Η μέρα έχει 24 ώρες, ο χρόνος έχει 365 μέρες και πάει λέγοντας. Όλη η ζωή μας είναι χρόνος, ένα διαρκές μέτρημα.

Κάθε μέρα υπολογίζουμε πόσες ώρες θα δουλέψουμε, πόση ώρα θα κοιμηθούμε, τι ώρα θα φάμε, πόση ώρα θα μας πάρει να πάμε απ’ το ένα μέρος στο άλλο.
Όλα αυτά έχουν και τα διαστήματα αναμονής. Έχετε αναλογιστεί ποτέ πόσο χρόνο χάνουμε περιμένοντας; Σε κάποιες περιπτώσεις, η αναμονή είναι αναπόφευκτη, σε κάποιες άλλες όχι.

Το σίγουρο είναι πως τα νεύρα μας τεντώνονται επικίνδυνα όταν διαπιστώσουμε πως άδικα περιμέναμε για κάτι.

Περιμένοντας στη στάση το λεωφορείο. Αυτός θα μπορούσε να ‘ναι ο τίτλος μιας πονεμένης καθημερινής ιστορίας. Το ότι το λεωφορείο θα έρθει την ώρα που θα ανάψει το τσιγάρο κάποιος, απλώς επιδεινώνει την κατάσταση. Ένα δεκάλεπτο τη μέρα να χάνουμε περιμένοντάς το είναι από μόνο του αξιοσέβαστο κομμάτι χαμένου χρόνου.

Περιμένουμε το νερό να ζεσταθεί για να κάνουμε μπάνιο, ν’ αρχίσει η αγαπημένη μας ταινία στην τηλεόραση, τ’ αποτελέσματα του αγώνα πρόκρισης στο champions league, το φαγητό να ζεσταθεί, τις πίτσες να έρθουν, πότε θα μας χτυπήσει ο έρωτας την πόρτα, πότε θα έρθει το καλοκαίρι για να πάρουμε άδεια.

Η αναμονή γι’ όλα τα παραπάνω είναι η ανώδυνη αναμονή στα πλαίσια της καθημερινής ρουτίνας μας. Χάνουμε λίγο χρόνο από ‘δω, λίγο από ‘κει και δε χάλασε ο κόσμος. Είναι μια συνήθεια.
Υπάρχει όμως κι η άλλη αναμονή, η αναμονή που σκοτώνει, αυτή που κάνει τα δευτερόλεπτα να μοιάζουν μέρες και τα λεπτά χρόνια.

«Θα σε πάρω αύριο τηλέφωνο να κανονίσουμε να βγούμε» είπε ο ευσεβής σου πόθος. Και το αύριο φτάνει κι η συνέχεια είναι γνωστή σ’ όλους.

Ανά δύο λεπτά το βλέμμα καρφώνεται στο τηλέφωνο, εκείνη τη μέρα θα θυμηθούν να τηλεφωνήσουν ακόμη και τα μακρινά ξαδέρφια από τον Καναδά, δεν κανονίζεται τίποτε άλλο για το επόμενο σαρανταοχτάωρο, η καρδιά χορεύει μάμπο και το στομάχι κόμπος ναυτικός.

Το μεσημέρι περνάει κι εκεί αρχίζουν τα παράλογα του τύπου «να δεις που κάτι έπαθε το κινητό μου». Μέχρι επιτέλους να τηλεφωνήσει, η αναμονή μας κάνει κουρέλια.

«Θα σας ειδοποιήσουμε σε δυο μέρες αν τελικά πήρατε τη δουλειά.» Πως θα περάσουν αυτές οι δυο μέρες κανείς δεν ξέρει. Σκέψεις ανακατεμένες και σκόρπιες, από τι θα αγοράσεις με τον πρώτο μισθό μέχρι τι ώρα θα πας στον Ο.Α.Ε.Δ. για ανανέωση της κάρτας ανεργίας.

Το ίδιο συμβαίνει και για την έγκριση των μεταπτυχιακών, την προαγωγή, την απόλυση, τ’ αποτελέσματα των εξετάσεων.

Το χειρότερο είδος αναμονής, βέβαια, είναι η αναμονή για θέματα υγείας. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις παγώνει ο χρόνος κι εύχεσαι και προσεύχεσαι να πάνε όλα καλά.

Γενικά, η αναμονή για κάτι που θέλουμε πολύ είναι αυτή που μας αποτελειώνει, γιατί η αγωνία της απόκτησής του είναι τόσο μεγάλη που μας κάνει ανυπόμονους.

Το ζητούμενο σε κάθε περίσταση είναι να μη χάνεται τελικά χρόνος. Αν αξίζει η αναμονή και το αποτέλεσμά μας δικαιώσει, τότε χαλάλι και καλώς φάγαμε τόση ταλαιπωρία.

Αν όμως τ’ αποτέλεσμα το ξέρουμε απ’ την αρχή, τότε πράττουμε κάκιστα όταν αναμένουμε.

Τι θέλω να πω;

Γιατί να περιμένεις άσκοπα έναν άνθρωπο που κατά βάθος ξέρεις πως το μόνο που κάνει είναι να σε πονάει;

Γιατί να περιμένεις ν’ αλλάξουν τα πράγματα σε μια φιλία που έχει τελειώσει εδώ και καιρό; Γιατί να περιμένεις μήπως κι αλλάξουν τα πράγματα στη δουλειά σου και χάνεις άλλες ευκαιρίες; Γιατί να περιμένεις από τους άλλους να σου καθορίσουν το μέλλον και δεν το κάνεις εσύ;

Στις καταστάσεις που περνάει από το χέρι μας, καλό θα ‘ταν να σκοτώναμε την αναμονή πριν μας σκοτώσει αυτή.

Ακόμη και τα ελάχιστα δευτερόλεπτα, πολλές φορές, είναι πολύτιμα.

Συντάκτης: Σταυρούλα Φωτιάδου