Όταν καλούμαστε ν’ αξιολογήσουμε οποιαδήποτε κατάσταση βιώνουμε, όλες μας οι αισθήσεις είναι σε εγρήγορση. Συνήθως μας λένε να μένουμε σ’ αυτό που αυτομάτως μας βγαίνει να κάνουμε πρώτο, αλλά οι περισσότεροι από εμάς, αν δεν υπεραναλύσουμε ό,τι συμβαίνει, δεν παίρνουμε βιαστικές αποφάσεις για το πώς θα προχωρήσουμε. Αξιολογούμε όλα τα δεδομένα που έχουμε στη διάθεσή μας και με τη βοήθεια της λογικής αλλά και της διαίσθησης παράλληλα, προσπαθούμε να καταλήξουμε στο καλύτερο δυνατό κι επιθυμητό αποτέλεσμα.
Η διαίσθηση –όπως προκύπτει κι από την ετυμολογία της λέξης– είναι η αντίληψη των καταστάσεων που ζούμε μ’ έναν απροσδιόριστο τρόπο που δεν μπορούμε να τον βασίσουμε σε γνώσεις κι επιχειρήματα, αλλά κυρίως στις αισθήσεις μας. Στο γενικότερο φάσμα της διαίσθησης, λοιπόν, συγκαταλέγεται και το ένστικτο, όπου ουσιαστικά είναι η συμπεριφορά μας κι οι αντιδράσεις μας κάτω από διάφορες συνθήκες τις οποίες βιώνουμε.
Μια συνηθισμένη ερώτηση που πρώτα κάνουμε εμείς στον εαυτό μας αλλά και συχνά μας γίνεται κι από όσους μοιραζόμαστε τους προβληματισμούς μας είναι: «Τι σου λέει το ένστικτό σου;». Γι’ άλλους παίζει πρωταρχικό ρόλο, άλλοι το αγνοούν, υπάρχουν εκείνοι που ναι μεν το λαμβάνουν υπόψιν τους, αλλά δε γίνεται κι αυτοσκοπός, ενώ είναι κι εκείνοι που το ακούν, αρκεί να μην αφορά τους ίδιους.
Αυτή ήταν κι η απορία που είχε αυτή την εβδομάδα η ομάδα του pillowfights και ζήτησε και τη δική σας γνώμη επ’ αυτού. Τα αποτελέσματα για άλλη μία φορά ήταν άκρως αποκαλυπτικά κι ειλικρινή και θα τ’ αναλύσουμε ευθύς αμέσως.
Το 2,66% των αναγνωστών μας βρέθηκε στην τέταρτη θέση και μας είπε ό,τι ναι μεν το ακούν, αλλά μόνο όταν δεν αφορά τους ίδιους. Ενδεχομένως να πιστεύουν πως μπορούν ν’ αξιολογήσουν καλύτερα μια κατάσταση όταν βρίσκονται εκτός, ενώ για τον εαυτό τους, ίσως να θεωρούν πως αυτό που τους υποδεικνύει το ένστικτό τους να κάνουν είναι λάθος.
Ακολουθούν με 6,04% εκείνοι που πιστεύουν πως το ένστικτο είναι κάποιος φόβος ή μία καλά κρυμμένη επιθυμία και δεν το ακούν καθόλου. Οι άνθρωποι της καθαρής λογικής προτιμούν να το αγνοούν, πιστεύοντας πως το ένστικτό τους είναι το υποσυνείδητό τους σε μεταφυσική μορφή.
Οι άκρως συναισθηματικοί –κι ενδεχομένως παρορμητικοί άνθρωποι– με το μεγάλο ποσοστό του 39,3% το εμπιστεύονται πάντα και βρίσκονται στη δεύτερη θέση. Όποια κατάσταση και να βιώνουν το ένστικτο είναι ένα παραπάνω όπλο στη φαρέτρα τους. Θεωρούν πως δεν τους διαψεύδει ποτέ κι ενδεχομένως για να το πιστεύουν έτσι ακράδαντα να έχουν κι αποδείξεις.
Η ισορροπία –όση μπορεί να υπάρχει– μεταξύ λογικής και συναισθήματος βρέθηκε στην πρώτη θέση και με 52% λέμε ότι το συνυπολογίζουμε μεν, αλλά δεν μας καθορίζει δε. Θα το αφουγκραστούμε, δηλαδή, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι θα το ακολουθήσουμε με κλειστά τα μάτια χωρίς κριτική διαδικασία. Θα του δώσουμε την πρέπουσα σημασία, αλλά αν η λογική μας αντιτίθεται σθεναρά με ακράδαντα επιχειρήματα, τότε μπορεί και να πράξουμε το αντίθετο από αυτό που μας λέει το ένστικτό μας.
Όποια σχέση κι αν έχουμε με το ένστικτό μας σημασία έχει ότι το διαθέτουμε. Θεωρούμε δεδομένη την ύπαρξή του άσχετα με το πώς θα το διαχειριστούμε. Άλλωστε το ένστικτο είναι σαν ένας ζωντανός οργανισμός που αναπτύσσεται και μεγαλώνει μαζί μας.
Ο Φρόιντ πίστευε πως έχουμε δύο ένστικτα, εκείνο του «έρωτα» κι εκείνο του «θανάτου». Κι οι δύο περιπτώσεις –αν ασπαστούμε τη θεωρία του– αφορούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας, των φόβων μας, των προβληματισμών μας, αλλά κυρίως των επιλογών μας. Το μόνο σίγουρο είναι πως το ένστικτο δεν περνάει απαρατήρητο από κανέναν μας.
Επιμέλεια κειμένου: Μάιρα Τσιρίγκα