Δεν κατάλαβα ποτέ ποια ήταν εκείνη η στιγμή της ιστορίας που αποφασίστηκε πως το θράσος κρύβει μέσα του την αρνητική έννοια της λέξης «θάρρος». Αποφασίστηκε δηλαδή, με κάποια κοινωνικά αποδεκτή μονάδα μέτρησης, πως μπορείς να είσαι, ας πούμε, γενναίος, μέχρι ενός σημείου κι από κει και πέρα γίνεσαι θρασύς.
Για κάποιο λόγο επίσης ανεξήγητο, πάντα όταν λες τη λέξη θρασύς, σου βγαίνει να κολλήσεις από δίπλα και την λέξη «αυθάδης». Άρα με λίγα λόγια, το θράσος κι η αγένεια είναι λίγο-πολύ συνυφασμένα. Πρέπει να σέβεσαι τις ελευθερίες του άλλου, λέει η κοινωνία. Να έχεις αντίληψη της θέσης σου στο σύνολο, το στάτους που κατέχεις, το περιβάλλον που βρίσκεσαι, το timing, λέει όλος ο καλός ο κόσμος. Να πηγαίνεις μέχρι εκεί που σε παίρνει, λέγανε οι παλιοί.
Μαλακίες, τόσο μεγάλες σαν την Πελοπόννησο. Κι αν κάποιοι παλιοί, βγάλανε όλους αυτούς τους κοινωνικούς περιορισμούς, ήταν γιατί ήταν αδύναμοι να διεκδικήσουν πέντε βασικές αξίες για την ποιότητα της ζωής τους, οπότε απλά δημιούργησαν μια γενικότερα πιο αδύναμη και δειλή κοινωνία.
Μα ξέρεις κανέναν που προχώρησε, που έκανε κάτι πραγματικά τεράστιο κι άλλαξε τον κόσμο, πηγαίνοντας μπουσουλώντας και ζητώντας κάθε μέτρο και μια συγγνώμη; Δηλαδή όταν κατηγορούσαν τον Αϊνστάιν για άκρατη χρήση της επιστήμης, για πολιτική προπαγάνδα και σε ακραίες περιπτώσεις μέχρι και για εθνική προδοσία, έπρεπε να πει συγγνώμη παιδιά, αν δε σας πειράζει έχω να αλλάξω τον ρου της ιστορίας της φυσικής;
Το θράσος εκτός από γόνιμο, είναι μια κινητήριος δύναμη, ίσως η βασικότερη αν θες να αλλάξεις κάτι ριζοσπαστικά. Υποδηλώνει ότι πιστεύεις σε κάτι πολύ περισσότερο απ’ όσο του αξίζει ή απ’ όσο η κοινή γνώμη θεωρεί πως χρειάζεται. Κι αυτός είναι κι ο κύριος λόγος που έχεις πολλές πιθανότητες να το κάνεις πραγματικότητα. Ανεξάρτητα απ’ το κίνητρο και την ηθική του πράγματος, αν μιλήσουμε καθαρά για το κομμάτι της επίτευξης στόχων, το θράσος είναι κάτι σαν το αλάτι στις πατάτες. Χωρίς αυτό, είναι απλά μια βραστή μαλακία.
Έστω όμως πως παίρνουμε την περίπτωση πως όλη αυτή η ένταση κι η «αυθάδεια» δεν προκύπτει από σένα και συμμορφώνεσαι σαν καλό ρομπότ με το κοινωνικό γίγνεσθαι. Τι γίνεται όταν ο άλλος -όπου άλλος βάλε όποιο όνομα σου κάθεται καλύτερα-, σου επιβάλει το θράσος του ως επίδειξη δύναμης κι ισχύος; Στο θράσος απαντάς με θράσος. Κι αυτό όχι γιατί θέλεις με κάποιο τρόπο να εκδικηθείς για την ανάρμοστη ηθικά συμπεριφορά του μα γιατί το θράσος είναι ξένη γλώσσα. Αν δεν τη μιλήσεις, δε θα επικοινωνήσεις με αυτόν που τη χρησιμοποιεί.
Σε μια εποχή άλλωστε που ο ένας τρώει τη σάρκα του άλλου για να επιβιώσει κοινωνικά ή μη, είναι ουτοπικό να πιστεύεις πως θα σε σώσουν αγαθοί τρόποι που μυρίζουν βανίλια. Αλλά η λογική είναι απλή και πάει κάπως έτσι. Καμία συμπεριφορά δεν αξίζει να είναι κατακριτέα, αν έχει συμπαγή λόγο ύπαρξης.
Δεν μπορείς να είσαι γλυκούλης και σεμνός μια ζωή απλά και μόνο επειδή θα είσαι πιο συμπαθητικός. Αυτό είναι ξεκάθαρη καταπίεση των προσωπικών σου επιθυμιών, αλλά και απόλυτη σίγαση της φωνής σου. Και κανενός η φωνή δεν αξίζει να ακούγεται περισσότερο, επειδή έτυχε να κάτσει σε μια καρέκλα πιο ψηλή απ’ τη δική σου.
Άλλωστε μην ξεχνάς, κι αυτός για να φτάσει σε αυτήν την καρέκλα, κάποια στιγμή πίστεψε και διεκδίκησε κάτι που ο υπόλοιπος κόσμος το θεωρούσε υπερβολικό κι εκτός πραγματικότητας.
Μα αν είναι κάποιοι να αλλάξουνε τον κόσμο, αυτοί ήταν είναι και θα είναι πάντα, οι τρελοί κι οι απελπισμένοι, που ποτέ δεν τους έλειψε το θράσος.
Επιμέλεια Κειμένου Γιοβάνας Κοντονικολάου: Πωλίνα Πανέρη