Λάρισα∙ δεν είναι τυχαίο που λέγεται κι αλλιώς «η πόλη του καφέ». Με μια βόλτα και χωρίς να ψάξουμε ιδιαίτερα, θα δούμε πως υπάρχουν πάνω από χίλιες καφετέριες, κι αυτό γιατί οι άνθρωποι της συγκεκριμένης πόλης ξέρουν να απολαμβάνουν τις μικρές στιγμές και να διασκεδάζουν. Και διασκέδαση δε σημαίνει απαραίτητα να βγεις σε ένα μπαρ, σε κάποιο κλαμπ ή τέλος πάντων σε ένα χώρο με τη μουσική στο τέρμα κι οπωσδήποτε με αλκοόλ.
Ο κόσμος της Λάρισας με λίγα μόλις χρήματα περνάει καλά. Βγαίνει έξω κι έτσι ξεχνάει, εν μέρει κι έστω και προσωρινά, τα προβλήματα που μπορεί να αντιμετωπίζει. Πίνει έναν καφέ με καλούς φίλους, κουβεντιάζει, χαλαρώνει και κάπως έτσι τα χαμόγελα σκάνε στα πρόσωπα κι αντικαθιστούν τις μουντές εκφράσεις της ρουτίνας.
Διανύω το δεύτερο έτος μου στη Λάρισα και θα μου επιτρέψετε να γίνω λίγο πιο εξομολογητική. Στην αρχή, το παραδέχομαι, δε μου άρεσε ιδιαίτερα ως πόλη. Ίσως γιατί ζώντας τόσα χρόνια σε χωριό ήταν όλα πολύ διαφορετικά για μένα -αν κι από πολλούς θα ακούσετε πως κι η Λάρισα ένα μεγάλο χωριό είναι. Αργότερα, όμως, όταν άρχισα να κάνω παρέες –σημαντικές παρέες– κι άρχισα να βγαίνω απ’ το σπίτι, να διασκεδάζω και να φλερτάρω με όλες εκείνες της τρέλες που εμπεριέχουν τα φοιτητικά χρόνια, άρχισα να τη γνωρίζω καλύτερα κι έτσι να την αγαπώ.
Εδώ δε νιώθεις μοναξιά. Κάνοντας βόλτα στην πόλη, μια καθημερινή ημέρα, βλέπεις τα μαγαζιά να σφύζουν από ζωή, γεμάτα από κόσμο. Ψάχνεις να βρεις ένα άδειο τραπεζάκι σε μια καφετέρια στο κέντρο μα μάταια. Παίρνεις έτσι την παρέα σου και συνεχίζετε την αναζήτηση στα λίγο πιο απόμερα. Ακόμα κι εκεί, το ίδιο σκηνικό, είναι σχεδόν όλα γεμάτα.
Η Λάρισα, με τόση φασαρία τα πρωινά, δε θα μπορούσε να μην έχει και βραδινή ζωή. Τα κλαμπ της τόσα όσα χρειάζεσαι για να έχεις επιλογές και να περνάς καλά εναλλάσσοντας σκηνικά. Αν ψάξεις από Τετάρτη και μετά υπάρχουν θεματικές επιλογές στα μαγαζιά της, όπου μπορείς ανάλογα με τα κέφια σου να πάρεις φίλους και γνωστούς ή και μόνο τον εαυτό σου και να διασκεδάσεις με τον καλύτερο επιθυμητό τρόπο.
Τα παραπάνω δημιουργούν την εντύπωση ότι στη Λάρισα η ζωή κινείται σε διαφορετικούς ρυθμούς, πιο χαλαρούς κι αισιόδοξους απ’ ό,τι άλλες περιοχές της χώρας μας. Σε συνδυασμό δε με την επιλογή των μπουζουκιών, το θέμα «διασκέδαση» την κάνει ειδικά τα τελευταία χρόνια να ξεχωρίζει.
Και δεν είναι μόνο η ποσότητα, αλλά κι η ποιότητα και το οικονομικό που βγάζουν τον κόσμο πιο συχνά έξω. Οι τιμές είναι προσιτές, ενώ υπάρχουν και πολλά φοιτητικά μαγαζιά και στέκια τα οποία κάνουν πολύ καλές προσφορές. Το προσωπικό στην πλειοψηφία του είναι ευχάριστο κι υπερβολικά εξυπηρετικό -ίσως γιατί το απολαμβάνουν κι οι ίδιοι.
