Αγαπητοί μου ζηλιάρηδες και μη, σε αυτές εδώ τις γραμμές θα μιλήσουμε για τον απαγορευμένο καρπό του «απόδειξέ το μου». Είναι πολλά εκείνα που θα ήταν σοφό να αποφύγουμε ώστε να καταφέρουμε να κρατήσουμε τη σχέση μας και να ‘μαστε καλά μέσα σε αυτή, αλλά υπάρχει ένα που θα λέγαμε πως είναι το A και το Ω στην αλφαβήτα του έρωτα.
Όσο περισσότερο μοιραζόμαστε χρόνο και στιγμές με το ταίρι μας δενόμαστε μαζί του, κι αυτό, απ’ τη μία πλευρά, είναι πολύ όμορφο, αφού δημιουργεί την οικειότητα, απ’ την άλλη όμως ξυπνά το κτητικό πλάσμα που όλοι λίγο-πολύ κρύβουμε μέσα μας. Για τον λόγο αυτό χρειαζόμαστε αποκλειστικότητα και σιγουριά, βεβαιώνοντας πως αυτό που ζούμε δε θα χαλάσει και δε θα αποτελέσει ένα ξεθωριασμένο σημείο της ιστορίας που θα υπάρχει απλώς εκεί για να μας θυμίζει πως κάποτε ήμασταν ευτυχισμένοι. Αντιθέτως, θέλουμε αυτό που ζούμε να κρατήσει.
Κάπου εκεί, μεταξύ αγάπης, ανασφάλειας και κτητικότητας, αρχίζουμε να έχουμε απαιτήσεις απ’ τον σύντροφό μας που αγγίζουν την υπερβολή και δημιουργούν αποστάσεις. Θεωρούμε πως το να βρισκόμαστε σε μία σχέση με κάποιον μας δίνει το δικαίωμα να ελέγχουμε τις κινήσεις, τις επιθυμίες ακόμη και τις σκέψεις του. Μερικοί από μας, δηλαδή, αν γινόταν να είμαστε και μέσα στο κεφάλι του άλλου πατώντας μικρά-μικρά κουμπάκια με εντολές, θα ‘μασταν ενθουσιασμένοι.
Όσο λοιπόν, η σχέση προχωρά, οι απαιτήσεις γιγαντώνονται κι αναζητάμε συνεχώς περισσότερες αποδείξεις αγάπης κι αφοσίωσης. Για παράδειγμα, έχουμε δημιουργήσει ένα πλαίσιο στο οποίο πάντα ξέρει ο ένας πού βρίσκεται ο άλλος. Σαν την πρωινή αναφορά του στρατού, ένα πράγμα. Αυτή η καταπίεση έχει μετονομαστεί σε ενδιαφέρον, ενώ στην πραγματικότητα είναι μια παράλογη –από πολλές απόψεις– απαίτηση, που μοναδικό σκοπό έχει να καλύψει, προσωρινά, το κενό του κάθε συντρόφου και την ανασφάλειά του.
Το παιχνίδι αρχίζει και γίνεται ακόμη πιο επικίνδυνο όταν για κάθε λέξη χρειάζεται μια απόδειξη. «Απόδειξέ μου ότι μ’ αγαπάς, απόδειξέ μου ότι θα έκανες τα πάντα για ‘μένα, απόδειξέ μου ότι πραγματικά δε φλερτάρεις με κανέναν άλλον άνθρωπό -δηλαδή, δείξε μου το κινητό σου και δώσε μου πρόσβαση σε κάθε κομμάτι της ψυχής σου.» Δυστυχώς αυτός είναι ο πιο λάθος τρόπος να ζεις τη σχέση σου και σίγουρα ο πιο σύντομος δρόμος προς την έξοδο. Η απαίτηση δε χωράει σε μια σχέση που δημιουργείται από επιλογή, όπως ακριβώς ταιριάζει σε μια επαγγελματική σχέση κατά την οποία η συμφωνία είναι ξεκάθαρη κι υπάρχει μια επαφή συμφερόντων, απαιτήσεων κι υποχρεώσεων.
Στον έρωτα, δινόμαστε επειδή το θέλουμε, δε μας υποχρεώνει κάποιος να ‘μαστε ζευγάρι με έναν άνθρωπο, κι όταν εκείνος αντιλαμβάνεται διαφορετικά την επαφή μας και προσπαθεί να επιβάλει την παρουσία του με κάθε τρόπο, τότε σίγουρα θα περάσει τα όρια και τις κόκκινες γραμμές, με αποτέλεσμα αργά ή γρήγορα να βγει εκτός παιχνιδιού.
Καθετί που προσφέρουμε στον σύντροφό μας οφείλει να βγαίνει αβίαστα από μέσα μας, αλλιώς δεν έχει καμία αξία για κανέναν απ’ τους δύο. Στην περίπτωση που δρούμε υπό πίεση και καταναγκασμό, πληγώνονται κι οι δύο μεριές. Φανερά, πληγώνεται πρώτα εκείνος που καταπιέζεται και συνεχώς βρίσκεται στη διαδικασία να προσπαθεί να ευχαριστήσει εκείνον που ποτέ δε θα νιώσει ευχαριστημένος. Όμως, αν το ψάξουμε πιο βαθιά, κι εκείνος που καταπιέζει, πληγώνεται, γιατί αναγνωρίζει στον εαυτό του την καχυποψία που τον κατατρώει από μέσα και το αίσθημα του ανικανοποίητου. Το ξέρει κι ο ίδιος πως τα κενά του δε γεμίζουν, όσο κι αν οι άλλοι προσπαθούν, επειδή ακριβώς αυτός δεν έχει μάθει να κάνει για τον εαυτό του όσα χρειάζεται. Συνεπώς, νιώθει κι εκείνος ανεπαρκής, αισθάνεται ότι δεν αξίζει να αγαπιέται αληθινά, γι’ αυτό χρειάζεται μια συνεχή επιβεβαίωση απ’ το ζευγάρι του.
Η πίεση στη σχέση δεν είναι μόνο αυτό που βλέπουμε. Δεν υπάρχει ο καλός κι ο κακός σύντροφος. Γινόμαστε οι σύντροφοι που θα θέλαμε να ‘χουμε και πολλές φορές γινόμαστε εκείνοι που νομίζουμε πως θα κάνουν τους άλλους χαρούμενους, όμως το σημαντικό είναι να κάνουμε πρώτα ο καθένας χαρούμενο τον εαυτό του. Επιβάλλουμε σε κάποιον να μας αγαπήσει και να μας το δείξει με τον δικό μας τρόπο, επειδή εμείς δεν έχουμε αγαπήσει τον εαυτό μας όσο θα θέλαμε κι όσο θα έπρεπε.
Εκείνοι που ξέρουν να αγαπούν τον εαυτό τους, δέχονται την αγάπη των γύρω τους όπως είναι, χωρίς αλλαγές, χωρίς προσαρμογές και χαίρονται να ανακαλύπτουν ανθρώπους που έχουν κάτι να τους δώσουν. Κάτι αληθινό, κάτι δικό τους. Όταν θα ‘μαστε ικανοί να δεχτούμε την αγάπη κάποιου χωρίς κατευθύνσεις, τότε θα ‘μαστε πραγματικά ευτυχισμένοι.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη