«Fake it till you make it» ή αλλιώς «προσποιήσου μέχρι να το καταφέρεις». Μία δημοφιλής πλέον φράση, ένα μότο που πολλοί άνθρωποι επιλέγουν να υιοθετήσουν ως στάση και φιλοσοφία ζωής προς τον δρόμο για την κατάκτηση της επιτυχίας και της αυτοβελτίωσης.
Η σκέψη πίσω από αυτήν την πρόταση συνίσταται στην πεποίθηση ότι είναι δυνατό κανείς να επιτύχει αυτό που επιθυμεί, με το να συμπεριφέρεται σαν να το έχει ήδη κατορθώσει. Πρόκειται για ένα είδος, μια μορφή, θα λέγαμε, αυτοεκπληρούμενης προφητείας: «πιστεύω τόσο έντονα πως θα συμβεί κάτι κι αυτό καταλήγει να πραγματοποιείται». Έτσι ακριβώς και εδώ: «ενεργώ σαν να είμαι ή να έχω κάποια συγκεκριμένη ιδιότητα ώσπου καταλήγω εν τέλει να είμαι αυτό το άτομο που έχω οραματιστεί ή να έχω αυτήν την επιδιωκόμενη ιδιότητα».
Οι υποστηρικτές αυτής της ψυχολογικής στρατηγικής θεωρούν και ισχυρίζονται πως αποτελεί έναν ιδιαίτερα αποτελεσματικό μηχανισμό αντιμετώπισης προβλημάτων και καταστάσεων, καθώς το άτομο καλείται να φερθεί σαν να έχει ήδη επιλύσει και ξεπεράσει την εκάστοτε κάθε φορά προβληματική συνθήκη-περίσταση με την οποία καλείται να αναμετρηθεί. Συχνό και χαρακτηριστικό παράδειγμα εφαρμογής της τακτικής «fake it till you make it» αποτελεί η προσπάθεια να υπερνικήσει κανείς το άγχος ή την έλλειψη αυτοπεποίθησής του. Παρά το γεγονός δηλαδή πως κάποιος μπορεί να καταβάλλεται από έντονο άγχος λ.χ. όταν καλείται να εκφωνήσει μια δημόσια ομιλία, θεωρείται πως αν προσποιηθεί και παρουσιαστεί στο κοινό του ως άνετος και χαλαρός, εν τέλει καταλήγει πράγματι να μην επηρεάζεται από το αυτό και να διεκπεραιώνει επιτυχώς την αποστολή του.
Ιδιαίτερα στην περίπτωση της έλλειψης αυτοπεποίθησης υποστηρίζεται πως όταν κάποιος «αναγκάζει» και «υποχρεώνει» τον εαυτό του, ενόψει διάφορων καταστάσεων να τις αντιμετωπίσει αυτές επιδεικνύοντας μια στάση θάρρους και αυτοπεποίθησης, συνηθίζει να συμπεριφέρεται κατά αυτόν τον τρόπο, καταλήγει να καλλιεργεί την εμπιστοσύνη στο εαυτό του κι εν τέλει να μετατρέπεται σε ένα άτομο που όντως αποκτά και διαθέτει αυτοπεποίθηση. Θυμίζει κατά κάποιον τρόπο την αριστοτελική προσέγγιση ότι υπάρχουν πράγματα που τα μαθαίνουμε κάνοντάς τα κι αφού τα έχουμε μάθει, μπορούμε πλέον να τα κάνουμε. Το γνωστό κλασικό σχολικό παράδειγμα που δίδεται με την κιθάρα. Για να παίξεις κιθάρα πρέπει να μάθεις κιθάρα. Για να μάθεις κιθάρα πρέπει να αρχίσεις να παίζεις κιθάρα. Αφού έχεις μάθει, μπορείς πλέον να παίζεις.
Η προβληματική που ανακύπτει, ωστόσο, και που είναι ακριβώς το στοιχείο αυτό που καταδεικνύουν όσοι αμφισβητούν και αμφιβάλλουν για την αποτελεσματικότητα αυτής της στάσης ζωής, είναι το στοιχείο της προσποίησης και το ότι αυτό στην πραγματικότητα, σε αντίθεση με ότι ειπώθηκε, έρχεται να επιδράσει αρνητικά στην ψυχολογία του ατόμου. Θεωρείται ότι το να συμπεριφέρεται και να παρουσιάζει κανείς μια εικόνα στους γύρω του που διατηρεί απόσταση από αυτό που πραγματικά είναι τείνει στο να προκαλέσει εσωτερική σύγχυση και κρίση ταυτότητας στο άτομο. Αυτό διότι στις συναναστροφές του, προκειμένου να προβάλλει αυτή τη συγκεκριμένη εικόνα που έχει στο μυαλό του και τα στάνταρ της οποίας προσπαθεί να φθάσει, προσποιείται κι υποκρίνεται ότι είναι κάτι άλλο από αυτό που ουσιαστικά είναι. Σαν να φοράει μια μάσκα και να υποδύεται έναν ρόλο. Η κατάσταση αυτή μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε αισθήματα ψυχικής εξουθένωσης και μοναξιάς, καθώς του δημιουργείται η αίσθηση πως κανείς δεν τον γνωρίζει πραγματικά, ότι κοροϊδεύει τους κοντινούς του ανθρώπους (φίλους, παρέες, συγγενείς κ.τ.λ.) και ότι δεν είναι ειλικρινείς στις σχέσεις του μαζί τους, πράγμα που έχει ως συνέπεια το να βρίσκεται σε αδυναμία να πλησιάσει, να εμπιστευθεί, να δημιουργήσει ισχυρούς και ουσιαστικούς δεσμούς.
Στην πραγματικότητα, βέβαια, όπως ισχύει και στις περισσότερες των περιπτώσεων, το κλειδί βρίσκεται στην ισορροπία. Το «fake it till you make it» δεν είναι παρά μια ακόμη μέθοδος, ένα εργαλείο προς την προσωπική ανάπτυξη και βελτίωση του ατόμου. Μια παρανόηση ως προς την εφαρμογή του είναι πως όταν γίνεται λόγος για «προσποίηση» δεν εννοείται η υιοθέτηση μιας υποκριτικής και ψεύτικης συμπεριφοράς ούτε η δημιουργία περσόνων τελείως διαφορετικών από την προσωπικότητά μας, που ενεργοποιούμε όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με στρεσογόνους καταστάσεις. Αυτό που ουσιαστικά πρεσβεύει το όλο σκεπτικό πίσω από τη φράση αυτή, είναι πως ναι μεν αναγνωρίζουμε ότι τη δεδομένη στιγμή έχουμε μια ιδιότητα π.χ. άγχος, ανασφάλεια, χαμηλή αυτοεκτίμηση, κοινωνική αδεξιότητα ή αβολοσύνη, την οποία όμως επιθυμούμε να αποβάλουμε.
Η σημασία του «fake it till you make it» έγκειται επομένως στο ότι αφενός την επόμενη φορά που θα βρεθούμε ενώπιον μιας περίστασης που πυροδοτεί το άγχος μας ή την ανασφάλειά μας ή οποιοδήποτε άλλο τέτοιο αρνητικό συναίσθημα, θα επιχειρήσουμε να το διαχειριστούμε και να αντιμετωπίσουμε τη συγκεκριμένη κατάσταση χωρίς να επιτρέψουμε να μας καταβάλει, και ότι αφετέρου θα επαναλαμβάνουμε αυτήν την ψύχραιμη αντίδραση σε κάθε επόμενη φορά μπροστά σε κάποιο ερέθισμα, έως ότου τέτοιου είδους αρνητικά συναισθήματα να μη μας επηρεάζουν.