«Άκου λίγο, θέλω να στο διαβάσω πριν το στείλω. Σε θέλω σοβαρό. Μη κάνεις αυτή τη γκριμάτσα. Με παρακολουθείς;

«Λένε πως δυο άνθρωποι για να είναι μαζί, πρέπει να τηρούνται κάποιες προϋποθέσεις. Όταν λέω μαζί, εννοώ μαζί-μαζί, οι δύο σε σάρκα μία.

Οι προϋποθέσεις αυτές είναι η εμπιστοσύνη, η υπομονή, η ασφάλεια, οι υποχωρήσεις, τα κοινά σημεία, η κοινή τρέλα κι όλες οι άλλες αξίες κι αρετές.

Όλα αυτά, όμως, θέλουν και το αλατοπίπερο τους, για να έχουν γεύση κι άρωμα».

Σε μπερδεύω όπως τα λέω; Συνεχίζω.

«Ποιο είναι το αλατοπίπερο; Είναι η γλώσσα που μόνο το ίδιο το ζευγάρι καταλαβαίνει. Τα βλέμματα που ανταλλάσουν μέσα σε πολλούς ανθρώπους για να συνεννοηθούν, τα αστεία με τα οποία μόνο αυτοί οι δυο γελάνε. Η κρυφή τους γλώσσα, οι κώδικες επικοινωνίας τους».

Μπορείς να μην κάνεις αυτή τη γκριμάτσα; Ωραία. Θα στα πω χωρίς το χαρτί μπροστά μου.

Θυμάσαι πριν δυο βδομάδες που πήγαμε κινηματογράφο να δούμε εκείνη τη δραματική ταινία που εγώ ήθελα;

Στη σκηνή που όλοι έκλαιγαν, εμείς σκάσαμε στα γέλια με το πράσινο καπέλο της πρωταγωνίστριας, που ήταν ολόιδιο μ’ αυτό της θείας μου στο γάμο του γιού της. Ναι, αυτό που δεν έβγαλε από πάνω της, μέχρι να φύγει και ο τελευταίος καλεσμένος.

Κι εκείνο το βράδυ που τρώγαμε με τους συναδέρφους σου και βαριόσουν ελεεινά, απλά με κοίταξες για να μου δώσεις το σύνθημα.

Τους είπα ότι εγώ ήμουν κουρασμένη και δε γινόταν να μείνουμε άλλο. Αυτοί, βλέπεις δεν ξέρουν ότι όταν εσύ κλείνεις το ένα μάτι περισσότερο από το άλλο, έχεις ήδη κοιμηθεί κι ας γελάς με τα αστειάκια τους.

Κανείς, βέβαια, δεν έχει καταλάβει γιατί εσύ έχεις για φόντο στο κινητό σου μια σαύρα. Που να ξέρουν ότι από λάθος σε κάποιο από τα πρώτα μηνύματα μας, σου ξέφυγε το «τ» κι από «Σταυρούλα» έγινα «Σαυρούλα». Απλά απορούν.

Όσο για το από πού βγαίνει η λέξη «παλαζένια», θα το ξέρουμε μόνο εσύ κι εγώ και πάντα θα γελάμε μ’ αυτή την ιστορία. Έτσι κι αλλιώς, κανένας άλλος δε θα μπορέσει να καταλάβει ποιο είναι το αστείο.

Ξέρω, επίσης, ότι πάντα θα γυρίζουμε να κοιτάμε ο ένας τον άλλον όταν ακούγεται εκείνο το τραγούδι – ξέρεις ποιο.

Όσο κόσμο κι αν έχει τριγύρω κι ας μιλάμε σε διαφορετικές παρέες, στην πρώτη νότα θα σε ψάξω και θα με ψάξεις, για ένα δευτερόλεπτο, για μια ακόμη επιβεβαίωση.

Έχει μια παιδικότητα αυτός ο κώδικας των ερωτευμένων, μια αθωότητα γι’ αυτό είναι μαγικός. Δίνει χρώμα στην πεζή μας καθημερινότητα, στη ρουτίνα.

Μοιάζει σαν αυτό που λέγαμε μικροί «αυτό το μυστικό θα το ξέρουμε μόνο εμείς οι δυο, ορκίζεσαι ότι δε θα το πεις πουθενά;». Θυμάσαι πόση βαρύτητα είχε εκείνος ο όρκος, ε;

Το καλύτερο όλων είναι όταν ένα ζευγάρι μέσα από τα βλέμματα και τις σιωπές του λέει τα πάντα κι ας μην έχει χρησιμοποιήσει λέξεις, η απόλυτη επικοινωνία.

Κι αν όλες οι υπόλοιπες γλώσσες κατάφεραν να διδαχθούν και να γίνουν επιστήμη, όπως για παράδειγμα τα αγγλικά, τα γαλλικά, η γλώσσα των προγραμματιστών, αυτή δε θα καταφέρει να αποκτήσει κανόνες, γραμματική και σύνταξη.

Είναι μία και μοναδική, ξεχωριστή για δύο ανθρώπους.

Αρχίζει όταν γεννιέται ο έρωτας, σβήνει αν αυτός τελειώσει. Κι αν δεν τελειώσει ποτέ, κάθε μέρα εμπλουτίζεται.

Πολύ εύστοχα ο Ludwig Wittgenstein λέει «Όταν μιλάμε μιαν άλλη γλώσσα, αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο κάπως διαφορετικά.» Πόσο μάλλον όταν αυτή η γλώσσα είναι δικό μας κατασκεύασμα, θα συμπληρώσω.

Εντάξει, μπορείς να συνεχίσεις τώρα τη δουλειά σου. Έβαλα τελεία.»

 

 

Συντάκτης: Σταυρούλα Φωτιάδου