Ό,τι θέλω με φοβίζει.
Η έλξη που ασκεί επάνω μου, η δύναμη που κατέχει κι ο τρόπος που ορίζει τις πράξεις μου, όλα με παγώνουν. Το ήξερα από πάντα κι ας το αγνοούσα.
Είναι η βόλεψη που κινδυνεύει να τελειώσει και φωνάζει να κάτσω στη γωνία και να δω τη ζωή να φεύγει. Το αβέβαιο που ίσως κρύβει πόνο από πίσω, που με κρατάει στάσιμο. Ο φόβος μην πληγωθώ και δεν τ’ αντέξω.
Μου είναι πιο εύκολο να φοβάμαι τελικά. Αυτά που θέλω κι εσένα.
Κοιτώντας μια ζωή σαν τη δικιά σου, με τα πάνω και τα κάτω, τα ωραία και τα άσχημα, όσα επέλεξες να κρατήσεις και ν’ αφήσεις, δεν μου μένουν και πολλά να κάνω.
Λίγο πολύ μου θυμίζουν όσα δεν τόλμησα να κάνω, όσους δρόμους έκλεισα γιατί ήταν πολύ ορθάνοιχτοι για μένα. Ανθρώπους που κράτησα μακριά για να μπορέσω να επιζώ με τις σκέψεις μου. Μου θυμίζουν ένα ασυμβίβαστο που δεν έμαθα από μικρός. Που έπρεπε και πρέπει να μάθω απ’ την αρχή για να τα καταφέρω. Την ικανότητά μου ν΄ αρνούμαι όσα δε γουστάρω.
Ζηλεύω τη στάση που έχεις στη ζωή γι αυτό και σε φοβάμαι.
Όχι μήπως ανοίξω την καρδιά μου και την πετάξεις στα σκουπίδια. Ούτε για το αν καταφέρω να σε πείσω για το αμφίδρομο που θέλω να επιβάλω. Στο είπα και πιο πάνω. Είναι η έλξη που ασκείς επάνω μου, ο τρόπος που ορίζεις τις πράξεις μου και άρα εμένα σαν άνθρωπο.
Έχεις δύναμη και το παραδέχομαι. Με ‘γεια σου με χαρά σου. Όμως εγώ δεν έμαθα έτσι και όπως καθετί το νέο μας τρομάζει, έτσι και μένα φουντώνουν φόβοι μου μαζί με όλα τ’ άλλα.
Θέλει θάρρος για να το κυνηγήσεις αυτό που σε ελκύει. Θέλει να τολμάς και να διώχνεις τις σκέψεις που σε κρατάνε. Θέλει δύναμη ψυχής σ’ ένα βαθμό.
Μα πάνω απ’ όλα θέλει αδιαφορία. Να μη σε νοιάζει για το ίσως και το μήπως. Για το αν και το μπορεί. Να είναι όλα αυτά μικρά μέσα σου, σχεδόν ανύπαρκτα.
Κι αν δεν είναι από μόνα τους, τότε πρέπει να τα κάνω εγώ μικρά.
Να τα μετασχηματίσω από αδυναμίες σε καύσιμο για να παλέψω. Από παράγοντες ανασταλτικούς σε λόγους να γίνω καλύτερος.
Ίσως εκεί να είναι και όλη η ουσία ενός φόβου. Να φτάσεις στο σημείο να τον κάψεις ακολουθώντας όσα σου λέει να αποφύγεις.
Κι έτσι όλα καταλήγουν σε ένα και μοναδικό σημείο. Μια στιγμή και στην πράξη που αποφασίζεις να παραδοθείς. Την επιλογή που θα κάνεις.
Όλα είναι θέμα επιλογής μας λένε. Επέλεγα να κάτσω στ’ αυγά μου και μην κουνηθώ για να σε κρατήσω κοντά μου, να μη φύγεις. Και ξέρω πως θα το μετανιώσω όσο και να δικαιολογήσω τα λόγια και τις αιτίες μου.
Και δεν ξέρω αν είναι τελικά αυτός τρόπος για να ζω. Αν είναι κάτι που θ’ αντέξω.
Όποτε θα κάνω άλλη επιλογή, την αντίθετη.
Γιατί δεν έχω το δικαίωμα να νιώσω έστω και λίγο σκατά μέσα μου αν σε άφησα να φύγεις. Αν φοβήθηκα να σε διεκδικήσω. Δικιά μου ήταν η επιλογή, δικό μου και το φταίξιμο. Και πώς να ζήσω με τις δικές μου κατηγορίες;
Γι’ αυτό αγάπη μου, στο διάολο κι οι φόβοι. Στο διάολο η παγωμάρα σε χέρια και χαμόγελα. Στο διάολο με τους μονόδρομους που έμαθα να παίρνω.
Σε θέλω. Και ναι, φοβάμαι.
Όμως όλα είναι επιλογές και στο τέλος υπάρχουν μόνο δύο.
Το «σε θέλω, αλλά φοβάμαι» και το «φοβάμαι, αλλά σε θέλω».
Εγώ διάλεξα.