Η ζωή μου υπήρχε και πριν σε γνωρίσω. Αυτό ήταν πάντοτε το πρόβλημα. Σε ενοχλούσαν όλοι όσοι πέρασαν πριν από εσένα. Σε ενοχλούσε και μόνο η ιδέα ότι κάποιος έχει υπάρξει στη θέση σου. Και καταριόσουν που δεν ήρθες στη ζωή μου νωρίτερα. Μα άσε με να σου εξηγήσω δύο πράγματα.

Μπήκες στη ζωή μου την κατάλληλη στιγμή. Δε θα ήθελα να έρθεις νωρίτερα. Με τίποτα! Όχι, μωρό μου, μη θυμώνεις. Δεν είναι γιατί χαίρομαι για τις προηγούμενες επιλογές μου. Μα αν γυρνούσε ο χρόνος πίσω πάλι τις ίδιες θα έκανα. Ξανά και ξανά. Γιατί χωρίς εκείνες εμείς ίσως να μην ήμασταν τώρα εδώ που είμαστε. Ίσως ακόμη και να μη γνωριζόμασταν ποτέ.

Λοιπόν, είναι κοινή η δικαιολογία του μαλακομαγνήτη. Τη χρησιμοποιούν όλοι ανά τον κόσμο και θα συνεχίσουν να τη χρησιμοποιούν και μετά από εμάς. Είναι ένας ωραίος κι εύκολος τρόπος να διώξεις από πάνω σου τις ευθύνες. Εγώ δε θα αποποιηθώ τις δικές μου. Το έκανα κάποτε. Τώρα πια ξέρω.

Είχα κι εγώ αυτό τον επονομαζόμενο μαλακομαγνήτη για λίγο. Μου άρεσε η ιδέα να υπάρχει ένταση στη ζωή μου. Περιπέτεια. Και νόμιζα, η ανόητη, πως περιπέτεια υπάρχει μόνο όταν το παιχνίδι είναι δύσκολο. Μα ο έρωτας δεν είναι παιχνίδι και κυρίως δεν προορίζεται για να είναι δύσκολος.

Περίμενα πάνω από ένα κινητό, άδικα. Κι όταν ερχόταν το μήνυμα νόμιζα πως τώρα τα πράγματα θα μπουν στη θέση τους, ακόμη πιο άδικα. Ύστερα εξαφανίζονταν πάλι, χωρίς εξηγήσεις κι εγώ περίμενα. Τζάμπα. Ξαναγυρνούσαν, βέβαια, κι οι ελπίδες μου αναπτερώνονταν. Και πάλι άσκοπα. Και περίμενα, περίμενα, περίμενα. Μάταιος κόπος.

Μα νόμιζα πως αλλιώς ο έρωτας δεν έχει νοστιμάδα. Νόμιζα πως έτσι πρέπει να είναι. Με τα σκαμπανεβάσματά του. Με τις αμφιβολίες του. Με εκείνους ζητούμενα και μόνο εμένα δεδομένη.

Σε γνώρισα και ξαφνικά κάτι άλλο εμφανίστηκε μπροστά μου. Μια νέα όψη του έρωτα τόσο διαφορετική, τόσο απίθανα άπιαστη. Μια θεώρηση που πίστευα πως ποτέ δε θα μου αρκούσε. Μα πώς μπορούσα να ξέρω για κάτι που ποτέ δεν είχα δοκιμάσει; Σε άφησα να περάσεις την πόρτα μου χωρίς να το καταλάβω. Μου αρκούσαν όσα ήδη μου πρόσφερες. Πήρες το φτιαράκι σου και τούβλο-τούβλο γκρέμισες όλες τις λανθασμένες απόψεις μου. Κι άρχισες να χτίζεις πάλι απ’ την αρχή τις νέες. Εκείνες που ποτέ δεν πίστευα ότι μπορούν να με κάνουν ευτυχισμένη.

Σε ερωτεύτηκα γιατί δεν είσαι σαν τους άλλους. Και γιατί εγώ, όταν είμαι μαζί σου, δεν είμαι όπως ήμουν με τους άλλους. Δε φοβάμαι πια μήπως ζω ένα ψέμα, μήπως κάποια στιγμή πληγωθώ. Δεν κοιτάζω με καχυποψία τον κόσμο. Δεν περιμένω τα χειρότερα. Περιμένω τα καλύτερα. Έγινες η ασπίδα μου. Έπιασες το χέρι μου και με τράβηξες έξω από έναν φαύλο κύκλο δικών μου άσχημων επιλογών. Όχι, δεν κατηγορώ τους άλλους πια. Η δικαιολογία του μαλακομαγνήτη δεν είναι αρκετή. Εγώ τους επέλεξα κι εγώ έμπλεξα τον εαυτό μου. Κι ήρθες εσύ να με ξεμπλέξεις.

Κατάφερες να κερδίσεις την προσοχή μου με την άψογη συμπεριφορά σου. Μα εμένα με κέρδισες με τον υπέροχα μοναδικό χαρακτήρα σου. Με όλα εκείνα που είδα να κρύβονται μέσα σου. Σε ερωτεύτηκα γιατί γνώρισα σε εσένα κάτι διαφορετικό. Και συνεχίζω να σε ερωτεύομαι. Ήταν ένα καλομελετημένο σχέδιο. Και στέφθηκε από πλήρη επιτυχία.

Εσύ πήρες αυτό που οι άλλοι θεωρούσαν δεδομένο και το έκανες αρχή σου. Πήρες την εμπιστοσύνη, που με κόπο κέρδισες και την έκανες κινητήριο δύναμη της σχέσης μας. Σε αγάπησα γιατί είδες εκείνο που οι άλλοι αγνοούσαν. Μήπως, όμως, απλά εκείνοι δε μου το έβγαζαν αρκετά;

Μην τους ζηλεύεις, μωρό μου, τους προηγούμενους. Πότε δε με είχαν όπως με έχεις εσύ. Δεν μπορούσαν, δεν το άντεχαν. Πλέον καταλαβαίνω πως δεν το άξιζαν ούτε στο ελάχιστο. Μην τους ζηλεύεις, λοιπόν. Να τους ευχαριστείς. Γιατί χωρίς εκείνους εγώ δε θα ήμουν αυτή που είμαι. Χωρίς εκείνους τώρα ίσως να μην ήμασταν μαζί. Δεν ξέρω αν θα είχα το θάρρος να σε εκτιμήσω όπως σου αξίζει. Μα τώρα το κάνω. Εξαιτίας τους. Άσε αυτούς να μας ζηλεύουνε.

Θα άντεχα, λοιπόν, την απότομη προσγείωση όσες φορές χρειαζόταν, αν αυτό σήμαινε πως θα οδηγούμουν στη δική μας απογείωση.

 

Συντάκτης: Εβίτα Μαρασλή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη