Προσπάθεια. Μια λέξη γνωστή σε όλους μας. Γνωστή και ξεφτισμένη. Γνωστή και χιλιοφορεμένη. Μια λέξη σταθμός σε αποφάσεις, σε σχέσεις, σε δουλειές, σε καταστάσεις. Μια λέξη βαριά. Μια λέξη που κουβαλάει πάνω της βάρος ευθύνης. Άλλοτε μικρής κι άλλοτε μεγάλης, μα ευθύνης!
Μια λέξη που κάποτε μας έγινε θηλιά, κι εμένα κι εσένα και του απέναντι. Μια λέξη που δε χωρούσε αμφιβολία, που δε χωρούσε μισή καρδιά. Μια λέξη που απαιτούσε -κι απαιτεί- θάρρος, θράσος, δύναμη και μυαλό. Όλα μαζί, όλα στα χίλια. Μια λέξη που αν μη τι άλλο θέλει γερό στομάχι. Μα για φαντάσου η προσπάθεια να σταματήσει. Για φαντάσου να μη θέλουμε άλλο να προσπαθούμε. Για φαντάσου να επιτρέπεται. Να επιτρέπεται να σταματήσουμε. Για φαντάσου να μπορούμε να ξέρουμε πότε η προσπάθειά μας ήταν αρκετή, κουραστική και τετριμμένη. Να μπορούσαμε να δούμε καθαρά πότε φτάσαμε στο τέλος της διαδρομής, πότε αποτύχαμε, πότε -δυστυχώς ή ευτυχώς- δεν έχουμε κάτι άλλο να δώσουμε.
Ξεχνιόμαστε συνήθως. Η προσπάθεια που κάνουμε μας γίνεται συνήθεια. Ξυπνάμε και κοιμόμαστε με την έγνοια να τα καταφέρουμε. Η επιλογή δεν είναι πια επιλογή. Μόνο έναν δρόμο βλέπουμε. Δεν αμφιβάλλουμε πια γι’ αυτόν, δεν έχουμε δεύτερες σκέψεις, δεν υπάρχει άλλο σωστό. Μα πόσο λάθος κάνουμε. Η επιλογή δεν είναι ποτέ μία. Δεν υπάρχει ποτέ μόνο ένα σωστό. Ο δρόμος δεν είναι ποτέ ένας. Κι αν καταλήξαμε να βλέπουμε έναν, τους άλλους τους κρύβουμε με τα ίδια μας τα χέρια.
Η επιλογή να σταματήσουμε την προσπάθεια είναι και ήταν πάντα παρούσα. Είναι δύσκολο να καταλάβουμε πότε μια σχέση έχει τελειώσει οριστικά, δύσκολο να παρατήσουμε μια δουλειά, δύσκολο να λήξουμε μια φιλία, δύσκολο να πάμε παρακάτω, δύσκολο να βάλουμε τελεία. Κι ίσως να είναι αυτό που διάβασα κάπου κάποτε, πως εμείς οι άνθρωποι δε φοβόμαστε τόσο το τέλος καθ΄αυτό, μα την αλλαγή. Ναι. Ίσως να φοβόμαστε να αφήσουμε κάτι που ξοδέψαμε πάνω του κόπο και χρόνο, κάτι που πιστεύαμε πως λειτουργεί, κάτι που πείσαμε τους εαυτούς μας πως είναι το ιδανικό, κάτι που εν τέλει θεοποιήσαμε μόνοι μας. Κι όταν αυτό το κάτι τελειώσει, όταν αυτό το κάτι δεν ήτανε τελικά το ιδανικό -γιατί τι είναι τελικά ιδανικό;- αρνούμαστε να το δούμε, αρνούμαστε να παραδεχτούμε πως κάναμε λάθος.
Και μπορεί αυτό να είναι το λάθος μας. Πως δεν κάναμε ποτέ λάθος. Όταν αυτό το κάτι ήταν για ‘μας το σωστό, ήτανε πράγματι το σωστό τη χρονική στιγμή που το ζούσαμε. Όσο κι αν θέλουμε να προβλέπουμε το μέλλον, δεν μπορούμε.
Το να μάθουμε να σταματάμε την προσπάθεια όταν αυτή είναι πια αχρείαστη, δεν είναι εύκολη υπόθεση. Μα, αν το καλοσκεφτούμε, εμείς οι ίδιοι θα είμαστε καλύτερα, εμείς οι ίδιοι θα νιώθουμε πιο ήρεμοι και κατασταλαγμένοι, αν για μια στιγμούλα δούμε και τους υπόλοιπούς μας δρόμους. Αν για μια στιγμούλα αναρωτηθούμε αν στ’ αλήθεια η προσπάθεια αξίζει. Και μη γελιόμαστε, κάποτε πραγματικά θ’ αξίζει. Κάποτε η προσπάθεια φτιάχνει, ξαναχτίζει, ομορφαίνει. Μα όχι πάντα.
Στόχος είναι να ξέρουμε πότε η προσπάθεια θα ξαναχτίσει και πότε θα γκρεμίσει. Πότε θα γκρεμίσει εμάς τους ίδιους, που προσπαθώντας να φτιάξουμε κάτι, ξεχνάμε πως πρώτα απ’ όλα πρέπει να ξαναχτίσουμε εμάς.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου