Ψάχνετε κι εσείς απάντηση στο δίλλημα του άδειου ή του γεμάτου από κόσμο σπιτιού; Δεν είναι λίγες οι φορές που είμαστε μόνοι στο σπίτι και θέλουμε να χτυπήσει το κουδούνι για να έχουμε παρέα. Άλλες φορές πάλι, νιώθουμε ευτυχισμένοι που τίποτα δε διαταράσσει την ησυχία μας. Ποιο απ’ τα δύο είναι λοιπόν καλύτερο;
Όπως στα περισσότερα πράγματα, η απάντηση βρίσκεται κάπου στη μέση. Σ’ ορισμένες περιπτώσεις, ταιριάζει καλύτερα η μοναχικότητα -κι όχι η μοναξιά, λέξη αυξημένης βαρύτητας- και σ’ άλλες, η συντροφιά όλων των ειδών είναι άκρως απαραίτητη.
Μία τέτοια περίπτωση, η πιο χαρακτηριστική είναι τα ξενύχτια πάσης φύσεως. Η καλή εκδοχή είναι τα ξενύχτια με την παρέα ή τους κολλητούς στο σπίτι. Αυτά που ονομάζονται «χαλαρά», παρόλο που καταλήγεις πιο κουρασμένος, απ’ ότι αν έκανες αγώνα δρόμου.
Στην αρχή ανταποκρίνονται στον όρο τους. Ξεκινάνε με ταινίες κι επιτραπέζια που πάντα συνοδεύονται από πίτσες και μπίρες ή έστω σουβλάκια, αν ο μήνας βρίσκεται στο τέλος του. Οι απανταχού φοιτητές ξέρουν σε τι αναφέρομαι.
Υπάρχει βέβαια κι η κακή εκδοχή, που οι φίλοι σπεύδουν στο σπίτι σου για να σε ακούν όλο το βράδυ να κλαις τη μαύρη σου την τύχη και να σε παρηγορούν. Κι οι δύο περιπτώσεις έχουν κάτι κοινό. Συνήθως, καταλήγετε στο παρακμιακό μπαράκι της γειτονιάς κατά τα ξημερώματα, αφού έχετε φάει τις πίτσες φυσικά!
Οι «αγρυπνίες» με φίλους μπορούν να συγκριθούν μόνο μ’ ένα πράγμα, την «αγρυπνία» με την αγάπη, το μωρό, το βάσανο, ό,τι προτιμάτε. Είναι πασίγνωστο ότι οι πιο ερωτικές ώρες είναι οι μικρές, όταν αρχίζει να χαράζει, που γράφει κι ο στιχουργός.
Όπως και στα ξενύχτια με φίλους, έτσι κι εδώ, υπάρχει ποικιλία. Αναμμένα κεριά κι άδεια μπουκάλια με κρασί στο τραπεζάκι του σαλονιού που συνοδεύουν τις ατελείωτες συζητήσεις. Οι οποίες διακόπτονται μόνο για ν’ αλλάξει η μουσική. Ο χώρος που διαδραματίζονται αυτά δεν είναι άλλος απ’ το σαλόνι.
Αν περπατήσετε στο διάδρομο το σκηνικό αλλάζει και τη θέση των πεταμένων φελλών παίρνουν τα τσαλακωμένα σεντόνια και τα πεταμένα εσώρουχα στο πάτωμα. Το ρολόι δείχνει τέσσερις παρά, αλλά δε συντρέχει λόγος άγχους. Δεν ευθύνεστε εσείς που χάσατε την αίσθηση του χρόνου. Αυτός ευθύνεται που έχει την κακή συνήθεια να περνάει πιο γρήγορα, όταν περνάς καλά.
Είναι εύκολο να δείξεις την προτίμησή σου στα ξενύχτια με παρέες και βάσανα, με την καλή έννοια πάντα. Η δυσκολία είναι ν’ αποδείξεις σε ποια περίσταση μπορείς να περάσεις καλύτερα μόνος σου, ώστε να προτιμήσεις τη μοναχικότητά σου. Αυτή η περίπτωση δεν είναι άλλη απ’ τον ύπνο. Ο καλύτερος εραστής του κόσμου.
Να μοιράζεσαι το κρεβάτι σου είναι χειρότερο απ’ το να μοιράζεσαι τις τηγανητές σου πατάτες ή τη σοκολάτα. Κανένα απ’ τα ημισφαίρια του εγκεφάλου μου δεν μπορεί να κατανοήσει, γιατί είναι ωραίο να κοιμάσαι μαζί με κάποιον. Δεν είναι ούτε χαριτωμένο, ούτε γλυκό. Είναι απλώς άβολο.
Αρχικά πρέπει να βρείτε κοινή ώρα ύπνου. Σαν αυτή που είχε θεσπίσει η μάνα μας, όταν ακόμη λέγαμε το «Ο» κουλουράκι. Ας δεχτούμε ότι έχετε παρόμοια ωράρια κι οι ώρες ύπνου και ξυπνήματος δεν αποτελούν πρόβλημα. Η στάση του ύπνου, όμως, αποτελεί.
Θα του πιέζεις το χέρι μέχρι να μουδιάζει και να μη μπορεί να σηκώσει, ούτε το ποτήρι του καφέ την επόμενη μέρα. Αυτός με τη σειρά του θα έχει στο πρόσωπό του τα μαλλιά σου να του γαργαλάνε τη μύτη και να θέλει να φτερνιστεί.
Μέσα σ’ αυτό το ειδυλλιακό σκηνικό γίνεται κι η μάχη των σκεπασμάτων και μπορεί τώρα να λέτε «σιγά το πράγμα», αλλά θα ξαναέρθει χειμώνας κι εκεί να σας καμαρώσω. Κάπως έτσι, ο ύπνος χάνει τις ευεργετικές του ιδιότητες κι οι φαρμακοβιομηχανίες πλουτίζουν απ’ τις πωλήσεις των έμπλαστρων.
Είμαι πεπεισμένη ότι αυτοί, που έχουν πλασάρει τον ύπνο μαζί μ’ άλλον ως κάτι μοναδικό, είναι οι ίδιοι που υποστηρίζουν ότι δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο απ’ το να πίνεις τον πρώτο καφέ της ημέρας με το σύντροφό σου.
Κι όμως, φίλοι μου, υπάρχει καλύτερο. Να πίνεις μόνος σου τον πρώτο καφέ, κι αφού ανοίξει το μάτι σου και μπορείς ν’ αρθρώσεις μια ολοκληρωμένη πρόταση, πιες κι ολόκληρη τη Βραζιλία.
Συνοψίζοντας λοιπόν, ξενυχτήστε με παρέα και απλωθείτε μόνοι στο κρεβάτι για να γλυτώσουν κι οι περαστικοί τα νεύρα που προέρχονται από έναν κακό ύπνο.
Επιμέλεια κειμένου Αγγελικής Κοτσόβολου: Νάννου Αναστασία.