

Κάποια μέρα θα ξανά βρεθούνε οι ψυχές. Και τότε δε θα υπάρχει η ηλίθια υπερηφάνεια ανάμεσά τους. Θα ειπωθούν όλα τα «σ’ αγαπάω» που δεν ακούστηκαν. Θα είναι ώριμη πια η ψυχή, θα ξέρει πως χωρίς αυτή την αγκαλιά τίποτα δε θα είναι ίδιο.
Την πρώτη φορά βλέπεις, δεν περνάει από το μυαλό πως κάποια μέρα φέρνει το τέλος. Έτσι απλά, χωρίς ένα σημάδι! Ξαφνικά όλα αλλάζουν, έρχεσαι αντιμέτωπος με μια αλήθεια που δεν μπορούσες καν να φανταστείς. Και τότε καταλαβαίνεις πόσο χρόνο έχασες. Και μακάρι να γύριζε πίσω. Έστω μια στιγμή, να πάρεις μια τζούρα από τη μυρωδιά του ανθρώπου που έχασες. Να νιώσεις λίγο από τα χέρια που πάλεψαν τόσο πολύ για σένα!
Κυλάει η ζωή κι ούτε που καταλαβαίνεις πως μένεις μόνο με μια χούφτα αναμνήσεις. Βουρκώνεις καμιά φορά όταν στις κουβαλά η μνήμη, μα δε δακρύζεις. Όχι πια. Γιατί το έμαθες, το συνήθισες, έγινε πια καθημερινότητα. Κι όμως, κάθε που χαζεύεις μια φωτογραφία, γεννάται η επιθυμία να τα κρατήσεις όλα ζωντανά για χάρη αυτών των χαμένων στιγμών. Μέσα από στολίδια και τραγούδια, μέσα από άλλοτε αγαπημένες συνήθειες, μένουν όλα ζωντανά. «Ποιος είπε πως λείπεις; Είσαι πάντα εδώ!» Κάθε φορά αυτός ο μονόλογος με τη φωτογραφία. Αυτή η σκέψη κρατάει τις δυνάμεις σου. Και κάτι βράδια δύσκολα που σχεδόν τα παρατάς, κοιτάς ψηλά και ψάχνεις το πιο φωτεινό αστέρι. Το αστέρι σου. Είναι πάντα εκεί και σε προσέχει. Δεν ξέρεις αν είναι σκέψεις παρηγοριάς ή αν όντως οι άνθρωποι γίνονται αστέρια. Είναι μέσα σου, όμως, μια λύτρωση να το βλέπεις εκεί πάνω, να στέκει καμαρωτό, σαν εκείνη τη φιγούρα που φάνταζε ατρόμητη.
Θα ήταν καλύτερα να υπήρχε λίγος ακόμα χρόνος. Δε ρωτάει η μοίρα, όμως. Έτσι είναι η ζωή. Σκληρή πολλές φορές. Σε ξυπνάει λίγο απότομα. Μα να, όσο κι αν το εκλογικεύεις, νικάει καμιά φορά αυτό το παράπονο, να γινόταν έστω να περάσετε μια ώρα ακόμα μαζί κι ας έφευγε αργότερα, αφού έτσι έπρεπε να γίνει!
Τώρα, πια, ακόμα και οι καβγάδες που πέρασαν σου αφήνουν μια θύμηση λίγο στενάχωρη μα και γλυκιά. Όλα είναι αλλιώς πια- περίεργο που γελάς με την ψυχή σου κάποιες φορές. Δεν το πιστεύεις ότι έτσι είναι ο χρόνος. Ίσως νιώθεις κ λίγες τύψεις. Μετά, επιστρέφεις στα κανονικά σου και καθησυχάζεις τον «ένοχο» εαυτό σου, πως είναι εντάξει οποιοδήποτε συναίσθημα.
Έπειτα, έρχεται κι η αυτοκριτική. Πολλές και άδικες οι φορές που κράτησες απόσταση. Ήταν κι αυτή η εφηβεία που έγινες επαναστάτης κι ήταν πάντα εύκολος στόχος. Γιατί εδώ που τα λέμε, ήξερες ότι δε θα έχεις συνέπειες. Το ότι ήταν ο πιο κουλ άνθρωπος που είχες στη ζωή σου, δεν το καταλάβαινες τότε. Κι αυτό πονάει. Όλα πονάνε, όπως και να το δεις! Λείπει η ατάκα, λείπει η συμβουλή, το χιούμορ η τρέλα! Γυρίζεις πίσω στο σπίτι και κάθε τι που βλέπεις, έχει κάτι να σου πει.
Κι ο κόσμος γύρω λέει κι αυτός, λέξεις παρηγοριάς. Ανάθεμα κι αν άκουσες τίποτα. Σε πιάνει μια τάση θυμού με κάθε γλυκό λόγο, νιώθεις θηρίο στο κλουβί με κάθε συμβουλή που θα ακούσεις! Δε θες, απλά δε θες, γιατί δεν έρχονται από τα χείλη που λείπουν περισσότερο. Καμιά φορά σκέφτεσαι πως ίσως τους αδικείς, πως κλείνεσαι, πως δεν ήσουν έτσι εσύ. Κοίτα πώς αλλάζει ο άνθρωπος με την απουσία- γεμίζει κακία και πίκρα.
Όσα και να σκεφτείς δεν αλλάζουν τα γεγονότα, αυτό το ξέρεις πια. Έτσι θα είναι και για όσο ζεις. Μέχρι οι ψυχές να συναντηθούν ξανά. Μέχρι τότε, θα στρέφεις πού και πού το βλέμμα στον ουρανό και θα χαμογελάς. Μέχρι να μην πονάει τόσο.