Ιδρωμένα μαξιλάρια, σεντόνια παραπεταμένα στην άκρη, η μυρωδιά έντονη. Όλα να θυμίζουν ένα σενάριο, που δεν πήγε όπως φαντάστηκες. Εσύ στην κουζίνα να ετοιμάζεις κάτι, αυτός στον καναπέ να καπνίζει και καλά ότι τον ενδιαφέρει τι λέει ο Πρετεντέρης.

Και οι δυο φοράτε την μάσκα του «τίποτα δεν τρέχει ρε, όλα καλά». Ούτε ματιές κουρασμένες και γεμάτες, ούτε χαϊδέματα και αγκαλιές.

Τι πήγε στραβά; Δε σε γουστάρει; Έχει βρει άλλη και δε σε θέλει;

Ξορκίζεις τις σκέψεις, τραβάς χείλη και μάτια για να χαμογελάσεις και πας κοντά του. Κάθεσαι δίπλα του για να χαλαρώσετε. Ανοίγεις και τα χέρια σου να τον πάρεις αγκαλιά. Όχι μόνο δεν κουνιέται αλλά νιώθεις κι ένα σφίξιμο. Ρωτάς τι συμβαίνει, καμία απάντηση.

Τσατίζεσαι και καθώς σηκώνεσαι δεν μπορείς να καταλάβεις γιατί συμπεριφέρεται τόσο ψυχρά. Όχι φυσικά ότι φταις, μια χαρά τον φιλούσες και τον ξέντυνες.

Δεν έκανες κάτι λάθος, αυτός γιατί κάνει λες και έχει περίοδο; (ω ναι και οι άντρες έχουν περίοδο).

Μπουκάρεις στο μπάνιο και κοπανάς την πόρτα πίσω σου μιας κι εκεί μέσα οι σκέψεις ντρέπονται να μπουν.

Καμία σχέση το σεξ στην αρχή. Τόσο πάθος, τόση ένταση, τόσες ώρες και πάλι δεν χορταίνατε.

Που πήγε τέτοια φλόγα, ρε γαμώτο;

Δεν μπορεί, κάτι πάει στραβά. Κάτι έχει αλλάξει και σίγουρα δεν είναι τα συναισθήματα σου γι’αυτόν. Το ξέρεις καλά ότι ακόμα τον αγαπάς και σημαίνει πολλά για σένα.

Μα γιατί δεν το βλέπει; Ο θυμός ξεχειλίζει καθώς θυμάσαι το πόσο ευδιάθετος γύρισε προχθές από τους φίλους του. Σου θυμίζει λίγο εσένα όταν βγαίνατε στην αρχή και γνωριζόσασταν…

Θα του σπάσεις το κεφάλι του λεχρίτη και βγαίνεις φουριόζα απ το μπάνιο.

Τα τύμπανα του πολέμου ηχούν και η αδρεναλίνη ανεβαίνει.

Πάμε σε σένα τώρα φίλε μου.

«Πάλι τα ίδια», σκέφτεσαι καθώς ακούς τις φτέρνες της να κοπανιούνται στο πάτωμα. Πόσες φορές και αν δεν της το πες, αυτή εκεί. Δεν μπορεί να καταλάβει πως δεν είσαι καλά;

Με τόσες απολύσεις στην εταιρία, πώς να είσαι ήσυχος για το μέλλον σας. Χριστούγεννα έρχονται δεν πρέπει να πάτε να δείτε τους γονείς; Ένα δώρο να μην της πάρεις, δεν θα βγείτε, που θα πρωτοπληρώσεις;

Πήρε δύο κιλά αλλά δε σε νοιάζει. Την προτιμάς έτσι απ’το να είναι σαν ακτινογραφία και ας της πήγαινε καλύτερα το περσινό μαγιό, όπως λέει η ίδια. Σου αρέσει ακόμα το φιλί της και η ζεστασιά του κορμιού της κάθε φορά που την παίρνεις αγκαλιά κι εκείνη κουρνιάζει μέσα.

Τι νομίζει δηλαδή ότι εσένα σου αρέσει να πέφτετε μαζί και να μην σηκώνεται το λάβαρο της επανάστασης;

Όχι βέβαια. Δεν είσαι ανίκανος, ούτε είναι ότι δε σε φτιάχνει πια. Το ξέρεις από τις σκέψεις που κάνεις καμία φορά στο γραφείο, όταν σου στέλνει κανένα από εκείνα τα μηνύματα, τα ωραία, τα πρόστυχα.

Γιατί λοιπόν παίρνει αυτό το συγκαταβατικό χαμόγελο του «δεν πειράζει αγάπη μου, λογικό είναι». Τι είναι λογικό ρε; Ξέχασε που δεν μπορούσε να κουνηθεί την επόμενη μέρα απ΄το πιάσιμο; Που αγκομαχούσε χαζογελώντας κάθε φορά που πήγαινε να καθίσει στην καρέκλα; Μην τρελαθούμε τώρα.

Με τι διάθεση δηλαδή θα την ξαπλώσεις όταν γίνονται τέτοια σκηνικά; Ακόμα και αν σε πονάει που θυμώνει, έχεις και ένα εγωισμό, όπως κάθε αρσενικό που σέβεται τον εαυτό του.

Τρελαμένος σηκώνεσαι να ντυθείς, γιατί σου τελειώνει ο καπνός. Τουλάχιστον έτσι θα πεις, για να βγείς έξω να πάρεις μια ανάσα. Δε θες να ανταμώσετε για να μην γίνει καυγάς, αλλά που τέτοια τύχη. Στην πόρτα της κρεβατοκάμαρας παραλίγο να τρακάρετε κι ένα γέλιο πάει να σου ξεφύγει. Η έκφρασή της σε επαναφέρει στην αλήθεια σας κι εκεί η βαλβίδα σκάει.

Πριν προλάβεις να καταλάβεις τι και πώς, έχει αρπάξει το κεφάλι σου και σε φιλάει παθιασμένα.

Δεν αργείς. Παραδίνεσαι στη γεύση του φιλιού και με συνοπτικές διαδικασίες είστε γυμνοί στο κρεβάτι. Όλα εκείνα τα συναισθήματα που ένιωθες απελευθερώνονται, εκφράζονται. Πότε με αγριάδες, πότε με γλύκα και ευλάβεια. Δε θυμάσαι, δε σκέφτεσαι, απλά ξεχνάς τα πάντα και βυθίζεσαι στην ουσία σας.

Ώρες μετά συνειδητοποιείς ότι την έχεις στην αγκαλιά σου και κοιτάζετε τα λαμπάκια που αναβοσβήνουν στο κάγκελο του μπαλκονιού. Μαζί τα διαλέξατε, μόνος σου τα κρέμασες, εκείνη σε αγκάλιασε όταν μπήκες μέσα κοκαλωμένος από το ψύχος. Χαμογελάς καθώς μυρίζεις ξανά τα μαλλιά της.

Δεν χρειάζονται κουβέντες τελικά. Το νιώθετε και οι δυο.

Αγαπιέστε πολύ. Απλά δεν ξέρετε πόσο.

 

Συντάκτης: Γιάννης Κατάκης