Σε εποχές γενικής κρίσης βλέπουμε συχνά την κακοποίηση να εκτοξεύεται. Ολοένα και πληθαίνουν τα σπίτια που όταν σβήνουν τα φώτα η κατάσταση αλλάζει και οι φωνές πνίγονται μέσα στους τοίχους. Σε ό,τι αφορά γυναίκες και παιδιά είναι πάντα ένα επίκαιρο θέμα όμως ειδικά αυτή την εποχή έχει τραβήξει πολύ την προσοχή μας αποτελώντας ένα πολύ έντονο φαινόμενο στο οποίο όλοι καλούμαστε να δώσουμε ένα τέλος.
Η γυναίκα αποκαλούμενη ως «αδύναμο φύλο» βρίσκεται στο προσκήνιο της κακοποίησης χρόνια τώρα μιας και σωματικά -αλλά και για πολλούς άλλους λόγους- θεωρούμε πως είναι πιο εύκολο να βρεθεί θύμα κάποιου με μεγαλύτερη σωματικά -βιολογικά μιλώντας- δύναμη από την ίδια. Αυτό σε ένα βαθμό είναι αλήθεια αφού και οι αριθμοί μαρτυρούν μεγαλύτερο ποσοστό βίας ενάντια στις γυναίκες. Μεγαλύτερο όμως, όχι μοναδικό. Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ πόσοι άνδρες έχουν υποστεί σωματική κακοποίηση από γυναίκες;
Η αντιστροφή του προβλήματος είναι κάτι το οποίο γενικά μάς δυσκολεύει. Όταν τοποθετούμε τα πάντα σε κουτιά και κανόνες, εκείνα που δε συνάδουν με αυτούς μάς αποσυντονίζουν με αποτέλεσμα να τα προσπερνάμε και να βλέπουμε μόνο όσα θέλουμε κι όσα μπορούμε. Αν ανοίξουμε όμως λίγο παραπάνω τα μάτια μας θα δούμε άνδρες που πολλές φορές και σε διάφορες περιπτώσεις υφίστανται βίαιες συμπεριφορές από τις συντρόφους τους.
Πράξεις όπως χαστούκια, κλωτσιές ή ακόμη και τσιμπιές είναι γνωστά στα μάτια μας αλλά κάπως γυρίσαμε το κεφάλι, ή τα σχολιάσαμε και υποτιμητικά προς τον άνδρα. Άλλωστε στο μυαλό δεν πηγαίνει εκείνη τη στιγμή η λέξη κακοποίηση. Πιο πολύ θα σπεύσουμε να σχολιάσουμε τον «ανδρισμό» του θύματος που δεν αντιστέκεται και δεν αμύνεται στη θυμωμένη σύντροφο. Ας σκεφτούμε πόσες φορές αποκαλέσαμε «κότα» κάποιον που μπορεί να «τρώει παντόφλα» από τη σύντροφό του ή να ανέχεται κακοποιητική συμπεριφορά. Όσο σκληρό κι αν ακούγεται τώρα που το διαβάζουμε, άλλο τόσο αληθινό είναι.
Στο μυαλό μας φαντάζει αδιανόητο πως το «ισχυρό φύλο» μπορεί να πέσει θύμα μίας κατάστασης, κι από ποιον; Από μία γυναίκα! Κι όμως, είναι πολύ πιθανό και το βλέπουμε να συμβαίνει σε καβγάδες κι όχι μόνο. Γυναίκες που φωνάζουν στον σύντροφό τους, τον χτυπούν όταν κάτι δεν κάνει καλά στο σπίτι ή δε φέρνει τα σωστά ψώνια από το super market, του μιλούν προσβλητικά και τόσα άλλα που ποτέ κανείς μας δεν έβαλε στην ίδια ζυγαριά με την αντίστοιχη κακοποίηση μίας γυναίκας από τον σύντροφό της· και για του λόγου του αληθές, ας σκεφτούμε ειλικρινά πόσοι από εμάς θα γύριζαν και θα έτρεχαν να βοηθήσουν μία γυναίκα που ο σύντροφός της τη χαστουκίζει μέσα στον δρόμο και πόσοι για το ακριβώς αντίστροφο;
Στη δεύτερη περίπτωση θα πιστεύαμε ίσως πως ο άνδρας ευθύνεται για το χαστούκι που δέχτηκε μιας και κάτι προσβλητικό ή παρενοχλητικό θα είπε στη γυναίκα. Η άμυνα του «αδύναμου» ως προς τον «δυνατό» είναι η πιο λογική εξήγηση. Ναι, ίσως να ήταν κι αυτό αλλά δεν είναι δεδομένο και δεν πρέπει να το παίρνουμε ως τέτοιο. Αυτό ακριβώς είναι ένα ακόμη στερεότυπο το οποίο πρέπει να καταπολεμήσουμε γιατί αυτή η συμπεριφορά μας είναι εξίσου σεξιστική! Είναι άκρως παλιομοδίτικο σε μία σύγχρονη κοινωνία να πιστεύουμε πως στον όρο ενδοοικογενειακή βία το θύμα είναι πάντα η γυναίκα. Το θύμα είναι οποιοδήποτε ανθρώπινο ον πληγώνεται και κακοποιείται. Τα κοινωνικά πρότυπα που θέλουν τον άντρα ισχυρό, οφείλουν και πρέπει να καταργηθούν καθώς διαιωνίζουν μια λανθάνουσα και παρωχημένη αντίληψη που εγκλωβίζει τους άντρες στη σιωπή και την ανοχή.
Όσο δύσκολο είναι για μια γυναίκα να αποκαλύψει και να παραδεχτεί την κακοποίησή της, άλλο τόσο είναι και για έναν άνδρα που θα χάσει τον κοινωνικό του ρόλο και την υπόστασή του στο περιχαρακωμένο πλαίσιο που έχουμε δημιουργήσει με τις θέσεις των δύο φύλων. Όπως έχει πει και ο Καναδός επικοινωνιολόγος Μάρσαλ Μακ Λούαν, «η βία, είτε φυσική είτε ψυχική, είναι μια αναζήτηση της ταυτότητας και του νοήματος. Όσο λιγότερη ταυτότητα, τόσο μεγαλύτερη βία.» Αυτό σημαίνει πως οι άνθρωποι που ξεσπούν με βίαιες πράξεις δεν έχουν μια ολοκληρωμένη ταυτότητα που να μπορεί να υποστηριχθεί από λόγο κι επιχειρήματα και φυσικά κάθε τέτοια δράση οδηγεί στην αντίδραση, δηλαδή στην απώλεια της ταυτότητας και του άλλου. Το θύμα, έστω και προσωρινά, χάνει τη δική του ταυτότητα και την αξία του μέχρι να βρει τη δύναμη να τά πάρει πίσω.
Το «καταδικάζουμε τη βία από όπου κι αν προέρχεται» μπορεί να ακούγεται κλισέ, ίσως και να είναι. Όμως το μόνο σίγουρο είναι πως όποιου χέρι κι αν είναι αυτό που σηκώνεται, οφείλουμε σαν κοινωνία να το κατεβάζουμε πριν ολοκληρώσει την κίνησή του. Δεν έχει σημασία το φύλο, η σωματική διάπλαση ή η μόρφωση. Τα θύματα δεν μπαίνουν σε κατηγορίες είναι απλώς άνθρωποι που νιώθουν πόνο κι οφείλουμε να σταθούμε στο πλευρό τους.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου