Ποιος μπορεί να πάει κόντρα στην ανάγκη που οι περισσότεροι νιώθουν, για σχέση; Είναι κάτι που δεν τιθασεύεται ούτε επιβάλλεται, απλώς συμβαίνει αβίαστα όταν δυο άνθρωποι συναντηθούν κάποια στιγμή στη ζωή τους. Μπορεί στην αρχή να υπάρχουν δεύτερες σκέψεις για το αν πρέπει να δημιουργηθεί αυτή η σχέση, μπορεί όμως πάλι να συμβεί χωρίς πολλές συζητήσεις. Μπορεί να συνεχιστεί ή μπορεί να διακοπεί όταν διαπιστωθεί ότι υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ των δυο και δεν υπάρχει λόγος να σπαταλάει κανείς το χρόνο του, που είναι τόσο πολύτιμος και περνάει τόσο γρήγορα, ψάχνοντας να βρει κάποιον άλλο που θα έχει -γι’ αρχή τουλάχιστον- κοινό σημείο επαφής.
Ο καιρός περνάει και το ζευγάρι δημιουργεί στιγμές που γίνονται αναμνήσεις, μοιράζεται τον χρόνο και συνυπάρχει σε μια πραγματικότητα δική του, διανθισμένη με συναισθήματα. Κάπου ανάμεσα σε όλα αυτά παρουσιάζεται και η προοπτική τού «παρακάτω». Είναι αυτή η στιγμή που σε κάνει να αναλογιστείς πραγματικά ποιο είναι το νόημα ύπαρξης αυτής της σχέσης και τι πραγματικά αποζητούν κι οι δύο για το μέλλον και την κοινή τους εξέλιξη. Είναι η στιγμή των μεγάλων αποφάσεων που σε κάνει να δεις πραγματικά ποιος είναι ο άλλος που έχεις δίπλα σου και πώς θα είναι η ζωή σου προσθέτοντας στην εξίσωση τον παράγοντα «I do». Σε κάνει να δεις ποιος είσαι εσύ στ’ αλήθεια και πόσο έτοιμος/η αισθάνεσαι να δημιουργήσεις οικογένεια με την πατροπαράδοτη έννοια, που μέσα της περιλαμβάνει παιδιά, γονείς, σπίτι, πεθερικά.
Δημιουργείς με τη φαντασία σου προβολές του μέλλοντος κι αν χαμογελάς όταν τα σκέφτεσαι, είσαι σε καλό δρόμο. Αν όμως σε πιάνει τρόμος και κόβονται τα πόδια σου, τότε καλύτερα να το ξανασκεφτείς. Κι αυτό που οφείλεις να σκεφτείς πολύ περισσότερο, είναι αν φταις εσύ ή ο άλλος. Φταις εσύ γιατί δεν είσαι γεννημένος ή έτοιμος για κάτι τέτοιο, ή γιατί πραγματικά ο άνθρωπος που βρίσκεται δίπλα σου δε σου το έβγαλε ποτέ από μέσα σου, γιατί δε σου δημιούργησε ποτέ την ανάγκη μιας τέτοιας ζωής. Κι αυτό είναι κάτι που μπορεί να λειτουργήσει κι αντίστροφα και να είσαι εσύ αυτός που δε δημιούργησες ποτέ μια τέτοια ανάγκη στον άλλον. Ενδεχομένως να μη βρίσκεστε καν στην ίδια σελίδα του βιβλίου που διαβάζετε, αλλά μπορεί να διαβάζετε και διαφορετικό βιβλίο με παρόμοιο τίτλο και να έχετε μπερδευτεί.
Μέσα στις σχέσεις όλοι μεγαλώνουμε και βιολογικά και συναισθηματικά, δεν είναι όμως απαραίτητο να μεγαλώνουμε κι οι δυο με τον ίδιο ρυθμό. Άλλος μπορεί να βιάζεται, ακόμα και να νιώθει έτοιμος κι άλλος μπορεί να χρειάζεται να ζήσει περισσότερο και περισσότερα για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι θέλει να συνεχίσει τη ζωή του με κάποιον, φτιάχνοντας μια νέα ζωή που δεν είχε ποτέ στο παρελθόν, γιατί όπως και να το κάνουμε δε γεννιέται κανείς παντρεμένος ή γονιός. Είναι κάτι άγνωστο για να μπορεί με ευκολία να πάρει μια τέτοια απόφαση, ή μπορεί τα βιώματά του να μην ήταν τέτοια που θα τον βοηθούσαν με ευκολία να την πάρει, παρ’ ότι μπορεί να υπάρχει συμβίωση ήδη. Η αλήθεια είναι ότι για τη λήψη μιας τέτοιας απόφασης μεγάλο ρόλο παίζει και το συναίσθημα, που και γι’ αυτό χρειάζεται κανείς ν’ αναρωτηθεί και να δώσει την ειλικρινέστερη απάντηση στον εαυτό του. Είναι δυνατό και κυρίαρχο; Είναι αρκετό; Να μην είναι όμως δυνατό μόνο από τον έναν, αλλά να φτάνει και για τους δυο, να είναι ισόποσο και να μοιράζεται εξίσου, γιατί αν είναι μονόπλευρο, τότε δεν τίθεται καν θέμα συνέχειας.
Οι ευθύνες που δημιουργούνται στην επισημοποίηση μιας σχέσης είναι πολύ διαφορετικές έναντι μιας σχέσης που αν διακοπεί δε θα τραυματίσει κι άλλα πρόσωπα εκτός από τους άμεσα εμπλεκόμενους. Χρειάζεται κανείς να σκεφτεί σοβαρά, όχι μόνο τον εαυτό του αλλά και τον άλλον όταν δεν είναι σε θέση να είναι συμμέτοχος στην εξέλιξη και την ολοκλήρωση μιας σχέσης, όταν τα θέλω δεν είναι κοινά, όταν τα βιολογικά τους ρολόγια δεν είναι απόλυτα συντονισμένα στον ίδιο χρόνο. Είναι πιθανό, αν βρεθεί κανείς σε μια τέτοια διλημματική απόφαση, να θέσει τον εαυτό του προ των ευθυνών του και να σκεφτεί πώς θα αισθανόταν αν βρισκόταν στη θέση του άλλου. Να σκεφτεί πόσο πολύτιμο χρόνο μπορεί να του τρώει και να μην τον αφήνει να εξελίξει τη ζωή του όπως αυτός θέλει, από το να τον κρατάει δέσμιο σε μια κατάσταση που προκαλείται από τις δικές του ανασφάλειες, φοβίες, αναβλητικότητα ή διαφορετικό τρόπο ζωής, με τον φόβο του πόνου ενός χωρισμού.
Κι είναι κατανοητό πως συμβιβασμοί υπάρχουν και θα υπάρξουν, όμως το όνειρο του ενός δεν υλοποιείται κι αργά ή γρήγορα αυτός που περιμένει τον άλλον να εξελιχθεί μέσα στη σχέση, θα κουραστεί, όση αγάπη κι αν υπάρχει. Κι εκεί οι απώλειες θα είναι μεγαλύτερες. Γιατί εκτός του χρόνου που περνάει, η ψυχολογική κούραση της αναμονής φθείρει το συναίσθημα κι εξαφανίζει τις ευκαιρίες που μπορεί να παρουσιαστούν, κάνοντας την επίρριψη ευθυνών ένα παιγνίδι για δύο.
Δεν καταλήγουν όλες οι σχέσεις στην επισημοποίηση κι είναι απόλυτα υγιές να μην το κάνουν, από το να φτάνουν εκεί και στο τέλος να διαλύονται γιατί η λήψη μιας τέτοιας απόφασης δεν ήταν κοινή και συνειδητή. Τα ζευγάρια μεταξύ τους συζητούν, όμως χρειάζεται να μιλούν ειλικρινά για όσα θέλουν και προσδοκούν προκειμένου οι προθέσεις να είναι ορατές για την αποφυγή της οποιαδήποτε παρερμηνείας, έτσι ώστε να δίνεται ξεκάθαρα το δικαίωμα της επιλογής του καθενός αν μπορεί να συνεχίσει ή όχι. Αν, τελικά, «τα θέλω» λειτουργούν προς την ίδια κατεύθυνση ή όχι. Γιατί οι αποφάσεις του σήμερα επηρεάζουν το αύριο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου