Ανεβαίνω στο μηχανάκι και ξεκινάω. Δεν πρέπει να είχαν περάσει 1-2 λεπτά, όταν ξαφνικά ένιωσα μια ακαταμάχητη επιθυμία να κοιτάξω προς τα κάτω. Όπως ακριβώς όταν είσαι σίγουρος ότι κάποιος σε κοιτάει και σηκώνεις το κεφάλι και τον αντικρίζεις να σε επεξεργάζεται από το μπαλκόνι του στο πέμπτο (με φανελάκι minerva). Γέρνω λοιπόν προς το τιμόνι και τι να δω… Δύο μύγες έκαναν σ£ξ! Σοκ.

Πρώτη σκέψη: Μόλις έχασα βραβείο φωτογραφίας από το National Geographic. Δεύτερη σκέψη: Πρέπει να σταματήσω. Βρίσκω μια γωνίτσα στο δρόμο και σβήνω τη μηχανή. Τα δύο πιτσουνάκια, σχεδόν γελώντας με την πάρτη μου, πέταξαν μαζί προς τα δεξιά, λες και κρατιόντουσαν χεράκι. Ένιωσα σαν τον ταξιτζή που παρακολουθεί ένα ζευγάρι ερωτευμένα λυκειόπαιδα να ανοίγουν την πόρτα και να φεύγουν χαχανίζοντας και σιγοτραγουδώντας. Τι έγινε ρε παιδιά; Μήπως είδα κάτι σημαντικό; Και η βασικότερη ερώτηση. Εμείς τα ανώτερα πλάσματα γιατί δεν είμαστε έτσι;

Γιατί δεν έχουμε τόσο πάθος;

Να σείεται στην κυριολεξία η γη κάτω από τα πόδια μας κι εμείς να συνεχίζουμε να κάνουμε έρωτα. Και δεν εννοώ μόνο με τον σύντροφο μας. Το θέμα είναι πολύ βαθύτερο. Εννοώ με τη ζωή την ίδια. Οι συγκεκριμένες μύγες – αυτό το κατά πολλούς σιχαμένο είδος – συνέχισαν να κάνουν αυτό που γουστάρουν, με 70χμ άνεμο εναντίον τους, πάνω σ’ ένα όχημα που δεν είχαν ιδέα που θα τους οδηγήσει. Respect.

Η σκέψη που μου έρχεται εκ των υστέρων στο μυαλό, είναι μία κουβέντα του Martin Luther King Jr: «Ακόμα κι αν ήξερα ότι αύριο ο κόσμος θα καταστραφεί, και πάλι θα φύτευα τη μηλιά μου.» Εμείς αντιθέτως, με την παραμικρή ψιχάλα ακυρώνουμε το πικνίκ. Πόσο μάλλον αν αυτό που θέλουμε να κάνουμε είναι κάτι δύσκολο. Δεν έχουμε μάθει να χορεύουμε ούτε στη βροχή, ούτε στον άνεμο. Δηλώνουμε χορευτές, αλλά μόνο όταν έχουμε τα ειδικά μας παπούτσια και το παρκέ είναι καλογυαλισμένο.

Οι δύο αυτές μύγες ήταν ομάδα.

Δεν παράτησαν τον «άνθρωπό τους» στα κρύα του λουτρού με την πρώτη δυσκολία. Η υπόσχεση που είχαν δώσει μεταξύ τους, αλλά κυρίως στον ίδιο τους τον εαυτό, ήταν πολύ σημαντικότερη από τις περιστάσεις. Παρέμειναν μαζί μέχρι να βρεθεί κάποια λύση. Με το που ξεκίνησε το μηχανάκι να τρέχει, δεν έγιναν σκορποχώρι. Δεν άρχισαν να κατηγορούν ο ένας τον άλλο, όπως θα κάναμε εμείς. «Είδες που σου είπα ότι δεν έπρεπε να έρθουμε εδώ; Τίποτα δεν κάνεις σωστά. Είσαι ηλίθι@!» Τι ωραίο πράγμα να αισθάνεσαι ότι άνθρωπός σου είναι παντός καιρού. Ότι δε χρειάζεται να λειτουργείς ασταμάτητα στα κόκκινα για να ελέγξεις τα πάντα. Πόσοι από εμάς ξεπερνάμε τις αντοχές μας, για να δημιουργούμε τις τέλειες συνθήκες για τους γύρω μας; Δεν είναι αυτό ένα δείγμα του πόσο ανασφάλεια αισθανόμαστε για το αν θα παραμείνουν εκεί, όταν δε θα μπορούμε να τους προσφέρουμε ροδοπέταλα; Οι σωστές ομάδες, δε διαλύονται στις ανηφόρες. Έρχονται πιο κοντά.

Είχαν ψυχραιμία και καθαρό μυαλό.

Δε βιάστηκαν να πάρουν αποφάσεις. Περίμεναν να ηρεμήσει η κατάσταση για να δράσουν. Μπορεί αν πετούσαν σπασμωδικά και επιπόλαια, πάνω στην αναμπουμπούλα, να είχαν τραυματιστεί. Να είχαν γίνει κιμάς στο παρμπρίζ ενός βιαστικού αυτοκινήτου. Καμία απόφαση που παίρνουμε πάνω σε πανικό, δεν είναι η σωστή. Οι προτεραιότητές μας συνήθως βρίσκονται σε λάθος σειρά. Όπως όταν τσακωνόμαστε. Το μόνο που μας νοιάζει είναι το να έχουμε δίκιο. Να βγούμε εμείς οι σωστοί της υπόθεσης. Ακόμα κι αν αυτό μας βλάψει μακροπρόθεσμα. Φοβόμαστε να μη χάσουμε ασήμαντα πράγματα και ξεχνάμε τα ουσιαστικά. Σε περιόδους κρίσεις το μυαλό μας θολώνει γενικότερα. Γινόμαστε αντιδραστικοί. Στο τιμόνι μπαίνει ξαφνικά ο φόβος και όχι η λογική μας. Ξεχνάμε το ποιοι είμαστε και το τι θέλουμε πραγματικά από τη ζωή.

Αυτές οι δύο μύγες τα κατάφεραν. Πέρασαν το τεστ και ατομικά και σαν ζευγάρι. Έδειξαν χαρακτήρα και στο τέλος ανταμείφθηκαν. Έφυγαν μαζί με τον σύντροφό τους και πέταξαν μακριά για καινούργιες περιπέτειες. Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης που βίωσαν, δε θα είναι τίποτα περισσότερο στη μνήμη τους, από μία ακόμα ιστορία που θα έχουν να θυμούνται και να γελάνε.

Μαζί.

Συντάκτης: Πηγή Σαγρέ