Κουτσομπολιό∙ αθάνατο ελληνικό ελάττωμα που περνά από γενιά σε γενιά σαν τα πατροπαράδοτα έθιμα του έθνους. Απ’ τις κυρίες της γειτονιάς με τις καρέκλες στους δρόμους, στους σύγχρονους νέους που με το που γυρίσεις την πλάτη σου ξεκινούν να μιλούν για σένα, μα φυσικά από κοινωνικό ενδιαφέρον!
Όταν γίνεσαι μάρτυρας και δέκτης αυτού, τα συναισθήματα είναι ποικίλα. Αρχικά, νιώθεις αμηχανία όταν κάποιος σε σχολιάζει, κατόπιν θυμώνεις που τολμούν να μιλούν για σένα πίσω απ’ την πλάτη σου ενώ καταλήγεις να λυπάσαι αφού συνειδητοποιείς πως σίγουρα θα έχεις κάτι περισσότερο ενδιαφέρον να συζητήσουν απ’ τα δικά τους θέματα, αλλιώς δεν εξηγείται αυτή τους η ενασχόληση. Ποιοι είναι, όμως, οι λόγοι που κάνουν κάποιον να θέλει να κουτσομπολέψει;
Ένας βασικός λόγος είναι η περιέργεια! Αδιαμφισβήτητα δίπλα μας υπάρχουν άνθρωποι περίεργοι. Αρέσκονται στο να μαθαίνουν τις κινήσεις των άλλων γύρω τους, νιώθοντας μια απροσδιόριστη ολοκλήρωση. Το συναίσθημα της παντογνωσίας δίνει μια δύναμη σε αυτούς που θέλουν να αισθάνονται πως έχουν τον έλεγχο των πραγμάτων. Συνεπώς, ακόμα και με το ποια βγαίνει ο γείτονας είναι μία σημαντική πληροφορία γι’ αυτούς. Καμία σημαντική πληροφορία, όμως, δεν είναι αρκετά σημαντική αν δεν την μοιραστείς! Εξού κι η ανάγκη να μιλήσει κάποιος για σένα πίσω απ’ την πλάτη σου. Τι να την κάνεις τη γνώση αν δεν την παρέχεις απλόχερα στο φίλο σου;
Σε αυτό το σημείο, έρχεται ένας άλλος λόγος που οδηγεί στο κουτσομπολιό. Πολλοί θεωρούν πως αν μοιραστούν με κάποιον μια πληροφορία που γνωρίζουν, ακόμη κι αν αφορά έναν άλλο, μακρινό ή κοντινό γνωστό, τους φέρνει πιο κοντά. Δημιουργεί ένα δέσιμο μέσα απ’ τη συνενοχή. Αυτοί οι δύο άνθρωποι πια έχουν ένα κοινό σημείο, συνεπώς είναι σαν να δημιουργείται μια σχέση εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο προσώπων που εμπλέκονται απέναντι στο τρίτο πρόσωπο που αφορά το κουτσομπολιό. Είναι, όμως, όντως μια σχέση εμπιστοσύνης;
Φοβού τους ανασφαλείς ανθρώπους, λένε, κι έχουν απόλυτο δίκιο. Οι άνθρωποι που καταφεύγουν να σχολιάζουν τους άλλους, σίγουρα κρύβουν δικές τους ανασφάλειες και κόμπλεξ που δεν τα αφήνουν επ’ ουδενί να εμφανιστούν στον περίγυρό τους. Η τακτική του να μιλούν για τους άλλους είναι σαν μία άμυνα σε όλα εκείνα που θα ήθελαν να έχουν κι οι ίδιοι ή σε αρνητικά χαρακτηριστικά τους που δεν επιτρέπουν να εμφανίσουν, αλλά τα αναγνωρίζουν ως αντανάκλαση στους άλλους.
Το κίνητρο, λοιπόν, είναι κάτι βαθύτερο μερικές φορές απ’ την απλή περιέργεια. Το να θέλει κάποιος να μάθει τι κάνουν οι άλλοι ίσως και να δείχνει την ανάγκη του να δει αν οι υπόλοιποι τα έχουν καταφέρει καλύτερα απ’ τον ίδιο. Αυτόματα, εκδηλώνεται μια ανασφάλεια σχετικά με το πόσο πετυχημένη είναι η ζωή ενός ανθρώπου και πόσο έχει πλησιάσει τους δικούς του προσωπικούς στόχους.
Φυσικά, οι μη ευχαριστημένοι προτιμούν να μιλούν για τους υπόλοιπους παρά για τον εαυτό τους. Έτσι, τοποθετούν τη δική τους ζωή σε μια ανώτερη θέση την οποία δεν την ακουμπούν, αλλά μιλούν γι’ αυτά που οι ίδιοι κατατάσσουν πιο χαμηλά. Η εμπιστοσύνη, λοιπόν, δεν μπορεί να αποκτηθεί σε αυτές τις συνθήκες, γιατί άτομο που κουτσομπολεύει πίσω απ’ την πλάτη των άλλων, σίγουρα θα το κάνει κι όταν γυρίσουν οι πλάτες των φίλων σε κάποιους άλλους που θα χρειαστεί να φέρει κοντά του.
Είναι πολύ βασικό ο καθένας μας ξεχωριστά να είναι ευχαριστημένος με τη ζωή και τις πράξεις του. Όταν η ολοκλήρωση έρχεται από εμάς τους ίδιους δεν έχουμε καμία απολύτως ανάγκη να ασχοληθούμε με το τι και πώς ζουν οι άλλοι. Το ουσιαστικό ενδιαφέρον για τον διπλανό μας δεν εκδηλώνεται με συζητήσεις στις οποίες απουσιάζει και που η πρόθεσή τους δεν είναι θετική.
Αν ενδιαφέρεσαι για κάποιον πραγματικά, μιλάς μαζί του κι όχι πίσω απ’ την πλάτη του. Το βασικό, λοιπόν, είναι να χτίσεις μια ζωή για την οποία θα θέλεις να μιλάς στους φίλους σου αντί να ψάχνεις το ενδιαφέρον στις ζωές των άλλων. Όπως λέμε δηλαδή και στα ελληνικά “get a life!”
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη