δικά σου πράγματα. Κι αυτό να είναι οκ. Να είναι πραγματικά οκ να μπορείς να δείξεις ποιος είσαι, χωρίς να χρειάζεται καν να προσπαθήσεις.
Ομάδα είναι να μπορείς να πεις στον άλλο «Σκάσε», απλά και μόνο για να μπορέσει να ξεκολλήσει από μια εγωιστική του συμπεριφορά, που πιθανόν να μην αντιλαμβάνεται καν. Είναι να μην έχεις περιττές ευγένειες και δηθενιές που χρησιμοποιείς για να συνεννοηθείς στον έξω κόσμο. Γιατί πολύ απλά σε μια ομάδα, δε χρειάζεται.
Δε χρειάζεται να είσαι υπερευγενικός και να ανέχεσαι συμπεριφορές που μέσα σου σε τρώνε. Δε χρειάζεται να καταπιέζεσαι να μη μιλήσεις ή να μη δράσεις και σχεδόν χρειάζεται το αντίθετο. Για να προχωρήσει η συνεργασία, να πάει μπροστά η ομάδα. Όχι εσύ, ούτε εγώ, μα ούτε κι ο τάδε. Για να προχωρήσει το σύνολο.
Το οποίο σύνολο ποτέ μα ποτέ δε λειτουργεί με μεμονωμένες τακτικές και συμπεριφορές. Τότε δεν είναι ακριβώς ομάδα, μα μια ομάδα ατόμων που ακολουθούν κάποιον αρχηγό. Που κάποιου η γνώμη μετράει περισσότερο κι είτε επειδή μπορεί να επιβληθεί, είτε επειδή ξέρει πώς να χειραγωγεί, βγαίνει μπροστά κι αποκτάει ακολούθους. Που κι αυτό συμβαίνει και θα συνεχίσει, γιατί άνθρωποι είμαστε και έχουμε την τάση να ηγούμαστε και να βγαίνουμε μπροστά. Μέχρι να βρεθεί κάποιος, που θα μας πει «Ξεκόλλα».
Κι αυτό το πράγμα είναι κύκλος στις ομάδες, με άτομα που βγάζουν τον καλύτερό τους εαυτό και προσφέρουν τις δεξιότητές τους για το καλό του συνόλου. Παίρνεις τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά, τις πιο ευδιάκριτες ικανότητες του καθενός κι αντί να τις πνίγεις για να φανείς καλύτερος, τις χρησιμοποιείς και τις ενισχύεις, γιατί πολύ απλά ξέρεις. Ξέρεις πως αν κάποιος τρέχει πιο γρήγορα, ή έχει καλύτερη φωνή, ή πολύ απλά μπορεί να έρχεται στην ώρα του, σημαίνει πως η ομάδα τρέχει πιο γρήγορα ή έχει καλύτερη φωνή κλπ. Σημαίνει πως το πλεονέκτημα του ενός είναι πλεονέκτημα του συνόλου.
Αντίστοιχα το μειονέκτημα του ενός, μετριάζεται και σχεδόν εξαφανίζεται, αν η ομάδα είναι πρόθυμη να το καλύψει με στοιχεία που ίσως σε κάποιους εμφανίζονται σε αντίθεση με κάποιους άλλους. Κι εκεί είναι η μαγεία. Όλες οι δυνάμεις συσσωρεύονται σε μία συνισταμένη, που σε αντίθεση με τους νόμους της φυσικής, το αποτέλεσμα δε βγάζει ποτέ μηδέν.
Είναι εκεί που νιώθεις ασφάλεια, που πηγαίνεις και το σώμα σου νομίζει ότι γύρισες σπίτι. Είναι εκεί που θα περπατήσεις ξυπόλυτος, γιατί πολύ απλά εμπιστεύεσαι μέχρι και το πάτωμα, που θα φτιάξεις το σπασμένο παράθυρο γιατί το ίδιο θα έκανες και στον δικό σου χώρο. Είναι εκεί που θα είσαι ακόμα κι όταν δε θέλεις, ίσως πολύ περισσότερο τότε. Όταν όλες σου οι δυνάμες σου φωνάζουν πως δεν αντέχεις άλλο, μα κάτι που δεν μπορεί να ονοματιστεί, σε σηκώνει απ’ τον καναπέ και σε οδηγεί και πάλι στο ίδιο σημείο.
Είναι οικογένεια η ομάδα, μια οικογένεια που εσύ διάλεξες και δεν ήξερες καν ότι χρειάζεσαι τόσο. Είναι μια μικρογραφία της κοινωνίας με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Έχει κι εκείνον που φωνάζει πολύ, έχει και τον άλλον που θα φέρνει φρούτα για να μην πεινάσει κανένας. Μα κι οι δύο, αν λείψουν, χάνεται ένα κύτταρο, χάνεται ένα χαρακτηριστικό, σαν ένα πρόσωπο που ξαφνικά του αφαιρείς το ένα μάτι.
Σε γνωρίζουν με τον εαυτό σου οι ομάδες, σε κάνουν να καταλάβεις πως ο άνθρωπος μόνος του, δεν μπορεί να πετύχει όλα όσα θέλει. Μα μαζί με άλλους, πραγματικά μαζί, μπορεί να καταφέρεις κι αυτά που ποτέ δεν είχε φανταστεί ότι μπορεί. Και το μαζί, όσο δύσκολο κι αν είναι, είναι πάντα ένα βήμα παραπέρα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη