«Εσύ πότε θα παντρευτείς;».

«Κανένα παιδάκι δε θα κάνεις; Έχεις φτάσει τα 30 πια.»

«Άντε άντε. Περνάνε τα χρόνια.»

«Τι; Καλόγρια θα σε κάνουμε;»

«Να νοικοκυρευτείς.»

«Να τακτοποιηθείς.»

Έξι συχνότατες στερεοτυπικές φράσεις- ενίοτε και περισσότερες, μιας και η αιχμηρή κριτική για τη ζωή των άλλων δε διακρίνεται ποτέ από φειδώ- μέσα από τις οποίες αντανακλάται και διαιωνίζεται ένα άγραφο και άτυπο deadline, που έχει θέσει η κοινωνία για τους εκπροσώπους του γυναικείου φύλου και με το οποίο προσδοκά και αναμένει από τις γυναίκες, ότι μέχρι να φτάσουν σε μία συγκεκριμένη ηλικία (η οποία ηλικία συνήθως προσδιορίζεται στα 30-35 έτη) θα έχουν παντρευτεί και θα έχουν κάνει οικογένεια.

Γραμμένο δε θα το δεις πουθενά. Δεν υπάρχει νόμος του κράτους που να το επιβάλλει. Καμία τυπική κατοχύρωση και καμία θεσμοθέτηση. Άρα και καμία υποχρέωση υπακοής. Σωστά; Διότι υποχρέωση με την τυπική και νομική έννοια του όρου πράγματι δεν υφίσταται, ώστε να εξαναγκαστεί κάποιος να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη πορεία ζωής. Οι κοινωνικές αντιλήψεις ωστόσο, τα πρότυπα, και οι επιδιώξεις βρίσκονται εκεί ως άλλη δαμόκλειος σπάθη, που καραδοκεί πάνω από τη ζωή μια γυναίκας και που εν τέλει προσγειώνεται με δύναμη κάθε φορά που με περίσσεια άνεση εκφέρεται μία από τις προηγούμενες ή άλλη παρόμοια φράση. Με τόση μάλιστα σφοδρότητα, ικανή να δημιουργήσει πίεση και ενοχές σε μία γυναίκα για την επιλογή της να μην ακολουθήσει καθόλου ή να μην ακολουθήσει επακριβώς το χρονοδιάγραμμα που οι κοινωνικές προσδοκίες έχουν διαμορφώσει και θεωρούν ορθό.

Αυτού του είδους η κριτική, που εντείνεται σταθερά όσο κάποια πλησιάζει προς τον υποτιθέμενο «τερματικό σταθμό» και βαίνει προς τη δεκαετία των 30, προκαλεί μια σειρά από δεύτερες σκέψεις και τοποθετεί την εκάστοτε γυναίκα σε μία διαδικασία να αναλογιστεί, μήπως έχει καθυστερήσει να κάνει κάποια πράγματα. Να αναρωτηθεί, και τελικά ενδεχομένως να επηρεαστεί, σε βαθμό που να αμφισβητήσει, έστω προ στιγμήν, αυτή η ίδια το κατά πόσο έχει προβεί σε σωστές επιλογές ζωής. Ακόμη και αν κάποια γυναίκα είναι πιο ανθεκτική και στέκεται ανεπηρέαστη σε τέτοιου είδους επικρίσεις, και μόνο το γεγονός πως καλείται, εντός οποιασδήποτε συζήτησης, να αιτιολογήσει, να δικαιολογήσει και να λογοδοτήσει κατ’ ουσίαν για τον τρόπο ζωής της και τις επιλογές της, είναι πέρα για πέρα αγχωτικό και καταπιεστικό.

Διότι η ζωή- ιδίως μάλιστα η προσωπική ζωή- καθενός ανθρώπου δεν αποτελεί έναν αγώνα δρόμου. Δεν αποτελεί πεδίο ανταγωνισμών και συγκρίσεων. Υπάρχουν εκεί έξω γυναίκες οι οποίες πράγματι έκαναν την επιλογή να δημιουργήσουν οικογένεια σε αυτήν την ηλικία. Υπάρχουν γυναίκες που παντρεύτηκαν και έκαναν παιδιά σε μεγαλύτερη ηλικία. Υπάρχουν γυναίκες που προτίμησαν να γίνουν σύζυγοι και μητέρες νωρίτερα (και που και εκείνες όμως, επίσης ήρθαν αντιμέτωπες με αντίστοιχα επικριτικά σχόλια του τύπου «βιάστηκες», «δεν πρόλαβες να ζήσεις τη ζωή σου» κτλ). Υπάρχουν γυναίκες που διάλεξαν να γίνουν μόνο σύζυγοι και όχι μητέρες. Υπάρχουν γυναίκες που θέλησαν να γίνουν μόνο μητέρες και όχι σύζυγοι. Και υπάρχουν και γυναίκες που δεν επέλεξαν να γίνουν στη ζωή τους τίποτα από τα δύο. Και κάθε μία από αυτές τις επιλογές ξεχωριστά είναι, ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι πλήρως αποδεκτή, χωρίς να επισύρει και να συνοδεύεται από κακοπροαίρετα σχόλια. Διότι το ζήτημα δεν είναι το τι πρέπει και το τι μπορεί να κάνει κάποιος με βάση τα κοινωνικά πιστεύω. Το ζήτημα είναι ότι πρέπει να μπορεί. Πρέπει να μπορεί να κάνει αυτό που θέλει. Πρέπει να μπορεί να επιλέξει έναν τρόπο, μία φιλοσοφία ζωής, που να ανταποκρίνεται και να ικανοποιεί τις προσωπικές του ανάγκες, φιλοδοξίες και επιθυμίες, και όχι να προσαρμόζει και να συμβιβάζει τη ζωή του ανάλογα με το τι αναμένει από αυτόν ο κόσμος.

Στο τέλος της ημέρας, όταν πλέον τα φώτα σβήνουν και ο καθένας αποσύρεται και μένει μόνος με τις επιλογές του· εκείνες τις στιγμές που είσαι εσύ απέναντι σε εσένα και δε βρίσκεται κανένας τριγύρω να σε κρίνει και να εκφράσει με αυτοπεποίθηση την άποψη του για το τι έχεις πετύχει, τι έχεις καταφέρει, πόσα λάθη έχεις χρεωθεί και πόσο μπορεί να έχεις «αργήσει» στη ζωή· εκείνες τις στιγμές είναι προτιμότερο να είσαι εσύ ικανοποιημένος με τη ζωή που κάνεις παρά να έχεις υποκύψει και να έχεις εγκλωβιστεί σε μία ζωή που σου υπέδειξαν προκειμένου να χωράς στα στενά και άκαμπτα «πατρόν» της κοινωνίας. Διότι όσο όμορφο και να το βλέπει κανείς το «κουκλόσπιτο» που έχεις φτιάξει, εάν έναυσμα της δημιουργίας του ήταν το να κρατήσεις ευχαριστημένους τους άλλους, ώστε να μην έχουν να σου προσάψουν τίποτα, για σένα αυτό το «κουκλόσπιτο» θα παραμένει πάντοτε ένα ασφυκτικό «κλουβί».

Συντάκτης: Παναγιώτα Παπακωνσταντίνου