«Εγώ δεν είμαι σαν τις άλλες». Αυτή ήταν η δήλωση μιας πολύ καλής φίλης, αλλά δυστυχώς μέχρι κι η ίδια δεν το πίστευε, καταβάθος ούτε κι εγώ. «Αυτό που μόλις είπες θα το θυμάμαι!» – Γιατί; Έχεις αμφιβολίες; «Θα το δούμε στην πορεία» (γέλασα με ειρωνικό ύφος).
Στην τελική όμως, άλλη είχε πάθει την τρικλοποδιά. Το ειρωνικό ύφος κι η σιγουριά με έκαναν να πιστέψω ότι αποκλείω τον εαυτούλη μου απ’ τα γλοιώδη, ερωτοβλαμμένα της τρελοπαρέας. Έλα όμως που την πατήσαμε.
Όχι μόνο την πατήσαμε, αλλά τα γλοιώδη, ερωτοβλαμμένα της τρελοπαρέας μου φαίνονται εντελώς φυσιολογικοί πλέον σε σύγκριση με μένα. Άσε που δεν το ζητωκραυγάζω, δεν είναι ανάγκη να μας πάρουν όλοι χαμπάρι. Μου φτάνει που το έχω συνειδητοποιήσει η ίδια και πολύ μου είναι.
Το χειρότερο όμως είναι όταν προσπαθείς να κρυφτείς απ’ το αγοράκι απέναντι. Δεν τρώει κουτόχορτο ο άνθρωπος! Έχει μάτια και βλέπει το ερωτοχτυπημένο κοριτσάκι κι ας προσπαθεί με νύχια και με δόντια να το κρύψει. Ο λόγος τώρα που παίζουμε κρυφτό είναι προφανής. Φόβος και τρόμος με κατακλύζει κάθε φορά που σκέφτομαι το άλλο άκρο. Το άκρο του τετέλεσται.
Του αγοριού απέναντι πείτε του πως χάνομαι. Χάνομαι στη ζεστή του αγκαλιά, στη μεθυστική του μυρωδιά, στο σβέρκο του όταν αποκοιμιέμαι. Παίρνω τη σακαράκα μου και τρέχω να τον βρω ό,τι ώρα και να ‘ναι, έστω κι αν έχουν περάσει μόνο εφτά ώρες απ’ την τελευταία φορά που τον είδα.
Τα πιο περίεργο όμως της υπόθεσης είναι ο φόβος. Δεν μου έχει μιλήσει κανείς για φόβο. Εγώ το μόνο που έβλεπα απ’ τα ερωτοβλαμμένα ήταν χαδάκια, γλύκες, φιλάκια, μελάκια, καραμελίτσες κι όλα τα συναφή. Το φόβο απ’ τους άλλους δεν τον έχω αντικρίσει. Μάλλον κι αυτοί παίζουν το κρυφτό του έρωτα.
Έλα όμως που εμένα με τρώει. Σαν σκυλόψαρο κάνει κάθε φορά που φουντώνει μέσα μου. Μου τη σπάει που μου τη σπάει, όταν τον σκέφτομαι. Και μου τη σπάει περισσότερο, όταν κάθομαι σαν χαζό και τον κοιτάζω σαν μωρό που βλέπει κινούμενα. Στην προσγείωση, τότε αρχίζω και φοβάμαι. Η απογείωση και το αίσθημα ότι πετάω χιλιάδες πόδια ψηλά απ’ τη Γη δε με χαλάει. Όταν φτάνει η προσγείωση όμως, τότε είναι που αρχίζουν οι διαστρεβλωμένες σκέψεις και παίζουν στο μυαλό μου.
Σκέψεις που παίζουν με τη λογική και το φόβο, σκέψεις παράνοιας. Η μετάλλαξη ενός ανθρώπου σε κάτι που πάντα κορόιδευε κι απέφευγε, ξαφνικά γίνεται μόνιμη σκέψη, αλλά δεν σταματάει το συνεχίζει, γιατί θέλει να το ζήσει στο έπακρον. Δεν είναι μαζοχισμός, είναι ζωή, στιγμές, αναμνήσεις και μαθήματα. Μαθήματα που κανένας και ποτέ δε θα έκανε απουσία. Αυτό είναι σίγουρο.
Σε κάθε εξεταστική όμως τρέμουν τα πόδια σου, γιατί δεν ξέρεις πόσα θα δώσεις, αν είναι αρκετά ή αν χρειάζεται περισσότερη ανάπτυξη η παράγραφος ή και λιγότερη, μπορεί στο τέλος να μπερδέψεις τον εξεταστή και να τον κουράσεις με τις μουντζούρες στο γραπτό, προσπαθώντας εσύ να κάνεις το τέλειο, αλλά το άγχος κι ο φόβος σου να μη σ’ αφήσουν να περάσεις στην επόμενη φάση.
Ας ξεκολλήσουμε λίγο απ’ την εξεταστική, αρκετά ψυχολογικά τραύματα έχουμε απ’ το σχολείο. Πιστεύω όμως ότι μπορούν να παρομοιαστούν αυτά τα δύο. Παρ’ όλα αυτά είτε φόβος είναι, είτε ανασφάλειες ή διαστρεβλωμένες σκέψεις ονομάζονται, αξίζουν τον κόπο.
Λογικό μου φαίνεται ο οποιοσδήποτε να εξωτερικεύει αυτού του είδους τα συναισθήματα. Αφού κρέμεται από μια κλωστή που την κρατάνε δύο χέρια, το ένα μπορεί να κουραστεί ή να βαρεθεί ή και να ξενερώσει υπάρχουν διάφορα «μπορεί», φτάνει να είσαι προετοιμασμένος να το καλωσορίσεις στην παρέα σου.
Δεν είναι ανάγκη όμως να γνωρίζει τον κάθε μου φόβο ή την κάθε μου παράνοια. Υπάρχουν και τα μικρά που τα αφήνεις για τον εαυτό σου, τα κλειδώνεις στο πρώτο συρτάρι και κρύβεις καλά-καλά το κλειδί. Η προφύλαξη είναι ο μεγαλύτερος προστάτης και δεν το λέω μόνο εγώ.
Επιμέλεια κειμένου Χρυσώς Καλούδη: Νάννου Αναστασία.