Η σχέση τους μετράει τρία χρόνια. Τρία χρόνια σχέση εξ αποστάσεως. Αθήνα-Θεσσαλονίκη μιά καρδιά δρόμος.
Γνωστή ρομαντική εγώ, ενθουσιάστηκα όταν έμαθα την ιστορία τους. Ο έρωτας γουστάρει τις δυσκολίες, τον πεισμώνουν, τον κάνουν πιό δυνατό, πιό ανθεκτικό στη φθορά που διέπει τις εύκολες σχέσεις.
Η απόσταση σε δοκιμάζει. Δοκιμάζει τον βαθμό των «θέλω» σου. Μετράει την ένταση της καρδιάς σου τικ και χιλιόμετρο. Όσο πιο γρήγορα χτυπάει, τόσο πιο εύκολα μηδενίζονται οι αποστάσεις.
Σαφώς και δεν είναι εύκολο. Θέλεις να γυρνάς από μια κουραστική μέρα στη δουλειά και να σε ξεκουράζει η αγκαλιά του άλλου.
Θες να τρώτε το μεσημεριανό μαζί και το βράδυ να χουχουλιάζετε στον καναπέ βλέποντας ταινίες. Να συζητάτε το πως περάσατε δίχως λανθασμένες μεταφράσεις του λόγου μέσα από την ξύλινη γλώσσα του υπολογιστή. Να κοροϊδεύετε ο ένας τον άλλον και να χαζομαλώνετε κι ύστερα να αγκαλιάζεστε και να φιλιέστε και να χαϊδεύεστε.
Μόνο που ο έρωτας δε θα λογαριάσει τις διαφορετικές σας πόλεις, θα μετρήσει τις κοινές σας βαθύτερες επιθυμίες. Θαρρώ πως είναι πιο σημαντικό.
Το έχουμε πεί πολλές φορές, πως το συναίσθημα, πάνω απ’ολα, είναι κινητήριος δύναμη.
Είναι εκείνη η αφιέρωση τραγουδιού μέσω τηλεφώνου, που θα σε κάνει να χαμογελάσεις σαν μικρό κοριτσάκι και θα σου φτιάξει μιά άθλια μέρα. Είναι να ξενυχτάς με τον υπολογιστή δίπλα σου ανοιχτό, περιμένωντας να συντονιστούν οι ώρες σας. Είναι η κόκκινη ειδοποίηση που αναβοσβήνει και σου λέει πως επιτέλους ήρθε η στιγμή της ημέρας που περίμενες.
Είναι τα «αχ και να σ’είχα εδώ» και τα «μου λείπεις» και τα »ψάχνω να βρώ μέρες για να ‘ρθώ να σε δω»
Είναι το πρόσωπο που αναζητάς με λαχτάρα μες το πλήθος στους σταθμούς των τρένων και στις αφίξεις των αεροπλάνων. Είναι η βαλίτσα που ετοιμάζεις για να χωρέσει τις μέρες σας. Είναι τα ξαφνικά εισιτήρια που κανονίζεις για να πας δίπλα στον άνθρωπό σου γιατί θες να τον αγγίξεις, να τον μυρίσεις, να κάνετε έρωτα, γιατί δεν αντέχεις μακριά του.
Λοιπόν ναι. Δεν αντέχεις μακριά του. Κι αυτό είναι ήδη μια μικρή νίκη της σχέσης από απόσταση.
Κανείς δεν λέει πως μια τέτοια σχέση θα είναι εύκολη. Θέλει δυνατούς, συνειδητοποιημένους και κυρίως ερωτευμένους παίχτες.
Θέλει ειλικρίνια κι εμπιστοσύνη κι από τις δύο πλευρές. Όμως αν δεν εμπιστεύομαι τον άνθρωπο που επέλεξα να είμαι μαζί του, τότε τί κάνω; Επέλεξα να είμαι μαζί του γνωρίζοντας πως θα βγαίνει και θα διασκεδάζει δίχως να είμαι πλάι του, οφείλω λοιπόν να τον εμπιστεύομαι, όπως κι εκείνος εμένα.
Οι πειρασμοί δίπλα μας άπειροι, αλλά όταν συντονίζονται δύο άνθρωποι στην ίδια συχνότητα δεν νοούνται, παρά μόνο σαν παράσιτα, όλοι οι υπόλοιποι.
Γνωρίζω ανθρώπους που είναι μιά ανάσα μακριά και η απόσταση τους δεν καλύπτεται ούτε με το καθημερινό τους άγγιγμα και το συνηθισμένο τους φιλί. Γνωρίζω κι ανθρώπους που τους χωρίζουν χιλιόμετρα κι αγγίζει ο ένας τον άλλο επειδή χτύπανε τα μέσα τους στον ίδιο παλμό.
Που μπορεί να μη βρίσκονται καθημερινά, αλλά όταν βρεθούν είναι επί της ουσίας εκεί. Μοιράζονται, αγγίζονται, παίζουν, γνωρίζονται, στριμώχνουν στις λίγες μέρες μαζί τις πόλλες που έχασαν χώρια. Με την προοπτική και κρυφή ελπίδα να αλλάξουν οι αναλογίες.
Πιστεύω πως όλη αυτή η κατάσταση, εάν οι σύντροφοι πληρούν τις προϋποθέσεις, δένει περισσότερο το ζευγάρι. Τους κάνει να θέλουν το παρακάτω, το δικό τους επόμενο βήμα.
Το χρονικό διάστημα που θα γίνει αυτό αφορά το κάθε ζευγάρι ξεχωριστά και τις αντοχές τους σε όλο αυτό, την θέληση τους, αλλά κυρίως το συναίσθημά τους. Ο κόσμος από δύο φτιάχτηκε και δύο μαζί μπορούν να φέρουν τον κόσμο ανάποδα και να φτιάξουν από την αρχή τον δικό τους.
Ο Αλέξανδρος και η Νάνσυ του χρόνου, μετρώντας πιά τέσσερα έτη σχέσης από απόσταση, απόφασισαν να ενώσουν τις ζωές τους με τα ιερά δεσμά του γάμου. Την πόλη δεν την έχουν επιλέξει ακόμη.
Όμως ειλικρινά έχει αυτό καμία σημασία;
Κάπου ανάμεσα σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη βρήκαν ο ένας στον άλλο αυτό που αναζητούσαν, κέρδισαν απέναντι στις όποιες αντιξοότητες, διαψεύδοντας τα «δε θα τα καταφέρετε» των τρίτων.