Το «για πάντα» είναι μεγάλη έννοια για να την ξεστομίζουμε αβίαστα. Οι υποσχέσεις και τα λόγια μας έρχονται πολύ πιο μπροστά απ’ τις πράξεις μας, για να γνωρίζουμε πως θα μπορούμε στο μέλλον να πραγματοποιήσουμε όλα αυτά που λέμε στο παρόν. Όλοι θα θέλαμε να πιστέψουμε στο άπειρο, πως οι ανθρώπινες σχέσεις μπορούν να κρατήσουν μια ζωή. Να πιστέψουμε πως το «για πάντα» που νιώσαμε κι υποσχεθήκαμε ήταν αληθινό.
Η οικογένεια κι οι φίλοι ήταν βράχοι που στηριχθήκαμε στις πιο σκοτεινές μας ώρες, στις τρεμάμενες γέφυρες που γκρεμίζονταν με εμάς θεατές, να παρακολουθούμε με δεμένα χέρια. Ήταν εκεί για να μας πιέζουν να σηκωθούμε, να κάνουμε υπομονή, να αντέξουμε, γιατί θα έρχονταν καλύτερες μέρες.
Φιλία∙ λέξη ιερή, άνθρωποι δικοί μας, λίγοι και μετρημένοι στα δάκτυλα ενός χεριού. «Θα είμαστε για πάντα μαζί, ό,τι και να γίνει θα είμαι στο πλευρό σου», «Δε θα χαθούμε». Για κάποιες φιλίες, γυρνώντας λίγο πίσω, κατανοούμε ότι προσπαθήσαμε πραγματικά και παλέψαμε για να τις κρατήσουμε γερές στο πέρασμα των χρόνων. Γελάσαμε, κλάψαμε, μεγαλώσαμε, δώσαμε τον εαυτό μας ολοκληρωτικά και πιστέψαμε πως θα κρατούσαν για πάντα.
Γνωρίζαμε τους χαρακτήρες μας με κάθε λεπτομέρεια, μυστικά, εξάλλου, δε χωρούσαν μεταξύ μας. Μιλούσαμε με ματιές, ήμασταν ο ψυχολόγος ο ένας του άλλου κι αγαπούσαμε το κάθε ελάττωμά μας. Κατανοούσαμε την κάθε χαζομάρα και ξεροκεφαλιά που είχαμε στο μυαλό κι ήμασταν συνεχώς μαζί, δεμένοι, να υποστηρίζουμε ο ένας τον άλλον όταν τα κάναμε θάλασσα και θέλαμε βοήθεια, παρ’ όλο που το ξέραμε πως θα κατέληγαν πάλι έτσι τα γεγονότα.
Δώσαμε υποσχέσεις να δούμε ο ένας τον άλλον στο μέλλον να αποφοιτά απ’ το πανεπιστήμιο, να κάνουμε παρέα εμείς και τα παιδιά μας που ίσως θα έχουμε, να κάνουμε παρέα μέχρι να γεράσουμε, να είμαστε μαζί στα άσχημα και στα ωραία κρατώντας το χέρι του άλλου με υπερηφάνεια. Ζητήσαμε συγγνώμες, λύσαμε παρεξηγήσεις. Πάντα μαζί, στις πιο περίεργες εμπειρίες σκουπίζαμε δάκρυα λύπης ή ασταμάτητων γέλιων.
Στον μικρό αυτό κύκλο, όμως, η μαγεία του «για πάντα» ίσως να μην κρατάει τόσο πολύ. Μπορεί να έγιναν αρκετές υποχωρήσεις, όμως ούτε αυτές φάνηκαν αρκετές. Δε σημαίνει απαραίτητα πως η φιλία ήταν ψεύτικη. Μεγαλώνοντας, αλλάζουμε ως άνθρωποι, αλλάζουν κι οι επιθυμίες μας, οι ιδιοτροπίες μας. Το γλειφιτζούρι του «δεν πειράζει» κάποτε τελειώνει, τα «δεν πειράζει» μας πειράζουν τελικά κι όλα τα αθώα φαίνονται βαρετά κι ανεπιθύμητα.
Χανόμαστε στο πέρασμα των χρόνων. Χάνουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, πώς να κρατήσουμε, να σώσουμε ό,τι έχουμε κτισμένο γύρω μας; Χανόμαστε στην πίεση της ημέρας, στη ρουτίνα της καθημερινότητας. Στην πορεία τα ενδιαφέροντά μας αλλάζουν κι αλλάζουμε ολοκληρωτικά εμείς, με κατεύθυνση ένα μονόδρομο. Το γυαλί ραγίζει και δεν έχει επιστροφή στην αρχική του μορφή, όσο κι αν αυτό επιθυμούμε.
Κάποιους φίλους που ονομάσαμε «οικογένεια», πάντα θα τους κουβαλάμε σαν ένα κομμάτι του εαυτού μας, όσα χρόνια κι αν περάσουν κι ό,τι κι αν άλλαξε μεταξύ μας θα τους αγαπάμε. Χαθήκαμε, αλλά ξέρουμε ότι τα μάτια μας γνωρίζουν πολύ περισσότερα για όσα περάσαμε μαζί κι αυτό είναι κάτι που δεν αλλάζει. Τα χαμόγελά μας κι η πιο πιστή φωτογραφική μηχανή μας, το μυαλό μας, τα θυμάται όλα και τα κρατά ανέγγιχτα στο χρόνο.
Ό,τι και να έγινε, όποιο εμπόδιο και να μπήκε στη μέση, ευχόμαστε σε όλους τα καλύτερα. Πόσο ευγνώμονες πρέπει να είμαστε, τελικά, για όλα αυτά τα δευτερόλεπτα που ζούμε στο πλάι φίλων μας. Δεν ξεχνάμε όσους κάποτε μοιραστήκαμε γέλια και συγκινήσεις, γιατί όλη μας η ζωή είναι στιγμές. Ο χρόνος τρέχει κι οι άνθρωποι αλλάζουν και χάνονται. Οι αναμνήσεις, όμως, ποτέ.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη