Άνθρωποι έρχονται, άνθρωποι φεύγουν. Το ‘μαθες πια. Όσες φορές και να το ζήσεις, όμως, πάντα σε πιάνει απροετοίμαστο αυτή η φυγή. Τι κάνεις, λοιπόν, όταν ο άνθρωπος που γνώρισες, ερωτεύθηκες, ταυτίστηκες, ξενύχτησες μαζί του, δέθηκες, τέλος πάντων –είτε φιλικά είτε ερωτικά– ξεκινάει να απομακρύνεται; Τόσο που πια, μια μέρα, χάνεται απ’ τη ζωή σου κερνώντας σε την απουσία του; Πόσα σενάρια, που τροφοδοτεί η ανασφάλεια, οργιάζουν μες στις σκέψεις σου;
Δυστυχώς ή ευτυχώς, στη ζωή μας θα μπουν πολλοί. Λίγοι μένουν, ενώ οι περισσότεροι την κάνουν. Κάποιοι με ξεκάθαρο λόγο κι ένα τίμιο «αντίο», άλλοι αθόρυβα μέσα σε σιωπές κι ερωτηματικά. Κι εμείς μένουμε, μπερδεμένοι, να ψάχνουμε τις απαντήσεις που μόνο εκείνος που οικειοθελώς αποχώρησε είναι κατάλληλος να μας τις δώσει. Είναι, όμως, πρόθυμος;
Γι’ αυτές τις αιφνίδιες απομακρύνσεις ρωτήσαμε κι εμείς στο poll της περασμένης εβδομάδας, θέλοντας να μάθουμε τι κάνετε όταν κάποιος, ένα ωραίο πρωί ή βράδυ, απλά χάνεται. Πώς αντιδράτε, λοιπόν; Πάμε μαζί να δούμε τα αποτελέσματα, διαμορφωμένα απ’ τις ψήφους σας.
Ας ξεκινήσουμε με τη μειοψηφία, που με ένα ποσοστό γύρω στο το 2,5% σφραγίζει την τέταρτη θέση, δηλώνοντάς μας πως ανακουφίζεται όταν ο άλλος απομακρύνεται. Πιθανόν, η απουσία αυτή να μοιάζει περισσότερο με δώρο παρά με χασούρα. Να ‘θελαν κι οι ίδιοι να κρατήσουν αποστάσεις κι έτσι με το βήμα του άλλου να βγήκαν απ’ τη δύσκολη θέση. Αν η σχέση ήταν τελειωμένη, χωρίς περιθώρια βελτίωσης, ίσως και να ‘πρεπε, τελικά, να ευχαριστήσουμε τον θαρραλέο που μας απελευθέρωσε και τους δύο.
Ανεβαίνοντας στην τρίτη θέση, και με μεγάλη διαφορά απ’ την προηγούμενη, συναντάμε με ποσοστό 31,25% τους ενοχικούς. Σε αυτήν την περίπτωση, ίσως έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους με σχετικά χαμηλή αυτοπεποίθηση. Παρέα, λοιπόν, με τις ανασφάλειές τους και τους φόβους τους, αμφιβάλλουν κι αναρωτιούνται πού έφταιξαν, τι μπορεί να έκαναν που οδήγησε τον άλλο στην έξοδο. Ίσως, βέβαια, και να μην είναι τόσο αλτρουιστές, ίσως και να αναγνωρίζουν βαθιά μέσα τους το σφάλμα τους και να ξέρουν πως η ευθύνη είναι δική τους (έστω η μισή), γι’ αυτό και να κάνουν στροφή προς τα μέσα, για να βρουν τις απαντήσεις κι ενδεχομένως να διορθωθούν στο εξής.
Φτάνοντας στη δεύτερη θέση, με 33,05% βρίσκουμε τις πραγματικά απορημένους, που δεν κωλώνουν, όμως, να ζητήσουν τον λόγο. Μπορεί να μην επιθυμούν καν μια επιστροφή, αξίζουν όμως κι απαιτούν μια εξήγηση. Γιατί δε γίνεται, ξαφνικά, να εξαφανίζεσαι, χωρίς λέξη, και να αφήνεις τον άλλον να μπλέκεται ανάμεσα σε «γιατί» κι υπεραναλύσεις. Έχουν δικαίωμα να ξέρουν, για να μπορούν κιόλας να κλείσουν το κεφάλαιο, χωρίς αναπάντητες ερωτήσεις που πάντα θα τους επιστρέφουν.
Και κάπου εδώ, αγγίζουμε την κορυφή, με την πλειοψηφία (το 33,22%) να δηλώνει πως όταν κάποιος απομακρύνεται, απομακρύνονται κι εκείνοι με τη σειρά τους. Στην απόσταση απαντούν με απόσταση και στο αντίο του άλλου, αποχαιρετούν από μακριά. Κι ίσως αυτό να ‘ναι κι ό,τι πιο φρόνιμο μπορούμε να κάνουμε. Δεν είναι εγωισμός, είναι αυτοσυντήρηση. Όταν ο άλλος φεύγει, δεν μπορείς και δεν αξίζει να κάνεις τίποτα για να τον τραβήξεις πίσω. Κανείς δε μένει με το ζόρι, ούτε υπάρχει χρόνος κι ενέργεια για ερωτήσεις κι εξηγήσεις -εξάλλου, ο τρόπος που αποχωρεί κάποιος μας λέει πολλά.
Με σιγουριά, λοιπόν, κι αυτοπεποίθηση, χωρίς να μπούμε στη διαδικασία να ψάξουμε απαντήσεις, ρίχνουμε κι εμείς μια μαύρη πέτρα πίσω μας. Τα λάθη και στα σωστά μας τα γνωρίζουμε. Κι ίσως μάλιστα αυτός που χάθηκε να μας γλύτωσε από κάτι τοξικό. Αδιαφορία στην αδιαφορία, λοιπόν, κρατώντας μια ουδέτερη στάση που θα μας βοηθήσει να διατηρήσουμε την ψυχική μας ηρεμία.
Οι φυγές σπάνια είναι εύκολες κι ευχάριστες, μας γεμίζουν κενά κι αμφιβολίες, μας κάνουν να θέλουμε να μάθουμε το «γιατί». Το μόνο σίγουρο, όμως, είναι πως δεν μπορούμε να κρατήσουμε κάποιον που δε θέλει να μείνει. Ούτε και να τον πείσουμε να μας φερθεί καλά, αν ο ίδιος δε θεωρεί πως το αξίζουμε. Φτάνει να ξέρουμε εμείς την αξία μας, και να κουνάμε το μαντίλι σε όποιος την κάνει!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη