Σε γνώρισα τυχαία καθώς περπατούσα στο δρόμο. Δεν είχες κάτι διαφορετικό από όσους μου έπιασαν συζήτηση άλλες φορές. Περπατήσαμε για λίγο μαζί κι ύστερα ήρθε η ώρα να αποχωριστούμε. Ρώτησες το όνομά μου κι ύστερα μου φίλησες το χέρι. Και κάπως έτσι, άρχισες ξαφνικά να ξεχωρίζεις. Ζήτησες τoν αριθμό μου και την επόμενη μέρα μου τηλεφώνησες γιατί ήθελες να με δεις.

Βρεθήκαμε στο μέρος που είχαμε κανονίσει. Ήσουν ανοιχτός και κοινωνικός. Με κοιτούσες στα μάτια σαν να μη σε ενδιέφερε τι συμβαίνει γύρω σου. Πήραμε έναν καφέ στο χέρι και καθίσαμε σε ένα παγκάκι. Ήθελες να μάθεις τα πάντα για εμένα. Μα δε με ρωτούσες με τρόπο αδιάκριτο. Με ξεδίπλωνες ενώ ταυτόχρονα ξεδίπλωνες τον ίδιο σου τον εαυτό.

Κι εγώ το λάτρεψα που ήσουν τόσο ανοιχτός μαζί μου. Όταν φεύγαμε μου έπιασες το χέρι κι εγώ σε άφησα. Με κοιτούσες κι ήθελα να με φιλήσεις, μα δεν το έκανες. Κι εγώ, απ’ τη μία, χάρηκα που δεν το έκανες. Περίμενες την κατάλληλη στιγμή. Περίμενες να είμαστε έτοιμοι και σίγουροι κι οι δύο.

Μετά από δυο μέρες βρεθήκαμε ξανά, αλλά αυτή τη φορά ήμουν λιγότερο περιποιημένη. Κι εσύ το πρόσεξες και τόνισες πόσο πιο όμορφη είμαι χωρίς μακιγιάζ. Πρόσεξες την ατημέλητη εμφάνισή μου, αλλά μόνο για να με κάνεις να νιώσω άνετα με αυτήν. Πήγαμε σε ένα καφέ και μου άνοιξες την πόρτα. Περίμενες να παραγγείλω πρώτα εγώ κι ύστερα εσύ. Και στο τέλος,  παρά τις πιέσεις μου, επέμεινες να πληρώσεις εσύ. Με πήγες μέχρι το σπίτι μου και δεν έφυγες μέχρι να σιγουρευτείς ότι έφτασα στην πόρτα μου και μπήκα ασφαλής.

Έναν μήνα αργότερα ήμασταν ήδη μαζί. Όμως, δεν επαναπαύτηκες στιγμή. Συνέχισες να μου φιλάς το χέρι κάθε φορά που σου έλεγα κάτι γλυκό, συνέχισες να με πηγαίνεις κάθε μέρα μέχρι το σπίτι κι όταν δεν μπορούσες, με αποχαιρετούσες με ένα ανήσυχο «Να προσέχεις!». Δεν άφηνες τους φίλους σου να μας πειράζουν για να μη νιώσω άβολα. Φρόντιζες πάντα να νιώθω όμορφα κι ύστερα σκεφτόσουν όλα τα άλλα.

Σε ερωτεύτηκα μέσα σε λιγότερο από μία εβδομάδα. Σε ερωτεύτηκα κάπου ανάμεσα στο χειροφίλημα και στο πρώτο φιλί. Κι ύστερα από όλα αυτά αναλογίζομαι. Γιατί οι άντρες δεν είναι πλέον κάπως έτσι; Γιατί δεν κάνουν τη γυναίκα δίπλα τους να νιώθει ξεχωριστή; Γιατί ντρέπονται να σου φιλήσουν απαλά το χέρι;

Δεν έχει σημασία, φίλε άντρα, αν η γυναίκα δίπλα σου είναι ρομαντική κι ονειροπόλα ή αν είναι σκληρή κι ανεξάρτητη. Όλες οι γυναίκες εκτιμούν και προτιμούν κινήσεις ντελικάτες. Θέλουν να νιώθουν τη μοναδικότητα που τους αξίζει.

Υπάρχει κι όρος σε αυτό που περιγράφω. Οι άντρες αυτοί λέγονται «τζέντλεμεν». Κι όχι, δε ζητάμε να πληρώνετε σε κάθε ραντεβού, ούτε να μας μιλάτε καθώς πρέπει, ούτε να μη μας αγγίζετε σε δημόσιους χώρους με κινήσεις για κάποιους πιο απρεπείς. Δε ζητάμε να λείπει το πάθος κι η ένταση. Ζητάμε μαζί με όλα αυτά να μην ξεχνάτε να μας διεκδικείτε και να μας δείχνετε πως είμαστε για σας σημαντικές.

Να μην ξεχνάτε να μας φιλάτε στο μέτωπο μετά από ένα άγριο κρεβάτι, γιατί θέλουμε και συναίσθημα εκτός από πάθος. Ζητάμε να μας πιάνετε το χέρι στο δρόμο και να μη φοβάστε να δείξετε ότι είμαστε μαζί. Να μας κοιτάτε κρυφά γιατί απολαμβάνετε να βλέπετε τις εκφράσεις μας. Να γεμίζετε μικροσκοπικά φιλιά το πρόσωπό μας κι όχι μόνο το σώμα μας. Να μας σκεπάζετε αν έχουμε αποκοιμηθεί στα πόδια σας. Να μας πιάνετε απ’ τη μέση για να νιώσουμε προστασία και να καταλάβουν όλοι πως κανείς δεν μπορεί να μας πειράξει.

Και, τέλος πάντων, να μην ξεχνάτε να μας φιλάτε πού και πού το χέρι. Κι αν κάνεις μια γυναίκα να νιώσει ότι είναι ξεχωριστή να είσαι σίγουρος ότι ξέρει πώς να στο ανταποδώσει.

 

Συντάκτης: Εβίτα Μαρασλή
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη