Οι αναμνήσεις είναι αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού και της ζωής σου. Έχουν τη δύναμη –ως ένα σημείο– να σε βοηθήσουν. Ή να σε κρατήσουν αιχμάλωτο. Κι εδώ αρχίζουν τα δύσκολα. Πρώτα απ’ όλα, χρειάζεται να τις διαχωρίσεις.

Είναι οι καλές που πάντα θα σε ακολουθούν και θα σε συντροφεύουν όταν τις έχεις ανάγκη. Θα σε κάνουν να χαμογελάς και δε θα σου ζητούν τίποτα. Ένα ταξίδι, μια μυρωδιά, ένα όνειρο που πραγματοποιήθηκε κι ανεπανάληπτες στιγμές που βίωσες πάντα θα έχουν μια ξεχωριστή θέση μέσα σου. Με λίγα λόγια, είναι αυτές που στη θύμησή τους ζωγραφίζουν ένα χαμόγελο στο πρόσωπό σου.

Κι είναι κι οι άσχημες. Εκείνες που σε άλλαξαν, σε ωρίμασαν και σε έκαναν να μάθεις πολλά για σένα. Σου έδωσαν πολύτιμα μαθήματα κι ας αρνείσαι να τα αποδεχτείς. Ο ρόλος τους είναι σημαντικός, αλλά –σε αντίθεση με τα καλές– το ταξίδι τους κάποτε τελειώνει. Οι κύκλοι κλείνουν κι ανοίγουν νέοι. Αυτό είναι το κλειδί για να ξεκλειδώσεις την πόρτα της ευτυχίας.

Γιατί εξυψώνουμε αυτές που δεν πρέπει, όμως; Μάλλον μας αρέσει να βασανιζόμαστε. Δραματοποιούμε ορισμένες καταστάσεις από συνήθεια. Ένα «αν» δημιουργεί το πρόβλημα. Πόσα θα μπορούσαμε να αλλάξουμε, αναρωτιόμαστε, δίχως να παίρνουμε απάντηση. Και το σημαντικότερο, ζούμε με το φόβο πως ό,τι έγινε στο παρελθόν μπορεί να ξανασυμβεί. Κι ο χρόνος περνάει, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι βαδίζουμε σ’ έναν αδιέξοδο δρόμο.

Κάθισε ένα βράδυ και συλλογίσου ποιες αναμνήσεις επαναφέρεις συνεχώς στο προσκήνιο. Θα διαπιστώσεις ότι οι κακές είναι περισσότερες απ’ τις καλές. Τη μνήμη σου εσύ την κάνεις επιλεκτική. Αυτή –κατά έναν τρόπο– σε δοκιμάζει. Για να σου δείξει τις αντοχές σου, τα όριά σου, τα προτερήματα και τα ελαττώματά σου. Δεν επιθυμεί να σε παιδεύσει. Αν γινόταν αυτό, τότε όλα τα συναισθήματά σου θα ήταν σαν να μην υπήρχαν.

Το λάθος που κάνουμε είναι ότι δεν έχουμε συμφιλιωθεί επαρκώς μαζί τους και τις αφήνουμε να μας ελέγχουν αντί να τις ελέγχουμε εμείς. Δεν τις σπρώχνουμε στην άκρη του μυαλού, αλλά επιτρέπουμε σ’ αυτές να μας κατακλύζουν με ανώφελες σκέψεις. Και, συνήθως, καταφέρνουν να μας αποσυντονίζουν. Εμμονικά επιμένουμε να βρούμε αν οι λέξεις συμβάδισαν με τις πράξεις της κάθε ιστορίας. Μόνο που αυτές δε θα μας καθορίσουν, θα μας αφήσουν στάσιμους. Έχουμε την τάση να τις υπεραναλύουμε κι ας γνωρίζουμε πως είναι μάταιο.

Θυμάσαι ό,τι σε πονά, ξύνοντάς τις πληγές σου. Συνηθίζεις τον πόνο και πιστεύεις ότι εύκολα τον διαχειρίζεσαι, πλέον. Τα παυσίπονα δε θεραπεύουν. Η λύση δεν είναι να γίνετε φιλαράκια. Κοίταξε το πρόσωπό της πολυπόθητης λύτρωσης. Δεν είσαι αδύναμος να το αντικρίσεις, ακόμα κι αν γνωρίζεις ότι εκείνη απαιτεί να ξεπεράσεις αρκετά εμπόδια για να την συναντήσεις.

Μπορεί ο ρόλος του θύματος να φαντάζει η πιο ασφαλής επιλογή, αλλά σε εμποδίζει να προχωρήσεις. Το να κατηγορείς συνέχεια τους άλλους δείχνει ότι δεν έχεις καταλάβεις επαρκώς την αξία σου. Μόνο εσύ έχεις τη δυνατότητα να διαμορφώσεις τη ζωή προς όφελός σου.

Και μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να συμβεί αυτό: Να ερωτευτείς το παρόν σου, κουβαλώντας μαζί σου τις ευχάριστες αναμνήσεις σου. Είναι πιο απλό απ’ ό,τι φαντάζεσαι. Σκέψου τους ανθρώπους γύρω σου. Εκείνους τους τοξικούς που τρέφονται με τη θετική σου ενέργεια. Στο τέλος, κι αφού σε ξεζουμίσουν, θα τους είσαι αχρείαστος. Σκέψου κι εκείνους τους ευαίσθητους που είναι κι οι πιο ευτυχισμένοι, οι πιο συναισθηματικοί κι οι πιο ασφαλείς. Θέλουν να σου δείξουν κάτι το διαφορετικό.

Το ίδιο συμβαίνει και με αυτές. Κάποιες θα παραμένουν στην επιφάνεια και κάποιες άλλες θα βουτάνε στα βαθιά.

 

Συντάκτης: Δημήτρης Μπότης
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη