Όλοι κάποιες στιγμές νιώθουμε την ανάγκη για μια ανανέωση. Όταν όλα φτάνουν σ’ ένα σημείο ατελείωτης ρουτίνας και καταλήγεις να επαναλαμβάνεις τα ίδια πράγματα καθημερινά, τότε αρχίζεις ν’ αναζητάς κάτι, που έστω και προσωρινά σε ορισμένες περιπτώσεις, να σε κάνει να νιώσεις διαφορετικά.
Μέσα απ’ όλη αυτήν την αναζήτηση ο καθένας καταλήγει κάπου αλλού, με σκοπό την προσωπική του ευχαρίστηση. Πολλές φορές όμως τα μονοπάτια του καθενός συναντιούνται. Δεν είναι λίγοι αυτοί που χύνονται στους δρόμους και περνάνε ώρες μπροστά σε βιτρίνες και μέσα σε δοκιμαστήρια.
Με πιο απλά λόγια, είναι το γνωστό σ’ όλους μας shopping therapy. Έχει χιλιοσυζητηθεί κι οι απόψεις διίστανται πάνω στην αρτιότητα της συγκεκριμένης θεραπείας. Αυτοί που την επιλέγουν την υποστηρίζουν ως, ίσως, το μοναδικό τρόπο για να ξεχαστούν. Βέβαια, αυτοί που δεν έχουν σχέση μ’ αυτόν τον τρόπο ανακούφισης έχουν μια τελείως διαφορετική άποψη.
Η υπερκατανάλωση που διακατέχει μερικές φορές κάποιους ανθρώπους, που λατρεύουν να περπατάνε ανάμεσα σε μαγαζιά, έχει οδηγήσει στη δημιουργία μια αρνητικής άποψης γι’ αυτό το φαινόμενο. Σε προχωρημένες περιπτώσεις, βέβαια, ένα άτομο μπορεί μέσα απ’ την υπέρμετρη προσπάθειά του γι’ ανανέωση να οδηγηθεί στο αντίθετο αποτέλεσμα, στον εθισμό.
Ο εθισμός αυτός ανήκει στους καταχωρημένους εθισμούς της ψυχιατρικής κι ονομάζεται επισήμως «ωνιομανία». Η ονομασία προέρχεται από την αρχαία λέξη «ώνια», που σημαίνει ψώνια. Τ’ άτομα που είναι θύματα αυτής της ασθένειας έχουν μια έντονη επιθυμία καταναλωτισμού, μόλις κάτι συμβαίνει στη ζωή τους. Συνδέουν όλα τα συναισθήματά τους μ’ αυτό. Πιο απλά, είτε στεναχωρηθούν είτε χαρούν, θέλουν να ψωνίσουν.
Πιστεύουν πως αυτό είναι η λύση για όλα. Σ’ οποιονδήποτε τομέα θέλουν να βελτιωθούν, σκορπούν χρήματα με σκοπό να το πετύχουν. Αυτό φυσικά δε συμβαίνει, αφού το μόνο που καταφέρνουν είναι ν’ αδειάζουν το πορτοφόλι τους και μετά συνήθως να μετανιώνουν για τις αγορές τους. Δε γεμίζουν το κενό που προσπάθησαν να βουλώσουν με ρούχα ή μπιχλιμπίδια, αλλά ίσως και να το ξεχειλώνουν.
Όμως εμείς εδώ δε μιλάμε για ακρότητες. Πολλά είναι τα επιχειρήματα που μπορεί να χρησιμοποιήσει κάποιος εναντίον των αγορών, αλλά ό,τι και να λένε εμείς θα συνεχίσουμε να τις αγαπάμε. Όλοι μιλούν και παίρνουν περίοπτο ύφος, προσπαθώντας να πείσουν τον απέναντί τους για την αρνητική πλευρά αυτής της αθώας συμπεριφοράς, αλλά νομίζω πως όλοι κορδωνόμαστε και καμαρώνουμε μόλις φορέσουμε κάτι που μόλις αποκτήσαμε.
Αγαπάμε καθετί καινούριο, γιατί μας ανανεώνει. Είναι το σημάδι για μια νέα αρχή. Ξαφνικά έχουμε όρεξη να κάνουμε πράγματα, να βγούμε, για να φορέσουμε ένα καινούριο μπλουζάκι ή να γράψουμε αυτήν την άσκηση που ‘πρεπε να ‘χαμε κάνει εδώ και τρεις βδομάδες, με το νέο μας στιλό.
Είναι προφανές πως δεν πρόκειται για μια μόνιμη αλλαγή. Τα πράγματα χαλάνε, οι μπογιές ξεθωριάζουν και πάντα υπάρχει κάτι που μοιάζει πιο όμορφο κάτω απ’ τα φώτα μιας καλοφτιαγμένης βιτρίνας. Παρ’ όλα αυτά, αυτό δε μας εμποδίζει να νιώθουμε αυτόν το μικρό ενθουσιασμό, κάθε φορά που γυρνάμε φορτωμένοι με σακούλες.
Αν κι η κρίση έχει μπει για τα καλά στα σπίτια μας και μας έχει κάνει να στερούμαστε πολλά πράγματα, τίποτα δε μας σταματά από μια καλή βόλτα στα μαγαζιά και μια τρίωρη επίδοση σε δοκιμές ρούχων, μέσα σε δοκιμαστήρια. Δεν είναι ανάγκη να κάνεις shopping, πολλές στιγμές και το «βλέπινκ» βοηθάει.
Γι’ αυτό σταματήστε ν’ ακούτε το άτομο που κάθεται απέναντί σας και προσπαθεί να σας πείσει για το αντίθετο. Πιάστε το απ’ το χέρι, αρπάξτε έναν καφέ, φορέστε άνετα παπούτσια και δείξτε του πως δεν είμαστε εθισμένοι κι επιφανειακοί, αλλά μας αρέσει να περνάμε καλά με τους δικούς μας ανθρώπους. Να γελάμε με τα περίεργα συνολάκια και να κάνουμε τους πιο άθλιους συνδυασμούς. Να συζητάμε, να φωνάζουμε απ’ τα διπλανά δοκιμαστήρια και να καταλήγουμε να δίνουμε όλα τα χρήματα που προορίζονταν για φαγητό, σ’ αυτήν την «τέλεια» μπλούζα. Περπατήστε όλη την αγορά και θα δεις πως το επόμενο Σάββατο θα σου χτυπήσει την πόρτα με τον καφέ στο χέρι.
Επιμέλεια Κειμένου Ζωής Τεκέλογλου: Ιωάννα Κακούρη