Κάπως έτσι, η δική μας Λάρισα είναι η πόλη που δεν κοιμάται ποτέ -κάτι σαν τους Νεοϋορκέζους. Κι αυτό γιατί έχει αποδειχθεί πως οι κάτοικοί της πίνουν το ένα τρίτο του καφέ που καταναλώνεται συνολικά στη χώρα μας! Αυτό, λοιπόν, την κάνει τη «βασίλισσα του καφέ» όπως λένε και τη φέρνει στην πρώτη θέση σε εθνικό επίπεδο.
Κι όταν μιλάμε για την πρωτεύουσα της Θεσσαλίας δεν είναι δυνατόν να μην αναφέρουμε το εξής πρόγραμμα, που ακολουθείται πιστά από ντόπιους κι επισκέπτες: καφές το πρωί, καφές το μεσημέρι, καφές το απόγευμα, καφές (γιατί όχι;) ακόμα και το βράδυ. Σχέση εξάρτησης και πάθους πλέον για τους Θεσσαλούς η καφεΐνη.
Για να βρει καταφύγιο αυτό το πάθος, καφετέριες ξεπροβάλλουν από παντού, σε κάθε σοκάκι, σε κάθε γειτονιά. Πλατεία Μιχαήλ Σάπκα (κοινώς Κεντρική πλατεία) μέχρι την πλατεία Εθνάρχη Μακαρίου (κοινώς πλέον πλατεία Ταχυδρομείου), λοξοδρομώντας ίσως και προς την πλατεία Ρήγα Φεραίου (κοινώς πλατεία Νομαρχίας) -ονομασίες που κυρίως στη νέα γενιά δεν είναι γνωστές με τα πραγματικά τους ονόματα. Καφές φίλτρου, εσπρέσο, καπουτσίνο ή φραπές (αν και εδώ που τα λέμε δε ζούμε στην Σαλονίκη, άρα δεν προτιμάται ιδιαίτερα) καφές να ‘ναι κι ό,τι να ‘ναι. Ο μέσος Λαρισαίος πίνει ημερησίως τουλάχιστον τρεις καφέδες.
Κι αφού πιούμε τους καφέδες μας, έχουμε την ενέργεια να εξερευνήσουμε. Παρ’ όλο που μαθαίνουμε το κέντρο εύκολα σαν την παλάμη του χεριού μας, η πόλη διαθέτει όμορφες συνοικίες εκτός κέντρου με ήσυχο κι ευχάριστο κλίμα αλλά εξίσου με αρκετή ζωή. Διαθέτει επίσης πάρκα που της χαρίζουν τη δική τους ομορφιά και πολλές αλυσίδες εμπορικών καταστημάτων, που καλύπτουν όλα τα γούστα.
Όλη αυτή η εικόνα –η πιο χαλαρή και κεφάτη, μιας πόλης που κυκλοφορεί κι αγαπά το έξω–, οδηγεί συχνά τους επισκέπτες να κάνουν σενάρια με τη φαντασία τους ότι οι Λαρισαίοι διαθέτουν πολύ χρήμα, αλλά η αλήθεια, παιδιά, είναι πως απλά ξέρουν να περνάνε καλά και με τα λίγα και κυρίως πως απολαμβάνουν την κάθε στιγμή, ως στάση ζωής. Μπροστά στην τρέλα και τη διάθεσή τους, το χρήμα δεν έχει αξία.
Οι Λαρισαίοι δεν είναι μίζεροι, δε ζουν με κανόνες, «μη» και «δεν». Οι άνθρωποι ξέρουν να γλεντάν και να δίνουν την ψυχή τους όταν χρειάζεται, γιατί κακά τα ψέματα μπορεί να ζούμε σε μία χώρα που χρόνια τώρα διανύει μια περίοδο κρίσης μα οι Έλληνες ξέρουμε από ανεβασμένο ηθικό κι αναγνωρίζουμε πόσο σημαντική είναι η θετική ψυχολογία για να κάνουμε πράξη όσα ονειρευόμαστε. Όσο να πεις, η καλοπέραση δίνει κι ένα μίνι μπόνους στη ζωή μας.
Καλή διάθεση, καφές κι αισιοδοξία, λοιπόν, το τρίπτυχο της επιτυχίας!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη