Και σήμερα σε περίμενα, μα πάλι δεν ήρθες. Σκέψεις και λέξεις περνάνε απ’ το μυαλό μου. Μήπως είσαι αλλού; Μήπως σε πιέζω; Μα πώς να είσαι αλλού, αφού ποτέ δεν ήσουν εδώ; Δεν μπορώ να ηρεμήσω, θέλω συνέχεια να κινούμαι. Μην ανησυχείς, θα μου περάσει. Το ξέρω πως δεν ανησυχείς. Άσε με να πιστεύω πως έστω και λίγο με νοιάζεσαι.

Είναι ανούσιο μου είπαν. Το ήξερα από πριν, δε χρειαζόμουν κανένα ν’ αξιολογήσει τη σχέση μας. Τη σχέση μου. Μόνη μου ήμουν και προσπαθούσα να καλύψω τα κενά μου με την ιδέα σου. Τόσο τέλεια η ιδέα σου κι εσύ, καλός ήσουν. Όμως ερωτεύτηκα αυτό, που ποτέ δεν έγινες μπροστά μου και ποτέ δε θα γίνεις. Το τηλέφωνο δε θα χτυπήσει. Άλλωστε, πότε χτύπησε;

Έχουν περάσει έξι μήνες κι εσύ είσαι ακόμα εκεί. Να χαμογελάς ακόμη κι αν δεν έχεις λόγο. Να ελπίζεις σε κάτι ανέφικτο, να επιμένεις σε κάτι άπιαστο. Είναι όμορφο στον έρωτα να προσπαθείς λίγο παραπάνω, είναι γοητευτικό να γίνεσαι λιώμα, να μη σ’ ενδιαφέρει ο εαυτός σου, αλλά μόνο ο άλλος. Αυτό είναι ο έρωτας, να βλέπεις την καταστροφή σου και να επιμένεις σ’ αυτή.

Μια συνεχής επιμονή είναι τελικά. Η ανάγκη να βρεις ανταπόκριση απ’ τον άλλο σε τσακίζει. Κάνεις ό,τι περνάει απ’ το χέρι σου. Δεν είναι πάντα καντάδες, μεθυσμένα μηνύματα κι υπερβολές. Μπορεί να είναι μια απλή άρνηση πως κάποιος δεν είναι τελικά ερωτευμένος μαζί σου.

Πιάνεσαι απ’ το καθετί. Από ένα βλέμμα, μια κίνηση, ένα τυχαίο άγγιγμα, όλα είναι αρκετά για να σε κάνουν να συνεχίσεις να ελπίζεις. Και πού καταλήγεις; Πουθενά. Πονάς, χάνεις τον εαυτό σου και πλέον αγαπάς κάποιον ξένο πιο πολύ από εσένα. Σ’ έχεις βάλει συνειδητά σε δεύτερη μοίρα.

Είχες πει πως ποτέ δε θα είσαι για κανένα δεύτερος, τώρα είσαι για σένα και το αποδέχεσαι. Πώς, όμως, αγαπάς ένα άτομο που δεν το ‘χεις ζήσει ακόμη; Οι άνθρωποι ερωτεύονται κι αγαπιούνται μέσα απ’ την τριβή. Απ’ τις στιγμές που ζούνε παρέα, από εκείνες τις γελοίες, όπως την ώρα του φιλιού που χτυπάνε τις μύτες τους.

Η καρδιά σου πάλλεται δυνατά, νιώθεις πεταλούδες στο στομάχι, σου λείπει συνέχεια. Όμως είσαι σίγουρος πως είναι αληθινό; Οι άνθρωποι έχουν μια καταστροφική αδυναμία, να μην ξεχωρίζουν τα συναισθήματά τους και να μην καταλαβαίνουν τον εαυτό τους. Αυτό είναι το πρόβλημα στην όλη κατάσταση.

Όλα είναι θέμα εγωισμού. Ένα «εγώ» που δεν παύει να σε ωθεί, να κάνεις πράγματα λάθος για σένα, μόνο και μόνο, για ν’ αποδείξεις κάτι. Δεν αγωνίζονται οι άνθρωποι για να κερδίσουν κάποιο έπαθλο. Ο καθένας μάχεται για τη δική του ευτυχία. Δεν υπάρχουν συγκρίσεις, ούτε ανταγωνισμός. Δεν τρέχεις, επιταχύνεις και κέρδισες. Όσο και να το θες, η όλη κατάσταση δεν εξαρτάται μόνο από εσένα. Κακό πράγμα το πείσμα.

Γι’ αυτό λοιπόν, αν θέλεις να γίνεις χώμα, κάν’ το. Απλώς φρόντισε, όταν όλος αυτός ο πόνος τελειώσει κι έχει περάσει ο απαραίτητος χρόνος, να βρεις τη θέληση ν’ ανακαλύψεις τον εαυτό σου. Ξέρεις, εκείνον που είχες πριν απ’ όλη αυτή τη δοκιμασία. Και να θυμάσαι πως ό,τι δε μας σκοτώνει, μας κάνει πάντα πιο δυνατούς.

 

Επιμέλεια κειμένου Ζωής Τεκέλογλου: Νάννου Αναστασία.

Συντάκτης: Ζωή Τεκέλογλου