Όταν έχεις λίγο ή πολύ χρόνο να σκοτώσεις, εκτός των άλλων, κάθεσαι και χαζεύεις βιντεάκια που βρίσκεις από ‘δω κι από ‘κει. Κάπου εκεί αρχίζει και το πισωγύρισμα στα χρόνια που πέρασαν γιατί πολύ απλά πολλά απ’ αυτά είναι από σειρές που είχες την τύχη να θυμάσαι.

Γιατί τύχη είναι για εμάς που προλάβαμε σειρές όπως «Οι απαράδεκτοι».

Θυμάμαι τότε που πρωτοπαίχτηκε, αλλά και στις μετέπειτα επαναλήψεις ήμασταν καθηλωμένοι στους καναπέδες για να μη χάσουμε καμιά ατάκα ή καμιά σκηνή σαν εκείνη την απομίμηση των εννιάμιση βδομάδων.

Δεν μπορώ να ξέρω τι σκέφτονταν όσο ήταν στην ηλικία των πρωταγωνιστών ή μεγαλύτεροι βλέποντάς την. Ξέρω, όμως, τι σκεφτόμουν εγώ κι οι συνομήλικοί μου.

Λίγο πολύ όλοι θα ‘θέλαμε μεγαλώνοντας να αποκτήσουμε κι εμείς μια ανάλογη παρέα με όλο το χιούμορ, την τρέλα, την αφέλεια, την ευαισθησία, το παράλογο, την αθωότητα και την αυθεντικότητα που είχαν εκείνοι.

Να μένουμε σε σπίτια με τους φίλους μας που θα ήταν τόσο κοντά ή πάνω -κάτω ή δίπλα-δίπλα. Να γιορτάζουμε μαζί Χριστούγεννα και Πρωτοχρονιές κι όλες τις γιορτές του έτους, να κάνουμε μαζί διακοπές, να μοιραζόμαστε ολόκληρη τη ζωή μας.

Τα σπίτια μας να μην έχουν κλειδιά κι όταν θέλαμε κάτι απλά ν’ ανοίγαμε την πόρτα και να το παίρναμε.

Το πιο σημαντικό· να μπορούσαμε να ‘μαστε τόσο διαφορετικοί μεταξύ μας αλλά και τόσο ίδιοι ταυτόχρονα. Ο ένας ν’ αποδέχεται τον άλλον όπως ακριβώς είναι, χωρίς προκαταλήψεις και ταμπού. Μια παρέα με τέσσερεις, πέντε, δέκα ανθρώπους που ο καθένας να ‘ναι τόσο ξεχωριστός αλλά και τόσο συμπληρωματικός για τους άλλους.

Είναι άξιο θαυμασμού το ότι έχουν περάσει τόσα χρόνια κι ακόμα χρησιμοποιούμε ατάκες από τους διαλόγους εκείνης της παρέας. «Τι έγινε, ρε παιδιά;», «το αστροπελέκι», «αλήτη απόψε είναι η βραδιά σου, αλήτη απόψε κάνε με ό, τι θες», «καρακαταπαλλόμουνα» κι εκατοντάδες άλλες. Ποιος δε θα ‘θελε να ’χει μια παρέα με τέτοιους διαλόγους που μπορεί κάποιος να σε αποκαλεί «ηλίθια» χωρίς παρεξήγηση.

Έτσι είναι οι καλύτερες παρέες, δεν έχουν παρεξηγήσεις ή και να ‘χουν, θα λυθούν τόσο γρήγορα που δε θα προλάβουν να κρυώσουν.

Τέτοιους στόχους είχαμε λίγο πολύ στο κεφάλι μας. Να καταφέρουμε να ζήσουμε κάπως έτσι. Κάποιοι το κατάφεραν και διατήρησαν ή έκαναν φίλους που είχαν κι έχουν αυτά τα χαρακτηριστικά και πρέπει να θεωρούν τον εαυτό τους τουλάχιστον ευλογημένο.

Δεν έχει σημασία αν τα σπίτια τους δεν επικοινωνούν απ’ το μπαλκόνι ή αν δεν βρίσκονται στην ίδια πολυκατοικία, σημασία έχει ότι βρίσκονται πολύ κοντά ψυχικά και διατηρούν αυτή την απόλυτη σχέση. Διότι πιο απόλυτη σχέση δεν έχει. Σε τέτοιους είδους σχέσεις ξέρεις ότι μπορείς να ποντάρεις όλα σου τα λεφτά χωρίς να τα χάσεις όπως μπορείς να ποντάρεις ότι πάντα θα ‘ναι κάποιος εκεί για ‘σένα από την πιο σημαντική στιγμή της ζωής σου μέχρι την πιο γελοία.

Άλλοι πάλι δε στάθηκαν τόσο τυχεροί και απορροφήθηκαν από τις καταστάσεις, την καριέρα, τις κακές επιλογές συντρόφων. Ο κακός ο σύντροφος μπορεί να αποβεί μοιραίος καθώς για χάρη του χάθηκαν πολλά σημαντικά.

Κλείσε, λοιπόν, το ματάκι με τσαχπινιά στην καλή σου μοίρα όταν μπορείς ν’ απαγγείλεις σοβαρά κάτι του τύπου:

«Λυκαβηττέ, Λυκαβηττέ, θα έρθω με το Σπύρο,

να κάνω ένα γύρο, να φάω κι ένα γύρο.» και να σ’ αγαπούν ακόμα.

 

Επιμέλεια Κειμένου Σταυρούλας Φωτιάδου: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Σταυρούλα Φωτιάδου