Η εξωτερική μας εμφάνιση μαζί με το μυαλό και τις σκέψεις μας αποτελεί αυτό που ονομάζουμε «εαυτό». Η εικόνα μας –αρχικά δοσμένη απ’ τη φύση– είναι κι αυτή μέρος της προσωπικότητάς μας. Το περιβάλλον μας κι ο χαρακτήρας μας, με ό,τι αυτά συνεπάγονται, επηρεάζουν την εμφάνισή μας.
Η θρησκεία, η πόλη της χώρας που κατοικούμε, η νοοτροπία μας είναι όλα χαραγμένα πάνω μας. Άθελά μας, τα μαρτυρά η εξωτερική μας εμφάνιση. Οι ιδέες που εγκαθιδρύονται κι ωριμάζουν μέσα μας, είτε από βούληση δική μας είτε ως απόσταγμα της κοινωνίας που ζούμε, προδίδονται απ’ αυτό που μπορούν να δουν οι άλλοι πάνω μας, χωρίς καν να μιλήσουν μαζί μας. Αν ακούς ροκ μουσική πιθανότατα η ρακιά σου είναι σφραγισμένη και στα ρούχα σου. Αν ζεις σε μια μουσουλμανική κοινότητα πιθανότατα κι αυτό το φανερώνει η αμφίεσή σου. Χωρίς η θεωρία αυτή να σημαίνει απαραίτητα πως οποιαδήποτε ιδέα ή άποψη κουβαλάμε μέσα μας είναι πάντα διακριτή με γυμνό μάτι.
Το σίγουρο είναι πως ο καθένας μας επιλέγει την εξωτερική του εμφάνιση, η οποία μεταλλάσσεται ανάλογα με το τι κυριαρχεί μέσα μας. Αρκεί να σκεφτούμε πως η ωριμότητα ενός ανθρώπου σημαδεύει το σώμα μας γερνώντας το μέσα στον χρόνο. Όλοι διαθέτουμε μια ηλικία που απορροφά μέσα της τις εμπειρίες και τις επιλογές μας. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όταν παίρνουμε μια απόφαση μέσα μας, το ίδιο συμβαίνει κι απ’ έξω. Η κουλτούρα του καθενός βρίσκεται πάνω του.
Η φύση μάς δίνει ένα σώμα κι εμείς, με το μυαλό που διαθέτουμε, όσο εξελίσσουμε το μέσα μας, σκαλίζουμε και το έξω μας -απλώς με το να μας φροντίζουμε ή ακόμα αλλάζοντας και ριζικά αυτό που εξωτερικά μοιάζουμε.
Διότι η εξωτερική μας εμφάνιση συνδέεται άρρηκτα με την προσωπικότητά μας. Αν κάτι αποζητά ο άνθρωπος σε όλη του τη ζωή είναι η αποδοχή, τότε η εικόνα μας είναι κι αυτή ένα μέσο για να την αποκτήσουμε, ικανοποιώντας την ανάγκη μας να αισθανόμαστε επιθυμητοί απ’ τους ανθρώπους και τις καταστάσεις που αποζητούμε να μας περιβάλλουν.
Η εικόνα μας είναι μια ψηφιακή οθόνη που αναδύει ασταμάτητα αυτό που έχουμε ανάγκη να προβάλλουμε. Με αυτή θα προσεγγίσουμε όσους θέλουμε να γνωρίσουμε και να μας γνωρίσουν. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος στον φυσικό κόσμο. Απλά πλησιάζεις κάποιον, τον βλέπεις, σε βλέπει, κι αυτή είναι η αρχή κάθε υπαρκτής γνωριμίας.
Βέβαια, αυτό που ‘χουμε αποφασίσει να ‘μαστε εξωτερικά μπορεί να ‘ναι αυτό που, πραγματικά, είμαστε κι εσωτερικά ή μπορεί, κάλλιστα, να αποτελεί απλώς ένα καμουφλάζ. Μια ψευδαίσθηση που ‘χουμε στήσει οι ίδιοι για να παρουσιάσουμε στους άλλους αυτό που θα θέλαμε να ‘μαστε. Όταν δημιουργούμε ψευδαισθήσεις στον εαυτό μας γι’ αυτό που θα θέλαμε να ‘χαμε γεννηθεί ή να γίνουμε μετέπειτα, τοποθετούμε την ύπαρξή μας σ’ έναν αέναο κύκλο άσκοπης αλλαγής. Μια ακατάπαυστη διαδικασία διαφοροποίησης της εξωτερικής μας εμφάνισης, επειδή αμελήσαμε να ασχοληθούμε με το τι συμβαίνει μέσα μας.
Ωστόσο, ακόμη κι αν ανήκεις στους υποστηρικτές της άποψης πως η εικόνα τους είναι κάτι για το οποίο αδιαφορούν και τους ενδιαφέρει μόνο το «είναι» τους, η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει πραγματική αδιαφορία απέναντι στο σώμα μας. Το πρόσωπό μας είναι το πρώτο πράγμα που αντικρίζουμε στον καθρέφτη το πρωί και το σώμα μας το πρώτο πράγμα που θα φροντίσουμε μόλις ξυπνήσουμε. Όλοι ενδιαφερόμαστε για την εξωτερική μας εμφάνιση. Η διαφορά έγκειται στην ποσότητα αυτού του ενδιαφέροντος και στο κίνητρο.
Χονδρικά, λοιπόν, υπάρχουν εκείνοι που ενδιαφέρονται περισσότερο για το τι συμβαίνει μέσα τους κι αυτό αποφάσισαν να καλλιεργούν καθημερινά, χωρίς να τους απασχολεί ιδιαίτερα η εξωτερική εμφάνιση κι αυτοί που ενδιαφέρονται περισσότερο για το πώς δείχνουν όταν βγαίνουν έξω, στην προσπάθειά τους να τρέφουν συνεχώς τη φιλαρέσκειά τους, τις ανασφάλειες και τα απωθημένα τους.
Όσοι ανήκουν στην πρώτη περίπτωση είναι, πράγματι, αδιάφοροι ή απλώς είναι εξαιρετικά άνετοι με την εικόνα τους;
Κι όμως, είναι πράγματι όσο αδιάφοροι δείχνουν. Κι όχι επειδή διαθέτουν μια ζηλευτή αψεγάδιαστη αντικειμενικά ομορφιά. Απλά έχουν συμφιλιωθεί πραγματικά με το μέσα τους. Έχουν καλλιεργήσει τόσο πολύ το «είναι» τους που ο χαρακτήρας τους πλέον δεν τους επιτρέπει να ανησυχούν για το πώς δείχνουν. Δε θα χάσουν μια παράσταση στο θέατρο επειδή έτυχε να μη φοράνε τα κατάλληλα ρούχα. Δεν τους ενδιαφέρουν τα μάτια που καρφώνονται πάνω τους για να κριτικάρουν τον τρόπο ζωής που αποφάσισαν να ακολουθήσουν.
Αντιθέτως, αυτοί καθημερινά αντικρίζουν στον καθρέφτη τους τον εαυτό που οι ίδιοι με τις επιλογές τους έχουν δομήσει, κι όχι αυτό που θα ‘θελαν να ‘ναι ή τον εαυτό που άλλοι τους επέβαλαν κι οι ίδιοι δεν αντέχουν. Έχουν συμφιλιωθεί με όσα πάνω τους δεν τους αρέσουν, ή τα ‘χουν βελτιώσει. Έχουν αποδεχτεί όσα δεν μπορούν να αλλάξουν κι έχουν ενδυναμώσει τα καλά στοιχεία του χαρακτήρα τους. Αυτό τους κάνει τόσο άνετους. Όταν γνωρίζεις ποιος είσαι και ποια είναι και τα δυνατά σου σημεία μαθαίνεις και να τα προβάλλεις.
Βέβαια, αυτό δεν είναι κάτι που συμβαίνει απ’ τη μια στιγμή στην άλλη. Ξεκινάει από μέσα μας κι όταν το κατακτήσουμε φωτίζει το έξω μας. Κανένας δε γεννήθηκε αγαπώντας τον εαυτό του, έμαθε να το κάνει. Αλλά πρώτα πρέπει να φτιάξεις εκείνον τον εαυτό που θες να έχεις και να μη σταματήσεις ποτέ να τον βελτιώνεις. Όταν κατασταλάξεις με τα βασικά στοιχεία που δομούν το μέσα σου, θα βρεις μια εικόνα που θα σου ταιριάζει κι εξωτερικά, μα ακόμα κι αν δεν τη βρεις, δε θα ‘χει πια τόση σημασία για ‘σένα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη