Αν είναι κάτι που έμαθα, κάτι που εφαρμόζω όσο πιο συχνά μπορώ, κάτι που θα συμβούλευα, κάτι που θα προωθούσα ανεπιφύλακτα, αυτό θα ήταν να ξέρουμε τι θέλουμε, τις ίδιες μας τις ανάγκες, τα «πρέπει» μας και τα «μπορώ» μας.

Γιατί αν ξέρουμε τι θέλουμε, τότε γλυτώνουμε χρόνο και στον εαυτό μας και στους γύρω μας. Αν ξέρουμε τι θέλουμε, πάει να πει πως τα έχουμε βρει με μας και πως ξέρουμε πώς είμαστε, ξέρουμε πού βαδίζουμε, ξέρουμε τι μας κάνει και τι δε μας κάνει.

Με εκνευρίζουν οι άνθρωποι που κινούνται στο περίπου. Που τους αρέσει το άσπρο αλλά και λίγο το μαύρο. Που δεν μπορούν να αποφασίσουν τι καφέ πίνουν, που τρώνε τη ζωή τους μες στα δοκιμαστήρια, γιατί δεν ξέρουν αν θα πάρουν μακρύ ή κοντό παντελόνι. Μου τη δίνουν αυτοί που τρέχουν με εκατό στην Εθνική αλλά κάποτε και με πενήντα. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν ξέρουν αν τους αρέσει το κοτόπουλο ή τα μανιτάρια. Που κάποτε καπνίζουν και κάποτε πίνουν φρέσκο χυμό διάφορα με στειμμένα φρούτα, αυτοί που το παίζουν ιστορία και κουλτούρα, αλλά μέσα τους δεν ξέρουν ποιοι είναι, στ’ αλήθεια.

Κι αυτά είναι μικρά, καθημερινά, προβλήματα. Το πραγματικό μας θέμα είναι όταν αρχίζουν να μπαίνουν στη μέση άλλοι άνθρωποι. Όταν αυτός που δεν μπορεί να αποφασίσει τα απλά, πρέπει να μπει στη διαδικασία να διαλέξει σύντροφο, φίλους, να διαλέξει συνάνθρωπο. Εκεί το να μην ξέρεις τι θέλεις, μπορεί να προβεί μοιραίο για τον άλλο απέναντί σου. Κι είναι άδικο και καταστροφικό να λούζουμε τους γύρω μας με τα δικά μας λάθη, με τις δικές μας παραλήψεις.

Το να μην μπορείς να διαλέξεις φόρεμα ή γραβάτα είναι θέμα δικό σου, μα το να μπλέκεις και να ανακατεύεις έναν άλλο άνθρωπο –που, στην τελική, αυτός ξέρει τι θέλει– είναι τουλάχιστον απαράδεκτο. Και θα με ρωτήσεις τι να κάνεις, θα με ρωτήσεις πώς να το αντιμετωπίσεις. Κι εγώ με απλά λόγια θα σου πω να μείνεις μόνος σου. Μέχρι να βρεις τον εαυτό σου, μέχρι να τα βρεις με το μέσα σου.

Δεν είπαμε να γίνουμε όλοι υπεραπαιτητικοί, μα το να ‘ναι κάποιος συγκεκριμένος στα «θέλω» του είναι ένα χαρακτηριστικό αξιοζήλευτο. Και πρόσεξε! Το να ξέρεις τι θέλεις δεν είναι καλό κι όμορφο για τους γύρω σου μόνο, καλό κι όμορφο είναι πρώτα απ’ όλα για ‘σένα. Διότι σε κάνει να συνειδητοποιείς χαρακτηριστικά σου που δε γνώριζες πως είχες, σε κάνει να φωνάζεις δυνατά όσα επιθυμείς με σιγουριά κι αυτοπεποίθηση. Σε κάνει να μη νοιάζεσαι αν όλοι οι υπόλοιποι σε πάνε, επειδή εσύ ξέρεις ποιος είσαι, ξέρεις πού βαδίζεις, ξέρεις τι είσαι, τα σωστά σου, τα λάθη σου, τα ελαττώματα και τα προτερήματά σου.

Κι έτσι φτιάχνεις μια ζωή μόνο με πράγματα κι ανθρώπους που ταιριάζεις πραγματικά. Με πράγματα κι ανθρώπους που σκέφτηκες καλά πριν βάλεις τη ζωή σου, που τα ζύγισες και τα μέτρησες, γι’ αυτό και τα κέρδισες.

Γι’ αυτό σου λέω, ο μόνος χρόνος που μπορώ να σου πω με σιγουριά πως δε θα πάει χαμένος είναι αυτός που θα επενδύσεις στο να μάθεις τον ίδιο σου τον εαυτό.

 

Συντάκτης: Ναταλία Κωνσταντινίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη