Να ζει κανείς ή να μη ζει; Αυτή είναι μια φράση την οποία έχουμε ακούσει όλοι μας έστω μία φορά στη ζωή μας, θεατρόφιλοι και μη. Αφορά σε ένα βαθιά φιλοσοφικό ερώτημα που απασχολεί την ανθρωπότητα ολόκληρους αιώνες τώρα και το χρησιμοποιούμε πολύ στην καθημερινότητά μας είτε κυριολεκτικά είτε μεταφορικά χωρίς απαραίτητα να γνωρίζουμε την προέλευσή της φράσης. Αυτό το ερώτημα εκφράζεται από τα χείλη του Άμλετ σε έναν εκπληκτικό μονόλογο στην 1η σκηνή της Γ΄ πράξης του ομώνυμου έργου του Σαίξπηρ.
Ο Σαίξπηρ αποτελεί αναμφίβολα έναν από τους εμβληματικότερους θεατρικούς συγγραφείς παγκοσμίως αποτυπώνοντας στα έργα του τα ανθρώπινα πάθη και τον ανθρώπινο ψυχισμό. Έπλασε λογοτεχνικούς και θεατρικούς χαρακτήρες με τόσο φυσικό τρόπο που να εκφράζουν εσωτερικές ψυχικές μάχες, δίνοντας παράλληλα στη συμπεριφορά τους μια αισθητική μορφή υψηλής ποιότητας. Ο Σαίξπηρ πληροί θα λέγαμε όλες εκείνες τις προϋποθέσεις για να κερδίσει τον τίτλο του Μεσαιωνικού Ψυχαναλυτή.
Επιστρέφοντας πίσω στον Άμλετ, αντιλαμβανόμαστε πως ενδεχόμενος να είναι ο πιο σπουδαίος του ήρωας. Ρομαντικός και τρωτός με έναν δυναμισμό που αντλεί από την αγάπη του και την ηθική του. Βιώνει πολύπλευρα την απώλεια αφού χάνει τον αγαπημένο του πατέρα, χάνει τη μητέρα του καθώς εκείνη παντρεύεται αμέσως τον αδερφό του και εν αγνοία της τον υπεύθυνο για το χαμό του, ενώ αυτόματα χάνει και το νόμιμο δικαίωμα στον θρόνο. Αυτό το τρίπτυχο της απώλειας λειτουργεί σαν μία καθαρή ακύρωση της υπόστασής του και σαν μία αφαίρεση του δικαιώματός του στη ζωή.
Ο πατέρας παρουσιάζεται ως ο βέλτιστος και αποτελεί πρότυπο το οποίο όμως χάνεται. Η μητέρα που πιθανόν να αποτελεί κι ένα ερωτικό πρότυπο για τον Άμλετ, φανερώνοντας μία σχέση Οιδιπόδειου, αντικαθιστά τον πατέρα με τον νέο σύζυγο. Ξαφνικά ο Άμλετ νιώθει να απειλείται από μία νέα δύναμη που κερδίζει όλα του τα κεκτημένα και εκεί φυσικά η δόλια συμπεριφορά που έρχεται αντιμέτωπος για να κινητοποιήσει έναν ολόκληρο μηχανισμό στον ψυχισμό του Άμλετ.
Ο Άμλετ αποτελεί τον κατεξοχήν τραγικό ήρωα αφού βρίσκεται ανάμεσα σε ένα σημαντικό δίλημμα που θα καθορίσει την πορεία του και την ύπαρξή του σε αυτόν τον κόσμο. Να αυτοδικήσει ή να αφήσει το άδικο ατιμώρητο; Εδώ συναντάμε τον πολιτικό χαρακτήρα του έργου και αποτελεί αδιαμφισβήτητη απόδειξη ενός πανανθρώπινου αισθητικού και υπαρξιακού προτύπου. Το παρελθόν του ήρωα αναφέρεται και παρουσιάζεται ως καλό, στον παρόν που βιώνει όμως αυτό έχει καταρρεύσει και διακατέχεται από μία έντονη νοσταλγία για όλα όσα χάθηκαν. Στο πρόσωπό του διακρίνουμε αηδία γι΄αυτό που συμβαίνει στο παρόν σχετικά με το γάμο της μητέρας του και την εξουσία της αυλής, και μεταφέροντάς το σε μία μεγαλύτερη κλίμακα αντικρίζουμε τον άνθρωπο που αηδιάζει με τις σύγχρονες συνθήκες που επιτάσσουν τον ατομικισμό και τον αχαλίνωτο πόθο για προσωπική ευτυχία να κυριαρχούν στις σχέσεις των ανθρώπων.
Ο Άμλετ όμως, δεν καθοδηγείται αποκλειστικά και μόνο από το αίσθημα της νοσταλγίας για την προτέρα κατάσταση των πραγμάτων αλλά δημιουργεί μία σαφής αντίφαση. Ενσωματώνει έναν διχασμό, μία διαίρεση. Αντιτίθεται στη νέα τάξη πραγμάτων και με τη δική του ατομικότητα παραβιάζει την πειθαρχία και την υπακοή. Αυτό όμως συμβαίνει ως αποκατάσταση της φυσικής και θεϊκής τάξης που χάθηκε με τον θάνατο του πατέρα του. Αυτή η φιγούρα επρόκειτο να δημιουργήσει την αστική κουλτούρα. Αναγνωρίζουμε λοιπόν, εκείνα τα ψήγματα που θα συγκροτήσουν τον αστικό ατομικισμό.
Αυτή η καταγραφή του Σαίξπηρ αποτελεί εικόνα της εποχής σήμερα όπου η υποκειμενικότητα αντιμετωπίζεται ως πολιτικό πρόβλημα. Ο ατομικισμός και η αγάπη για την εξουσία με κάθε μέσο και τρόπο καθώς και η νομιμοποίηση αυθαιρεσιών αποτελούν στοιχείο δομικό όχι μόνο του πολιτικού συστήματος αλλά και ολόκληρης της κοινωνίας σε κάθε πτυχή της. Ο Άμλετ, ο τρελός του χωριού, δεν είναι παρά η φιγούρα εκείνου του ηθικού και ρομαντικού ανθρώπου που αρνείται να ενσωματωθεί σε ένα σύστημα ανομίας και παλεύει μέχρι το τέλος για εκείνο που θεωρεί δίκαιο.
Η τρέλα του προέρχεται από μία κατάσταση την οποία ο ίδιος αδυνατεί να δεχτεί και «χτυπά» τον ατομικισμό με ατομικισμό εγγράφοντας όμως το δίκαιο. Το φάντασμα του πατέρα που εμφανίζεται αναζητώντας δικαίωση είναι το έναυσμα και η αφορμή για επανάσταση. Έτσι και σήμερα η εσωτερική φωνή της συνείδησής μας ζητά να παλέψουμε για το δίκαιο και το τίμιο. Ο καθένας από εμάς είναι -ή θα έπρεπε να είναι- ένας μικρός Άμλετ που μπλέκεται σε διλήμματα, βιώνει απώλειες, χαμένους έρωτες και πνίγεται από το αίσθημα δικαίου που θεωρεί πως πρέπει να επικρατήσει.
Στο τέλος αναγνωρίζεται η αξία του και το ψυχικό του σθένος, ίσως αυτή η αναγνώριση είναι ό,τι ζητούσε πάντα αυτός ο ξεπεσμένος πρίγκιπας για να μπορέσει να υπάρξει. Πάλεψε γι΄αυτήν και τελικά την κέρδισε μαζί με μία θέση στο πάνθεον των ηρώων της λογοτεχνίας, της δραματουργίας και του κόσμου.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου