Η οικογένεια είναι η πρώτη μορφή σχέσης που αντιλαμβανόμαστε από τη στιγμή που γεννιόμαστε. Οι σχέσεις εξάρτησης που δημιουργούνται είναι αυτές που θα καθορίσουν τον τρόπο που θα αναπτύξουμε τις επόμενες συντροφικές σχέσεις της ζωής μας. Ένας δοτικός, προστατευτικός και στοργικός γονέας θα είναι αυτός που θα μας διδάξει την έννοια της αγάπης και της ασφάλειας. Ακολουθώντας, θα μας δώσει τα δικά του πρότυπα προστασίας και συγκρότησης αυτού που λέμε «οικογένεια». Οι δυο γονείς, συνδυαστικά, θα γίνουν η μεγάλη εικόνα ενός ψηφιδωτού στα μικρά μας μάτια -αλλά καθόλου τυφλά-, κάνοντάς μας δημιουργούς της δικής μας ζωής, με φυσική συνέπεια την τοποθέτηση όλων των ψηφίδων στο δικό μας έργο.
Η σχέση των γονιών θα καθορίσει και θα διαμορφώσει τον χαρακτήρα των παιδιών και θα τους μάθει τη βαθύτερη έννοια της συντροφικότητας και της αγάπης, καθώς και το πώς αυτή εκδηλώνεται μέσα από μια αγκαλιά, ένα χάδι, ένα φιλί, από το νοιάξιμο, τη φροντίδα και την ισότητα. Θα αναδείξει την αναγνώριση των θυσιών ανάμεσά τους για τη συνοχή της οικογένειας, όλων όσων ο καθένας τους προσφέρει, το θαυμασμό και την αποδοχή του χαρακτήρα ο ένας του άλλου. Οι αντιθέσεις κι οι διαφωνίες να μπορούν ν’ αντιμετωπίζονται, όχι προσπαθώντας να αναδείξουν νικητή, αλλά με γνώμονα την επίλυση και τη διατήρηση της αρμονίας. Πάνω σ΄αυτές τις βασικές αρχές τα παιδιά εξελίσσονται σε ενήλικες που θα αναζητήσουν ανάλογους συντρόφους, ψάχνοντας να διατηρήσουν το κλίμα ασφάλειας μέσα στο οποίο έχουν μάθει να ζουν. Θα νιώθουν τη σιγουριά να δείξουν και να μοιράσουν το συναίσθημά τους χωρίς το φόβο της αποκάλυψής του, θα νοιάζονται και θα προσφέρουν το αντίστοιχο περιβάλλον μέσα στο οποίο έμαθαν να ζουν. Ακόμα κι αν οι γονείς χωρίσουν, θα μοιράζονται ισότιμα τον ρόλο που αναλογεί στον καθένα, χωρίς ρήξεις μεταξύ τους και προστριβές κι αυτό πολλές φορές έχει αποδείξει ότι η ενηλικίωση κι η επιλογή συντρόφων μεταγενέστερα διατηρεί τα χαρακτηριστικά της ισορροπίας.
Τα παιδιά διακατέχονται από μιμητισμό και προσπαθούν να μοιάσουμε στα γονεϊκά τους πρότυπα και τις συμπεριφορές τους, τις οποίες και θα εφαρμόσουν αργότερα ακούσια κι ανάλογες θ’ αναζητήσουν στους ανθρώπους που θα θέλουν να βρίσκονται στη ζωή τους. Οι γονείς θα λειτουργήσουν ως καθρέφτες, δίνοντας συγκεκριμένη μορφή στο είδωλό τους κι όσο θα μπορούν να μιμηθούν τα καλά, άλλο τόσο θα μπορούν και τα κακά. Ένα αγαπημένο ζευγάρι που δε θα διστάσει να δείξει την αγάπη του και τον έρωτα σαν συναίσθημα, θα καταγράψει στο παιδί του την ανάγκη να βρει το αντίστοιχο στο μέλλον.
