Καθόμασταν σε μια παραλία κάπου στα Βόρεια, ήταν κοντά άνοιξη. Κάπνιζες κοιτώντας τη θάλασσα. Γύρισες και με κοίταξες ήσυχα. «Ν’ αγαπήσεις ή ν’ αγαπηθείς;» ρώτησες. Θυμάμαι που σου γέλασα, το ίδιο ήσυχα όσο με κοίταξες. «Ν’ αγαπήσω» σου απάντησα. Και δεν το μετανιώνω ακόμη και τώρα, δυο χρόνια μετά.

Απόρησες μαζί μου. Λογικό. Αφού είχες μάθει μόνο να παίρνεις, δίνοντας όσο πιο λίγα γίνεται. Δε σου απάντησα ποτέ και θυμήθηκα σήμερα, δυο χρόνια μετά, να σου πω γιατί οι άνθρωποι που επιλέγουν να αγαπήσουν παρά να αγαπηθούν είναι ίσως λιγάκι πιο «άνθρωποι» απ’ τους υπόλοιπους.

«Να αγαπήσω, φυσικά, αγάπη μου -αν μου επιτρέπεις να σε αποκαλώ ακόμη έτσι. Να αγαπήσω, γιατί το να αγαπάς με την καρδιά σου δε συγκρίνεται με κανένα άλλο συναίσθημα σ’ αυτόν τον κόσμο. Να αγαπήσω, γιατί αν τα καταφέρω, πάει να πει πως νιώθω -κι όποιος νιώθει, είναι στ’ αλήθεια τυχερός. Να αγαπήσω γιατί η αγάπη σε ομορφαίνει, σου προσθέτει πόντους, όχι στο εγώ σου μα στο είναι σου, στο ποιόν σου. Σου προσθέτει αφορμές, ελπίδες, όνειρα, σου ανοίγει πόρτες, σου δίνει φτερά, σε αλλάζει, σε μεταμορφώνει, σε μεταποιεί.

»Να αγαπήσω, γιατί ακόμη κι αν αυτός που μου ξύπνησε την αγάπη δε θέλει ή δεν μπορεί να την λάβει, ωστόσο εγώ την νιώθω, την έχω. Εγώ την ξετρύπωσα από μέσα μου, εγώ την πάλεψα, την έφτιαξα, την έχτισα. Εγώ την δημιούργησα και την μεγάλωσα. Εγώ την ζω, εγώ ξυπνάω και κοιμάμαι κάθε βράδυ μαζί της. Εγώ την αναθρέφω.

»Γιατί, αν μόνο αγαπηθώ, τότε θα ‘χω μόνο δέκα μαραμένα κόκκινα τριαντάφυλλα στο βάζο δίπλα στο παράθυρο με τις μπλε κουρτίνες. Θα ‘χω μόνο μια ξεχασμένη κάρτα με ευχές κι ένα κιτρινισμένο “σ’ αγαπώ” για επίλογο. Θα ‘χω μόνο ένα κολιέ που μου χάρισες κλειδωμένο στο συρτάρι. Αν μόνο αγαπηθώ, θα ξεχάσω. Αν μόνο αγαπηθώ, θα ‘χω μόνο λόγια και κάτι ηλίθια μηνύματα στο κινητό για να μπαίνω πού και πού να τα διαβάζω και να ξέρω πως κάποτε κάποιος με αγάπησε.

»Αν μόνο αγαπηθώ, θα ‘χω πάντα μια νοσταλγία στο βλέμμα, μια νοσταλγία να αγαπηθώ ξανά, που κάποτε θα μου γίνει εμμονή. Θα γίνει κόμπος στον λαιμό μου. Αν μόνο αγαπηθώ, θα ‘χω μόνο ύλη να θυμάμαι, μόνο πράξεις άχρηστες. Θα λείπει το συναίσθημα, θα λείπει το “νιώθω”.

»Κι εσύ, που προτιμάς να αγαπηθείς, απορώ με ‘σένα. Γιατί όποιος προτιμά να αγαπηθεί, του λείπει η αυτοπεποίθηση, του λείπει ο αυτοσεβασμός κι η αυτοεκτίμηση. Είναι γεμάτος ανασφάλειες κι αυταπάτες.

»Να αγαπήσω, αγάπη μου. Αληθινά, δυνατά κι ουσιαστικά.»

Κι ελπίζω να σε κάλυψα γιατί σαν να μου φαίνεται πως στερεύουν τα λόγια μου. Κι εσύ σαν να μου φαίνεσαι πως ψάχνεις ακόμη να βρεις ανθρώπους να σε αγαπήσουν, παρά να προσπαθήσεις να τους αγαπήσεις εσύ. Γιατί φοβάσαι, γιατί αδυνατείς, γιατί είσαι ανίκανος ή κι όλα μαζί. Δεν ξέρω γιατί.

Μα βάλε τα δυνατά σου να αγαπήσεις έστω και μία φορά, όσο προλαβαίνεις. Βάλε τα δυνατά σου να κάνεις κάποιον άλλο άνθρωπο τόσο όμορφο στα μάτια σου που να δυσκολεύεσαι να τον συγκρίνεις με τον ίδιο σου τον εαυτό. Γιατί, αν το καταφέρεις, τότε μόνο θα καταλάβεις πως η αγάπη που έψαχνες να βρεις από τους άλλους, μόνο μέσα σου κρυβόταν όλον αυτόν τον καιρό.

 

Συντάκτης: Ναταλία Κωνσταντινίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη