Οι σχέσεις, τόσο σε προσωπικό αλλά και κοινωνικό επίπεδο, δεν είναι κάτι απλό. Η συνύπαρξη δύο ανθρώπων είναι μία καυτή πατάτα στα χέρια των ειδικών ήδη απ’ τις αρχές της ψυχανάλυσης. Ειδικά στη δική μας εποχή, που όλοι έχουμε μάθει να ανταποκρινόμαστε πιο άμεσα στα εύκολα και τα γρήγορα, το να κρατήσεις μια σχέση σε απόλυτη ισορροπία είναι ένα στοίχημα αρκετά σοβαρό.
Η καθημερινότητα τείνει να φθείρει ακόμη και τις πιο όμορφες κι ιδανικά καμωμένες σχέσεις. Άγχος, προβλήματα, φόρτιση σωματική και πνευματική, δημιουργούν νεύρα που αγγίζουν τα κόκκινα και ψάχνουν διέξοδο αποσυμφόρησης. Κάπου εκεί, ανάμεσα σε δουλειά, υποχρεώσεις και σύντροφο έρχεται η στιγμή που ο καβγάς είναι αναπόφευκτος.
Οι τσακωμοί είναι μια συνθήκη που κανείς ποτέ δεν μπορεί να αποφύγει, τουλάχιστον όχι για πάντα. Βέβαια, θα ήταν πολύ αφοριστικό να δώσουμε αμέσως αρνητική χροιά στο γεγονός αυτό· μέσα από μια ένταση πολλές φορές προκύπτει μια διαδικασία ωρίμανσης για τη σχέση. Εκφράζονται προβληματισμοί, και φόβοι, καθώς και πολλά άλλα θέματα που αναζητούν λύση.
Οι σχέσεις δεν είναι πάντα λίμνες ατάραχες κι ήσυχες, υπάρχει κι εκείνο το βότσαλο που ταρακουνά τα νερά και τα ανανεώνει. Πολλά ζευγάρια μέσα απ’ τους καβγάδες βρίσκουν μία δίοδο κι έναν τρόπο να πάει η σχέση τους παρακάτω. Είναι ένας τρόπος επικοινωνίας μεταξύ τους που έχουν οριοθετήσει –ίσως και υποσυνείδητα– σαν μέσο επίλυσης των δικών τους κρίσεων. Συνεπώς, μία σχέση η οποία βιώνει καβγάδες, που όμως οδηγούν κάπου, μπορεί να χαρακτηριστεί κι αρκετά υγιής.
Στο σημείο αυτό ερχόμαστε να επισημάνουμε πως είναι κι εκείνοι που, σε κάθε καβγά, επηρεασμένοι πλήρως απ’τη δύναμη των συναισθημάτων τους, ξεστομίζουν βαριές κουβέντες κι ακολούθως τις μετανιώνουν. Μία τέτοια είναι αναμφίβολα το «Χωρίζουμε». Συνήθως δε μιλάμε για έναν οριστικό χωρισμό, αφού η διάρκειά του κρατά όσο και τα νεύρα του τσακωμού. Αυτό συμβαίνει επειδή σε εκείνη τη φορτισμένη στιγμή, είμαστε ευάλωτοι και νιώθουμε πως δεν υπάρχει κανένα φως στο τούνελ που έχουμε εισέλθει. Ο δρόμος μπροστά μας εμφανίζεται αδιέξοδος κι εμείς πνιγόμαστε σε μια κουταλιά νερό, που μοιάζει μεγαλύτερη απ’ τον Ειρηνικό ωκεανό.
Η ανωριμότητά μας να διαχειριστούμε τη συγκεκριμένη κατάσταση είναι ίσως ένας λόγος που μας κάνει να χρησιμοποιήσουμε τόσο εύκολα κι αβίαστα τη λέξη αυτή. Ένας άλλος, που δε μας τιμά ιδιαίτερα, είναι το χειριστικό μας κίνητρο. Θέλουμε μέσα από αυτή τη δήλωση να τρομάξουμε τον σύντροφό μας και να του δείξουμε τι θα συμβεί αν δεν υποχωρήσει σε αυτή τη διένεξη.
Θέλουμε να ταρακουνήσουμε την άλλη πλευρά και να συνειδητοποιήσει πως κινδυνεύει να μας χάσει αν δεν κινητοποιηθεί άμεσα. Σε αρκετές περιπτώσεις αυτό μπορεί και να πιάσει, αλλά για πόσο; Η εκβιαστική συμπεριφορά μπορεί να ‘χει κάποια παροδικά αποτελέσματα, αλλά σε καμία περίπτωση δε δίνεται ουσιαστική λύση σε ένα πρόβλημα. Αντίθετα, κουκουλώνει καταστάσεις με τις οποίες θα έρθουμε αναπόφευκτα κάποτε αντιμέτωποι και θα κληθούμε να τις διευθετήσουμε μια για πάντα.
Αυτού του τύπου η επιπόλαια αντιμετώπιση καθιστά τον χωρισμό μια καραμέλα που πιπιλίζουμε σαν παιδιά, εκμηδενίζοντας τελικά την ισχύ του. Ο σύντροφός μας συνηθίζει την κατάσταση και σταματά να δίνει την ίδια σημασία που έδινε στην αρχή, αφού γνωρίζει πως επίκειται πάλι μια απ’ τα ίδια. Είναι ένα παιχνίδι με ροή που όλοι γνωρίζουν, με τέλος προδιαγεγραμμένο, καμία έκπληξη κι ανατροπή, άρα απόλυτα κουραστικό και βαρετό.
Εκτός όμως από το ότι γινόμαστε κουραστικοί, βάζουμε στον εαυτό μας και την ταμπέλα του αναξιόπιστου. Αν τόσο εύκολα χωρίζουμε κι εγκαταλείπουμε στα δύσκολα, τι είναι αυτό που μπορεί να μας κάνει να στηρίξουμε τον σύντροφό μας; Πώς μπορεί να επενδύσει εκείνος συναισθηματικά σε κάποιον που λυγίζει κι αποφασίζει εν θερμώ συνεχώς; Οι άνθρωποι διαφωνούν και θα συνεχίσουν να διαφωνούν γιατί δεν είναι ίδιοι, συχνά τα «θέλω» τους δε συναντιούνται. Το σημαντικό είναι να μάθουμε πως αυτή η διαδικασία είναι φυσιολογική κι υγιής στην πορεία ενός ζευγαριού. Οι ακραίες συμπεριφορές κι οι βεβιασμένες καταστάσεις δημιουργούν ένα τοξικό περιβάλλον, έτοιμο να διαλύσει τη σχέση μας αργά και βασανιστικά.
Κανείς δε μας εγγυάται πως αυτός ο άνθρωπος, που τόσο επιπόλαια πηγαινοφέρνουμε στη ζωή μας, θα ανέχεται αυτά τα παιδιαρίσματα για πάντα. Όταν η σταγόνα ξεχειλίσει το ποτήρι, θα ‘ναι εκείνος που θα πει το «Χωρίζουμε». Μάλιστα, ίσως τότε να το εννοεί οριστικά κι αμετάκλητα και σίγουρα δε θα ‘ναι εκείνος ο χαμένος του παιχνιδιού.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη