Βρίσκεστε σε εκείνο το σημείο που έχετε μόλις γνωριστεί, έχει βάλει ο ένας τον άλλο κάπως δειλά στη ζωή του. Σε κάτι αξημέρωτα βραδιά, εκεί στο χαλαρό, ο ένας είπε: «σε γουστάρω» κι ο άλλος απάντησε: «κι εγώ». Δεν έχετε σχέση, αλλά δε θεωρείτε και τους εαυτούς σας τελείως ελεύθερους. Είναι εκείνη η γλυκόπικρη φάση που κάνει την κατάσταση να μοιάζει μυστήρια.
Νιώθετε κάτι, αλλά δεν ξέρετε τι ακριβώς είναι κι ούτε ποσό θα τραβήξει. Όλα μοιάζουν πολύ χαλαρά ακόμα, το μυαλό όμως έχει πλάσει εικόνες με εσάς τους δυο στο κέντρο και τις τοποθετεί ασυναίσθητα στο μέλλον. Κάπως σ’ αρέσει αυτό.
Προσπαθείς να γειώσεις τις φαντασιώσεις σου, γιατί τίποτα ακόμα δε φαντάζει σταθερό από μεριάς του. Δεν ξέρεις πώς το βλέπει, όμως εσύ το μόνο που θες είναι οι φαντασιώσεις σου να γίνουν κάποτε πραγματικότητα. Δηλαδή, εσείς οι δυο να είστε μαζί. Δεν τολμάς να το πεις, συγκρατείς τα λόγια σου. Με τον καιρό, όμως, σε προδίδουν οι πράξεις σου.
Εσύ ξέρεις τι σου συμβαίνει. Ερωτεύεσαι. Σου λείπει όταν δεν είστε μαζί. Τον θες. Κι έτσι αρχίζεις να επενδύεις και να δίνεσαι. Ανοίγεσαι στις κουβέντες σας και ξοδεύεσαι ώρες ολόκληρες μαζί του. Στο κρεβάτι, στην κουζίνα και στις βόλτες σε όλα τα μέρη που θέλεις να δει. Οι κλήσεις σου στο τηλέφωνό του γίνονται ολοένα και πιο συχνές. Ζητάς τις συμβουλές του, νιώθεις την ανάγκη να του λες οτιδήποτε συμβαίνει μέσα στη μέρα σου. Μοιράζεσαι.
Υπολογίζεις τον άλλον για κομμάτι της ζωής σου. Οι μικρές εκπλήξεις για να τον ευχαριστήσεις πιάνουν τόπο. Μαγειρεύεις για να του δείξεις ότι σε νοιάζει να τρώει καλά. Του αγοράζεις μια μπλούζα για να του πεις ότι του ταιριάζει πολύ αυτό το χρώμα. Δεν τα λες, τα δείχνεις. Είναι πιο δύσκολο μερικές φορές να πεις «σε ερωτεύομαι» απ’ το να το δείξεις.
Κι έτσι, ξαφνικά, εκείνος ο άνθρωπος (που έχει ήδη προλάβει να χωρέσει στα σχέδιά σου) μια μέρα αρχίζει να μαζεύεται. Νιώθει να καταπιέζεται με το λίγο παραπάνω που πας να του δώσεις. Απομακρύνεται και τελικά φεύγει, πριν καταλήξει όλη η έλξη πουθενά. Γιατί σχέση (όχι εκείνες οι βολεμένες) σημαίνει δυνατά συναισθήματα κι εκείνα δεν τα αντέχουν όλοι.
Υπάρχουν δυο κατηγορίες ανθρώπων που επιλέγουν τη φυγή απ’ το ενδεχόμενο μιας σχέσης.
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν εκείνοι που όταν αρχίζουν να ερωτεύονται δεν ξέρουν τι τους συμβαίνει. Έχει συναισθήματα για σένα. Του λείπεις. Σε θέλει. Όσο, όμως, το πράγμα σοβαρεύει, δεν ξέρει πώς να διαχειριστεί τα συναισθήματά του. Ίσως οφείλεται σε παλιές ερωτικές εμπειρίες που κατέληξαν σε πληγές και φοβάται μην την ξαναπατήσει. Ίσως πάλι να είναι η πρώτη φορά που τον πλησιάζει ο έρωτας και τον τρομάζει, όπως καθετί καινούριο κι άγνωστο.
Όσο πιο πολύ δίνεσαι εσύ, τόσο πιο πολύ φοβάται εκείνος. Δε φεύγει επειδή δε θέλει να το ζήσει, αντιθέτως φεύγει επειδή το θέλει πολύ και τρέμει στη σκέψη ότι μια μέρα θα το χάσει. Το μυαλό του ταξιδεύει ήδη στο χειρότερο σενάριο. Είναι καχύποπτος με αποτέλεσμα να μην εμπιστεύεται εύκολα ανθρώπους και νιώθει πως με τη φυγή προστατεύει τον εαυτό του.
Στη δεύτερη κατηγορία, ανήκουν εκείνοι που θεωρούν τους εαυτούς τους ανάξιους για σχέσεις σοβαρές. Τουλάχιστον στις περισσότερες φάσεις της ζωής τους -αν όχι σε όλες. Συνήθως είναι πιο εύκολο γι’ αυτούς να συνεχίσουν μόνοι, μην τυχόν και μετά τον έρωτα υποστούν το κενό του χωρισμού κι αποσυντονιστούν, μην τους αλλάξει κάποιος άλλος, μη δεθούν τόσο που χάσουν τον εαυτό τους. Νιώθουν πως θα απομακρυνθούν απ’ τους στόχους τους και στο τέλος θα χάσουν, και την πάρτη τους και τον άνθρωπο.
Μοιάζουν να έχουν ορίσει τα σύνορά τους κι αν κάποιος τα παραβεί, ανησυχούν. Μια σκληρή αυτό-τιμωρία. Ένας μύθος που επινόησαν μάλλον μόνοι τους κι ονομάζεται «φεύγω πριν ερωτευτώ και καταλήξω σε σχέση, γιατί αδιαμφισβήτητα θα πληγωθώ». Μόνο που ίσως δε θα έπρεπε να είναι τόσο αυστηροί με τους εαυτούς τους.
Είναι εκείνη η περίπτωση των ανθρώπων που έτσι έμαθαν κι έτσι συνήθισαν. Οι «περνάω καλά, αλλά αν δω ότι σοβαρεύει κι αρχίσω να νιώθω σκιρτήματα, κάνω αναστροφή και στη γωνία βρίσκω το επόμενο», με την ελπίδα να είναι πιο χαλαρό, για να μην καταπιέζονται. Μια καθαρή, μη κατακριτέα, επιλογή, αρκεί να έχει γνωστοποιηθεί στον απέναντι από νωρίς, για να μην επενδύσει σε κάτι ευκαιριακό.
Και σ’ αυτή την περίπτωση, όμως, η αιτία της φυγής είναι και πάλι ο φόβος. Νιώθουν ότι δεν μπορούν να δώσουν όσα παίρνουν. Ότι ο έρωτας θα τους αποσυντονίσει, θα τους ρουφήξει όλη την ενέργεια και θα ξεστρατίσουν απ’ το δρόμο που οδηγεί στην προσωπική τους ευτυχία.
Δεν είναι ενάντια στον έρωτα. Πιστεύουν στην ύπαρξή του, αλλά νιώθουν ότι δεν είναι γι’ αυτούς, ότι δεν έχουν χρόνο να ξοδέψουν για να χτίσουν μια σχέση. Πιστεύουν περισσότερο στη μοναξιά τους και θεωρούν το χωρισμό μονόδρομο, γι’ αυτό κι επιλέγουν να προστατεύουν από αυτόν, πριν καν ζήσουν την εμπειρία του έρωτα.
Υ.Γ.: Ίσως είναι καλύτερα όταν κάποιο δυνατό κι αμοιβαίο συναίσθημα μας χτυπάει την πόρτα να το τοποθετούμε στο μυαλό μας στο ίδιο κουτάκι με τα όνειρά μας. Ο έρωτας μπορεί να σε τραβήξει πίσω, είναι γεγονός. Κυρίως, όμως, σε πάει μπροστά. Όταν ρισκάρεις να τον ζήσεις μέχρι τέλους, όπως κι αν καταλήξει, σίγουρα γίνεται πηγή δύναμης και για τους προσωπικούς μας στόχους.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη