Η ερωτική σχέση αναφέρεται στη σύνδεση μεταξύ δύο ατόμων που χαρακτηρίζεται από ερωτικό, σeξουαλικό ενδιαφέρον, συναισθήματα αγάπης, σεβασμού και στοιχεία καλής επικοινωνίας. Η ερωτική σχέση μπορεί να είναι μια πηγή χαράς, συμπόνιας και υποστήριξης. Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που ο πειρασμός καταφέρει να τρυπώσει εντός της;
Η απάντηση πάνω-κάτω φάνηκε να δίνεται από την απόδοσης της Δημιουργίας του Κόσμου, όπου τα πρώτα ανθρώπινα όντα, ο Αδάμ και η Εύα έφαγαν το περιβόητο μήλο. Ακόμα κι αν τοποθετήθηκαν στον Κήπο της Εδέμ, σε έναν ιδανικό γι’ αυτούς κόσμο, έχοντας το δώρο της αιώνιας ζωής, υποκινήθηκαν από τον διάβολο κι έφαγαν το μήλο, τον καρπό από το απαγορευμένο δέντρο, εκείνο που ο Θεός τους επισήμανε ότι είναι το μόνο φρούτο που δεν μπορούν να φάνε. Η απόφασή τους να υποκύψουν στον πειρασμό οδήγησε σε τρομερές συνέπειες, αφού εκδιώχθηκαν από τον Παράδεισο κι εξορίστηκαν στη γη, ξεκινώντας το ταξίδι τους στη θνητότητα. Αυτή η πράξη τους ήταν η εκκίνηση της ανθρώπινης αμαρτίας, την οποία, θεωρητικά, επωμίστηκε η ανθρωπότητα.
Αυτό είναι ο πειρασμός. Είναι μια κατάσταση όπου ένα άτομο αντιμετωπίζει μια πρόκληση, πράττοντας χωρίς να υπολογίζει τους νόμους και τα ηθικά όρια. Γι’ αυτό, έρχεται αντιμέτωπο με εσωτερικές συγκρούσεις, διότι από τη μία έχει ανάγκη να ενισχύσει τον εαυτό του, ικανοποιώντας τις ανάγκες του, κι από την άλλη θέλει να τηρήσει τους κανόνες και τις αξίες του. Δοκιμάζεται η ηθική, ο αυτοέλεγχος κι η αυτούσια κρίση του ανθρώπου, ενώ καλείται αργότερα να υποστεί τις συνέπειες, οδηγούμενος στο συμπέρασμα ότι λειτούργησε λανθασμένα και βιαστικά, φέρνοντας ο ίδιος την προσωπική του «καταστροφή».
Υπάρχει όμως μια λεπτομέρεια. Ο απαγορευμένος καρπός, σύμφωνα με την ίδια ιστορία, ήταν τοποθετημένος στο δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Και η γνώση πάντα ακολουθείται από την αντίληψη. Την αντίληψη του κόσμου, η οποία αποκτάται μέσω της εμπειρίας, της πληροφορίας, της μάθησης και της ανάλυσης. Παίζει σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη και την εξέλιξη της ανθρώπινης κοινωνίας. Οπότε, μήπως απλά ο Αδάμ και η Εύα δεν ήταν τόσο αμαρτωλοί και απλά ένιωθαν μέσα τους ένα έμφυτο κενό, που είχαν την ανάγκη να καλύψουν; Ίσως, ο τρόπος που απέκτησαν τη γνώση να μην ήταν ο πιο ωφέλιμος κι αποτελεσματικός. Ίσως, θα βοηθούσε να μην υποκύψουν στον πειρασμό, ρωτώντας, αντ’ αυτού τον ίδιο τον Θεό τι είναι το καλό και τι είναι το κακό, αποκτώντας με αυτόν τον τρόπο τη γνώση, έχοντας τη βάση κι αφού ήξεραν τι θα γινόταν μετά, να έπρατταν με δική τους, καθαρή βούληση.
Αυτό γίνεται και με τις ανθρώπινες σχέσεις. Εμφανίζεται ο πειρασμός και το άτομο πράττει χωρίς να μπει στη διαδικασία να συζητήσει με τον άνθρωπο που ο ίδιος έχει επιλέξει για σύντροφό του. Μπορεί όντως να αισθάνεται κενό, μπορεί να έφτασε σ’ ένα σημείο να νιώθει ότι έχει ανάγκη να μάθει κι άλλα πράγματα για τον εαυτό του, να αποκτήσει νέες εμπειρίες, διότι οι ήδη υπάρχουσες δεν τον καλύπτουν. Είναι η περιέργεια της ανθρώπινης φύσης και καμία φορά η αίσθηση του ανικανοποίητου, που λίγο-πολύ μας οδηγεί σε αυτά τα μονοπάτια. Το πρόβλημα, όμως, έρχεται όταν οι επιλογές δε σέβονται και ξεπερνάνε τα όρια των άλλων. Γι’αυτό και η σωστή επικοινωνία θα φέρει τις πιο χρήσιμες απαντήσεις. Γιατί όταν γίνεται έκθεση των σκέψεων και των συναισθημάτων, ενισχύεται ο σεβασμός και η υποστηρικτικότητα μέσα στη σχέση. Εκεί έρχεται και η πραγματική αυτοβελτίωση. Γιατί όταν δεν υπάρχει φόβος έκθεσης του εαυτού, όταν δε φοβάται ο άνθρωπος να δείξει και να παραδεχτεί τις αδυναμίες του και τα λάθη του, μπορεί να καταφέρει τα πάντα.
Ακόμα κι έτσι, όμως, σίγουρα η ζωή δεν τελειώνει όταν υποκύψεις στους πειρασμούς. Ακόμη κι η ιστορία το προπατορικού αμαρτήματος διδάσκει ότι με οποιαδήποτε μορφή απόκτησης της γνώσης, το άτομο θα πάθει, θα μάθει, θα υποστεί και σίγουρα μέσα από αυτό θα εξελιχθεί και θα αναπτυχθεί. Έστω κι αν πονέσει.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου