Αγκαλιά. Κάτι τόσο απλό, τόσο καθημερινό, αλλά ταυτόχρονα τόσο πηγαίο, τόσο ρομαντικό μέσα στην λιτότητά του. Δυο χέρια μπορούν να κάνουν πολλά και ίσως το να αγκαλιάσουν είναι από τα πιο σημαντικά και σπουδαία, τα πιο ουσιαστικά.

Υπάρχουν στιγμές που η κίνηση αυτή είναι απαραίτητη για να συμπληρώσει ένα αληθινό συναίσθημα. Μέσα σ’ αυτήn, ανακαλύπτεις έναν κόσμο αλλιώτικο, για δευτερόλεπτα απομονώνεσαι από την πολύβουη καθημερινότητα, είσαι απλά εκεί με την ανθρώπινη υπόστασή σου να λειτουργεί στο έπακρο, μόνο και μόνο γιατί κάνεις αυτό για το οποίο είσαι εκ φύσεως προορισμένος. Νιώθεις. Με όλα σου το είναι, την καρδιά, την ψυχή.

Πόσες φόρες μια αγκαλιά δεν εξέφρασε όσα εμείς δεν μπορέσαμε; Είναι αλήθεια, μπορεί να μιλήσει πιο πολύ από εμάς, να εκφράσει όλα εκείνα τα οποία εμείς κωλώσαμε να ομολογήσουμε όταν ήταν η κατάλληλη στιγμή. Όταν εμείς, σαν κλειστοί τύποι, εγωιστές, φοβητσιάριδες απέναντι στο συναίσθημά μας, σιωπήσαμε, η αγκαλιά μας μπόρεσε να πει το «σ’αγαπάω», το «σε θέλω», το «μου έλειψες», το «μη φύγεις», το «σ΄ευχαριστώ», το «συγγνώμη».

Οι αγκαλιές επικοινωνούν με το δικό τους, ιδιαίτερο τρόπο. Τα σώματα πλησιάζουν σαν δυο αντίθετοι πόλοι, τα χέρια ανοίγουν, η ψυχή αφήνεται, χαλαρώνει.

Και τότε είναι που ξεκινάει ο διάλογος των δύο σωμάτων. Το ένα αφηγείται και το άλλο ακούει προσεκτικά. Και όσο πιο δυνατά μιλάει μια αγκαλιά, τόσο πιο δυνατά και γρήγορα χτυπάει και η καρδιά του ακροατή. Είναι περίεργο πώς κάτι τόσο μικρό είναι ταυτόχρονα και τόσο μεγάλο,τόσο σημαντικό.

Και δε μιλάω για εκείνες τις άδειες αγκαλιές, τις ανούσιες που περνάνε αδιάφορες. Μιλάω για εκείνες που κάνουν την καρδιά να βλέπει καθαρά. Ξέρεις, αυτές που γίνονται σε σταθμούς τραίνων, σε λιμάνια, σε αεροδρόμια, εκείνες που έγιναν μετά από καβγάδες, που έγιναν όταν αυτά που ήθελες να πεις ήταν τόσα που δεν μπορούσες διαφορετικά να τα εκφράσεις.  

Όπως και να το πεις αλλιώς, η αγκαλιά είναι πράξη, γι’ αυτό μένει. Ακόμη και όταν τα σώματα φύγουν, εκείνη θα είναι ακόμη πίσω, στο ίδιο σημείο καλοφτιαγμένη και σφιχτή. Έχει κλείσει μέσα της όλα όσα ειπώθηκαν, τις μυρωδιές των δυο ατόμων, τα βλέμματά τους, τα συναισθήματά τους. Και αυτό συμβαίνει γιατί η διαδικασία της είναι πολύπλοκη. Ενεργοποιεί όλες τις αισθήσεις, αφήνει αναμνήσεις οι οποίες δεν έχουν να κάνουν μόνο με την αφή, την επαφή. Είναι η επικοινωνία του ψυχισμού, που για να γίνει σωστά και ολοκληρωμένα χρειάζεται την συσπείρωση όλων των υπολοίπων αισθήσεων.

Η επικοινωνία τελικά, δεν έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με την ομιλία. Δυο σώματα, μπορούν να επικοινωνήσουν, να συζητήσουν με μια δική τους και μόνο διάλεκτο, με τη σαρκική επαφή, με ό,τι μια αγκαλιά προσφέρει. Η αγκαλιά έχει τη δική της γλώσσα, μια γλώσσα που δε χρειάζεται πτυχία και διδασκαλία για να τη μάθεις. Είναι τόσο απλή, η ικανότητα να την εκφράσεις κρύβεται μέσα σου. Απλά χρειάζεται ένα ιδιαίτερο ερέθισμα, το οποίο συνήθως είναι εσωτερικό και καθαρά προσωπικό.

Είναι γεγονός πως συνηθίζουμε πια να είμαστε πιο εσωστρεφείς και να μην ανοιγόμαστε γι’ αυτά που νιώθουμε. Έλα όμως που τελικά υπάρχει κάτι που μπορεί να μαρτυρήσει ό,τι κρύβεις ή αποφεύγεις να πεις. Η αγκαλιά είναι έκφραση με ένα τεράστιο λεξιλόγιο και χιλιάδες αποχρώσεις από συναισθήματα. Καταφέρνει να προφέρει αγάπη, ειλικρίνεια, φόβο, έρωτα, πάθος μέχρι και αγωνία, ειρωνεία, στεναχώρια. Είναι φάρμακο και λύτρωση, ανακούφιση, συναίνεση, επιβεβαίωση. Είναι τα κρυφά πάθη και τα μυστικά σου, οι ανησυχίες σου και οι φόβοι σου που θωρακίζονται μέσα σ’ ένα ζευγάρι χέρια.

Είναι λόγια ανείπωτα οι αγκαλιές, γι’ αυτό μην τις σπαταλάς, ούτε να τις περιφρονείς. Ανοίγουν τα μάτια της ψυχής, που συνήθως βλέπουν καλύτερα από τα κανονικά, σε φέρνουν σε κοινή πορεία με έναν πολύπλοκο ψυχισμό παρόμοιο με το δικό σου. Στην τελική, σε κάνουν περισσότερο άνθρωπο στο χάος που ζεις, σ’ εξευγενίζουν, σε ηρεμούν.

 

Επιμέλεια Κειμένου ‘Ελλης Β. Ζάχου: Σοφία Καλπαζίδου

Συντάκτης: Έλλη Β. Ζάχου