Δυο γονείς που μεταξύ τους δε βρήκαν ποτέ τη συναισθηματική ισορροπία, αυτόματα δημιουργούν χάος κι ανασφάλεια στο παιδί, το οποίο μεγαλώνοντας θα κάνει το ίδιο στις σχέσεις του. Όσο κι αν προσπαθήσουν να συγκαλύψουν την ανισορροπία πιστεύοντας ότι μπορούν, τα παιδιά έχουν τη δυνατότητα να λαμβάνουν όλα τα μηνύματα ακόμα κι αν αυτά δεν είναι φανερά, τα οποία μέσα τους θα δημιουργούν σύγχυση. Δυο ψυχροί σύζυγοι χωρίς επικοινωνία κι ανύπαρκτη έκφραση συναισθήματος μαθαίνουν στο παιδί πως η σιωπή είναι προτιμότερη, προκειμένου να διατηρηθεί η οικογένεια, με αποτέλεσμα κι αυτά μεγαλώνοντας να κάνουν το ίδιο. Να σιωπούν, να μην εκφράζονται με την πιθανότητα να δημιουργήσουν ανασφάλειες στους μελλοντικούς συντρόφους τους, αλλά και στον ίδιο τους τον εαυτό.
Το ίδιο μπορεί να συμβεί ακόμα κι αν το περιβάλλον είναι «πολεμικό», με συνεχείς εντάσεις, επιθετικότητα, θυμό κι έλλειψη σεβασμού, τα οποία δημιουργούν καταγραφές που μπορούν στο μέλλον ν’ αναπαραχθούν, θεωρώντας πως είναι κάτι φυσικό και δεδομένο. Ωστόσο, ακόμα κι αν δεν αναπαραχθούν, μπορεί τέτοιες συμπεριφορές να γίνονται αποδεκτές από τους μελλοντικούς συντρόφους τους. Όλα αυτά αποτελούν στρεσογόνους παράγοντες, ιδιαίτερα όταν υπάρχει η εμπλοκή του παιδιού, το οποίο οι γονείς καλούν να πάρει θέση και το κάνουν συμμέτοχο, δημιουργώντας μέσα του πιθανότατα ενοχή κι ευθύνη ή τη διάθεση να σταθεί πιο κοντά σ’ αυτόν που θεωρεί πιο αδύναμο.
Μέσα σε τέτοια περιβάλλοντα τα παιδιά διαμορφώνουν το χαρακτήρα τους κι οδηγούνται στις ενήλικες επιλογές τους, δημιουργώντας άλλες φορές ιδανικά πρότυπα κι άλλες παραδείγματα προς αποφυγή. Βασικός παράγοντας στην εξέλιξη μιας προσωπικότητας είναι να μπορεί να βρίσκεται σε θέση ν’ αναγνωρίζει τι θα πρέπει να συνεχίσει να κάνει και τι θα πρέπει ν’ αλλάξει, προσπαθώντας να νιώσει πλήρης και να κάνει και τους γύρω της να πάρουν τα καλύτερα κομμάτια της. Κανείς δεν είναι τέλειος κι ούτε θα μπορέσει ποτέ να γίνει, μπορεί όμως να κλείσει τον κύκλο μιας επαναλαμβανόμενης κατάστασης που περνάει από γονιό σε παιδί. Να βρει ποιες συμπεριφορές τον εμποδίζουν έτσι ώστε να μπορεί να έχει υγιείς σχέσεις και ποια θα είναι η σχέση του με το συναίσθημα που θα δώσει για να πάρει αγάπη και συναισθηματική σταθερότητα. Να παραδεχτεί μέσα του τα λάθη που δε θα ήθελε κι αυτός με τη σειρά του να επαναλάβει και να θέσει τη νοητή γραμμή της διάκρισης μεταξύ του καλού με το κακό και του σωστού με το λάθος. Να προσελκύσει συντρόφους που δε θα καθρεφτίζουν τις προσωπικές του ανασφάλειες, ούτε να είναι αυτός που θα καλύψει τα κενά των άλλων.
Αν αφαιρέσουμε τo περιττό βάρος του παρελθόντος, μπορούμε να γίνουμε πιο ευέλικτοι κι ανθεκτικότεροι, έτσι ώστε να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε τις προκλήσεις που θα βρεθούν στη ζωή μας. Η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να βρεθούμε αντιμέτωποι με την κακή εκδοχή του εαυτού μας, προσπερνώντας την. Θα είναι μια συνειδητή προσπάθεια για ν’ αφήσουμε μια παρακαταθήκη για το μέλλον, στα δικά μας παιδιά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου